Αγγελική Νικολούλη συνομίλησε με μία φίλη της Ρούλας που αναφέρθηκε σε μία ζωγραφιά που της είχε αφιερώσει η Τζωρτζίνα και της είχε κάνει εντύπωση, αλλά και σε κάποια άλλα σοκαριστικά περιστατικά.
«Λίγες ημέρες πριν το θάνατο του δεύτερου παιδιού, της Ίριδας, ξεκίνησε μία γκρίνια μεταξύ του Μάνου και της Ρούλας. Αυτός δεν μπορούσε και ήθελε να φύγει από το σπίτι, αυτή δεν το δεχόταν με τίποτα. Ο Μάνος μάζεψε τα πράγματά του και έφυγε. Το προηγούμενο βράδυ, η Ρούλα ανέβασε βίντεο με το μωράκι να γελάει. Το πρωί μου τηλεφώνησαν ότι χάθηκε το μωρό. Τους λέω, πώς «έφυγε» ένα μωρό υγιέστατο; Ρώτησα την Ρούλα και μου είπε ψυχρά ότι το βρήκε η αδελφή της νεκρό. Και στην Μαλένα ψυχρή ήταν. Η Τζωρτζίνα ήταν θλιμμένη. Κάποια στιγμή πήρε να ζωγραφίσει σπίτι μου. Ζωγράφισε την μίννι και ήταν όλη μαύρη, ενώ είχα και άλλους μαρκαδόρους σε διαφορετικά χρώματα, ήταν κατάμαυρη. Με τρόμαξε πολύ…».
Μετά από ερώτηση της δημοσιογράφου για το πώς αντέδρασε η Τζωρτζίνα στην απώλεια της αδελφής της, Ίριδας, που βρισκόταν στο ίδιο δωμάτιο, είπε:
«Σα να μην ήθελε να θυμάται. Το μόνο που μου είπε και με έβαλε σε σκέψεις είναι ότι “η μπέμπα έσκασε από το πολύ κλάμα και πέθανε επειδή η μαμά και ο μπαμπάς τσακωνόντουσαν”. Και μετά μου είπε “ο Θεός μου πήρε τις αδελφές μου”. Όταν ήρθε ο Μάνος του είπα να της εξηγήσει ότι η μπέμπα δεν πέθανε επειδή τσακώθηκαν με την Ρούλα. Είχε τρομάξει το παιδί. Η Ρούλα πήγε στον Αλισσό και μας είπε ότι αυτή τη φορά θα βάλει η ίδια το τέλος στο γάμο της γιατί θέλει να πενθήσει. Την αναζητούσαν όλοι γιατί δεν απαντούσε σε μηνύματα και κλήσεις και φοβήθηκαν μην έκανε κακό στον εαυτό της. Όταν έφτασα σπίτι τους, η μητέρα της μου είπε πως έχει περάσει πάρα πολλά με αυτό το κορίτσι. Τους είπα πώς γίνεται για έναν άνδρα να κάνει έτσι; Και ο πατριός της μας απάντησε ότι “την Ρούλα την έχω ικανή να κάνει τα πάντα για τον Μάνο. Τον έβαζε πάνω και από τα παιδιά της.”».
Το σημείωμα που άφησε η Τζωρτζίνα
Σε συνέχεια της επικοινωνίας της Αγγελικής Νικολούλη με τη φίλη της «μάνας», η μάρτυρας αποκάλυψε ένα συμβάν που είχε συμβεί με την Τζωρτζίνα, που προκαλεί ανατριχίλα.
«Η αδελφή της Ρούλας μου ζήτησε να πάρω την Τζωρτζίνα πάλι σπίτι μου για να μην είναι μπροστά στους καυγάδες τους και δέχτηκα. Πριν την πάρω, έγραψε κάτι σε ένα χαρτί και το έκρυψε. Δε δέχτηκε να μου το δείξει και μου είπε ότι είναι κάτι για την μαμά της. Όταν ήρθε η μητέρα του Μάνου, της το είπα, αλλά ούτε αυτή κατάφερε να της πάρει το σημείωμα. Τελικά, βρήκαμε στο καλάθι στο δωμάτιο πεταμένο το χαρτί που έγραφε “Μαμά, μη με ψάξεις, φεύγω. Θα είμαι στην…”».
«Τη Ρούλα τη βρήκαν στο ξενοδοχείο που δούλευε παλιά. Όλοι είχαμε αγχωθεί για το πού βρίσκεται και τι κάνει και ο Μάνος ήξερε. Τον είχε καλέσει στο δωμάτιο και τον απειλούσε ότι θα αυτοκτονήσει αν δε γυρίσει. Αυτός ήταν στην Αθήνα εκείνη την ημέρα. Όταν εμφανίστηκε η Ρούλα δε μιλούσε σ’ εμάς. Έβαζε την αδελφή της επειδή ντρεπόταν. Ζήτησαν να κρατήσω την Τζωρτζίνα άλλη μία ημέρα μέχρι να ηρεμήσει, αλλά μου το ξεκαθάρισαν ότι δεν πρέπει να δει τον Μάνο, ούτε τηλεφωνικά να μιλήσουν. Τον φέραμε κρυφά γιατί η Τζωρτζίνα στεναχωριόταν πολύ που δεν έβλεπε τον πατέρα της. Το πρωί πριν την πάρουν, ήταν σπίτι μου και μου είπε ότι πονάει η καρδιά στο στήθος της. Το είπε και σε άλλους. Το απόγευμα το πήραν το παιδί για τον Αλισσό και το βράδυ έγινε αυτό με τους σπασμούς που είπε η Ρούλα και μεταφέρθηκε στο Καραμανδάνειο Νοσοκομείο. Λέγαμε στον Μάνο να προσέχει την Τζωρτζίνα, μήπως θέλει ψυχιατρική υποστήριξη η Ρούλα. Και το αρνούνταν. Έλεγε πως δε γίνεται να κάνει κάτι στο παιδί. Η Ρούλα είχε νεύρα με την Τζωρτζίνα. Της έλεγε “πήγαινε μέσα.. πάρε το τάμπλετ… κάνε εκείνο, κάνε το άλλο”… Εκείνη ήταν υπάκουη, τρόμαζε. Κοντεύει να σπάσει η καρδιά μου μετά από όλα αυτά. Τι να πει πλέον κανείς. Κρίμα τα παιδιά…», κατέληξε ο μάρτυρας.