Οι άνθρωποι που αρρώστησαν με Covid-19, αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο για εμφάνιση μακρόχρονων νευρολογικών προβλημάτων κατά τον πρώτο χρόνο μετά την αρχική λοίμωξη, δείχνει μια νέα μεγάλη αμερικανική επιστημονική έρευνα. Τέτοιες επιπλοκές στον εγκέφαλο περιλαμβάνουν τα εγκεφαλικά, τα προβλήματα μνήμης, τις επιληπτικές κρίσεις, την κατάθλιψη, το άγχος, τις ημικρανίες, τις κινητικές διαταραχές κ.α.
Οι ερευνητές της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ουάσιγκτον στο Σεντ Λούις, με επικεφαλής τον κλινικό επιδημιολόγο Ζιγιάντ Αλ-‘Αλι, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό “Nature Medicine”, ανέλυσαν στοιχεία για 154.000 ανθρώπους διαγνωσμένους με Covid-19 το 2020-21, καθώς επίσης για δύο ομάδες 5,6 και 5,8 εκατομμυρίων ανθρώπων χωρίς κορονοϊό στη διάρκεια της πανδημίας και πριν από αυτήν αντίστοιχα (ήσαν οι ομάδες ελέγχου για λόγους σύγκρισης).
Η μελέτη εξέτασε την υγεία του εγκεφάλου σε βάθος ενός έτους. Διαπιστώθηκε ότι νευρολογικές παθήσεις συνέβησαν σε 7% περισσότερους ανθρώπους με Covid-19 από ό,τι χωρίς τη νόσο. Η συχνότερη διαταραχή ήταν τα προβλήματα μνήμης και η εγκεφαλική “ομίχλη”. Σε σύγκριση με τα άτομα χωρίς Covid-19, όσοι μολύνθηκαν από κορονοϊό, είχαν 77% μεγαλύτερη πιθανότητα για μακρόχρονα προβλήματα αργότερα με τη μνήμη τους.
Επίσης βρέθηκε αυξημένος ο κίνδυνος για Αλτσχάιμερ μεταξύ όσων αρρώστησαν λόγω κορονοϊού. Σε σχέση με τις ομάδες ελέγχου, υπήρχαν δύο περισσότερα περιστατικά Αλτσχάιμερ ανά 1.000 ανθρώπους μεταξύ όσων αρρώστησαν με Covid-19.
“Είναι απίθανο κάποιος που είχε Covid-19 ξαφνικά να εμφανίσει Αλτσχάιμερ, καθώς η νόσος χρειάζεται χρόνια για να εκδηλωθεί. Όμως αυτό που υποπτευόμαστε ότι συμβαίνει, είναι πως άνθρωποι που είχαν προδιάθεση για Αλτσχάιμερ μπορεί να επιδεινώνονται από την Covid-19 και τελικά να αναπτύσσουν τη νόσο. Είναι κάτι σπάνιο αλλά ανησυχητικό”, δήλωσε ο δρ Αλ-‘Αλι.
Επίσης, σε σχέση με τις ομάδες ελέγχου, οι άνθρωποι που είχαν περάσει Covid-19, ήσαν 50% πιθανότερο να πάθουν ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο, δηλαδή μπλοκάρισμα στην κυκλοφορία του αίματος και του οξυγόνου στον εγκέφαλο τους. Τέτοια εγκεφαλικά – που είναι πολύ συχνότερα από τα αιμορραγικά – μπορεί να οδηγήσουν σε δυσκολία ομιλίας, γνωστική σύγχυση, προβλήματα όρασης, μόνιμη βλάβη στον εγκέφαλο, παράλυση ή και θάνατο.
Ακόμη, οι άνθρωποι με παλαιότερη Covid-19 είχαν 80% μεγαλύτερο κίνδυνο για κατοπινή επιληπτική κρίση, 43% για ψυχικές διαταραχές όπως κατάθλιψη και άγχος, 42% για κινητικές δυσκολίες (μυικές συσπάσεις και τρέμουλο τύπου Πάρκινσον), 35% για ήπιους ως σοβαρούς πονοκεφάλους, 30% για προβλήματα στα μάτια (θολή όραση, ξηροφθαλμία, φλεγμονή κ.α), καθώς και 22% για προβλήματα ακοής όπως βουητό στα αυτιά.
“Η μελέτη μας παρέχει μια ολοκληρωμένη αξιολόγηση των μακροπρόθεσμων νευρολογικών συνεπειών της Covid-19. Τα ευρήματα δείχνουν τις σοβαρές μακρόχρονες επιπτώσεις της νόσου, που αποτελούν μέρος της μακράς Covid-19. Ο ιός δεν είναι πάντα τόσο αβλαβής όσο μερικοί νομίζουν”, τόνισε ο Αλ-‘Αλι, ο οποίος επεσήμανε ότι η Covid-19 έχει συμβάλει μέχρι στιγμής σε πάνω από 40 εκατομμύρια νέα περιστατικά νευρολογικών διαταραχών παγκοσμίως.
“Βλέπουμε εγκεφαλικά προβλήματα σε προηγουμένως υγιή άτομα και όσους είχαν ήπιες λοιμώξεις Covid-19. Δεν έχει σημασία αν είστε νέος ή γέρος, γυναίκα ή άνδρας ή ποια είναι η φυλή σας. Δεν έχει σημασία αν καπνίζατε ή όχι, αν είχατε άλλες ανθυγιεινές συνήθειες ή όχι”, πρόσθεσε.
Μια προηγούμενη μελέτη στο ίδιο ιατρικό περιοδικό από την ίδια περίπου ερευνητική ομάδα είχε βρει ότι τα εμβόλια κατά του κορονοϊού μειώνουν κατά περίπου 20% τον κίνδυνο μακρόχρονων εγκεφαλικών προβλημάτων. “Είναι σίγουρα σημαντικό να εμβολιάζεται κάποιος, αλλά είναι επίσης σημαντικό να γίνει κατανοητό ότι τα εμβόλια δεν προσφέρουν πλήρη προστασία έναντι αυτών των μακροπρόθεσμων νευρολογικών διαταραχών”, υπογράμμισε ο Αλ-‘Αλι.