Η Γερμανία είναι διατεθειμένη να αυξήσει την συνεισφορά της στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προκειμένου να χρηματοδοτηθεί το σχέδιο ανασυγκρότησης μετά την κρίση του κορονοϊού, δήλωσε η Καγκελάριος ‘Αγγελα Μέρκελ, μετά το τέλος της τηλεδιάσκεψης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Παραδέχθηκε δε ότι «δεν ήμασταν σε όλα τα σημεία όλοι της ίδιας άποψης, αλλά υπήρξε μια συναντίληψη».
Η δημιουργία του ταμείου ανασυγκρότησης «σημαίνει ασφαλώς ότι η Γερμανία θα πρέπει να υπολογίζει μεγαλύτερη συνεισφορά για τον επόμενο προϋπολογισμό», δήλωσε η κυρία Μέρκελ και τόνισε ότι «αυτό είναι σωστό και καλό, καθώς τα κράτη – μέλη δεν επλήγησαν όλα με τον ίδιο τρόπο από την πανδημία». Σημείωσε ακόμη ότι τώρα θα πρέπει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή να σχεδιάσει την αρχιτεκτονική αυτού του ταμείου, αλλά και ότι ένα πρόγραμμα ανάκαμψης της Ε.Ε. είναι και προς το γερμανικό συμφέρον. «Πρέπει να αναρωτηθούμε τι μπορούμε να μάθουμε από την πανδημία. Και σε αυτό περιλαμβάνονται και οι μεγαλύτερες επενδύσεις π.χ. στην προστασία του κλίματος και στην ψηφιοποίηση», δήλωσε, όπως μεταδίδει το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Η Καγκελάριος πρόσθεσε ότι «μια κοινή ευρωπαϊκή απάντηση στην πρόκληση του κορονοϊού είναι και προς το γερμανικό συμφέρον», επανέλαβε ωστόσο και την πάγια γερμανική θέση κατά της έκδοσης ευρω-ομολόγων, επισημαίνοντας ότι «δεν γίνεται να κοινοτικοποιήσουμε, όπως λέμε, τα χρέη». Απαντώντας μάλιστα σε ερώτηση σχετικά με το εάν υπήρξε αντιπαράθεση με χώρες όπως η Ισπανία και η Ιταλία, οι οποίες είχαν ζητήσει την έκδοση «κορονο-ομολόγων», η ‘Αγγελα Μέρκελ ανέφερε ότι επρόκειτο για μια «πάρα πολύ φιλική συζήτηση, κατά την οποία βέβαια ο καθένας παρουσίασε τις απόψεις του» και τόνισε ότι δεν μπορεί κανείς να χρησιμοποιήσει περιγραφές για «πολεμικό» κλίμα ή «σύγκρουση».
Σύμφωνα με την εφημερίδα BILD, κατά την τηλεδιάσκεψη συζητήθηκε ακόμη ο συντονισμός των κρατών – μελών σε ό,τι αφορά τον βαθμό που θα καταστεί εφικτός ο θερινός τουρισμός για το τρέχον έτος, κυρίως λόγω των χωρών όπως η Ελλάδα και η Αυστρία, των οποίων η οικονομία εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από τον τουρισμό.