Στο σημείο του στυγερού εγκλήματος στο Μενίδι, λίγα λουλούδια από ανθρώπους που την γνώριζαν και από άλλους που απλώς έμαθαν για τη ζωή και το μαρτυρικό της τέλος.
Στα δικαστήρια ο καθ’ ομολογία δολοφόνος με χειροπέδες πισθάγκωνα να παίρνει τον δρόμο για το γραφείο του ανακριτή, για να ζητήσει και να πάρει αναβολή.
Ψυχρός και αμετανόητος. Ο 50χρονος που σκότωσε με ένα κουζινομάχαιρο τη μητέρα των δύο παιδιών του, δεν έχει ζητήσει για την ώρα ούτε μία συγγνώμη για το έγκλημα που διέπραξε. Με τα λόγια και τους ισχυρισμούς του από χθες, όταν αστυνομικοί τον εντόπισαν μέσα σε αυτή την οικοδομή στο Καματερό, να προκαλούν οργή στα αδέρφια του θύματος.
«Όταν έγκυος με την κόρη της, της είχε βάλει το κεφάλι σε κουβά με χλωρίνη», είπε ο αδελφός τους θύματος.
«Έχουν γίνει τρεις σοβαρές μηνύσεις και γύρω στις 40 καταγγελίες. Κάθε εβδομάδα ήμασταν στην αστυνομία. Τον πιάνανε και τον αφήνανε ελεύθερο», είπε η κουνιάδα του θύματος.
Μετά τη γυναικοκτονία χθες τα ξημερώματα, ο καθ’ ομολογία δράστης άφησε το φονικό μαχαίρι καρφωμένο στην κοιλιά της γυναίκας και κρύφτηκε. Εντοπίστηκε ώρες μετά και στους αστυνομικούς προσπάθησε να εξηγήσει τους λόγους, που τον έκαναν να βάψει τα χέρια του, με αίμα.
«Δεν άντεχα να βλέπω τον φίλο της να οδηγεί το αμάξι μου. Εγώ δούλευα και εκείνη μου έτρωγε τα λεφτά. Χθες το πήρα απόφαση να σκοτώσω την γυναίκα μου. Να κάνω εγώ δύο δουλειές για να μου τα τρώει;», ανέφερε ο δράστης της γυναικοκτονίας.
Σύμφωνα με την αστυνομία, ομολογεί και περιγράφει τα όσα έγιναν καρέ – καρέ. Με την κόρη του να βλέπει τη μητέρα της νεκρή για ώρες στο πεζοδρόμιο.
«Ξύπνησα το πρωί και πήγα στο συγκεκριμένο σημείο γιατί ήξερα ότι περνάει από εκεί στις 05.30 το πρωί. Όταν την είδα έβγαλα το μαχαίρι και άρχισα να την μαχαιρώνω. Στη συνέχεια έφυγα με τα πόδια και πήγα σε ένα ξενοδοχείο. Έκατσα λίγο εκεί και μετά πήγα με τα πόδια στην οικοδομή και ήπια κάτι μπύρες μέχρι που τελικά με συνέλαβαν».