Μίκης Θεοδωράκης: Η διαθήκη, η περιουσία και τα πνευματικά δικαιώματα

Δώδεκα ημέρες από τον θάνατο του Μίκη Θεοδωράκη και πέντε από το στερνό αντίο στην Κρήτη…

Η διαθήκη, η περιουσία και τα πνευματικά δικαιώματα του τεράστιου μουσικοσυνθέτη!

Ο Μίκης Θεοδωράκης συνέθεσε πολλά και εμπορικά μουσικά έργα στην Ιστορία, όχι μόνο της ελληνικής αλλά και της παγκόσμιας δισκογραφίας.

Το εμβληματικό «Αξιον Εστί», σε ποίηση Οδυσσέα Ελύτη, συμπεριλαμβάνεται στην πρώτη δεκάδα των πιο εμπορικών ελληνικών δίσκων όλων των εποχών έχοντας ξεπεράσει το μισό εκατομμύριο πωλήσεις. Παράλληλα, ο «Ζορμπάς», αποτελεί τον ανεπίσημο ελληνικό εθνικό μας ύμνο στο εξωτερικό.

Τα παραπάνω αποτελούν τα δύο πιο δημοφιλή αλλά και πολυπαιγμένα διεθνώς έργα του Μίκη Θεοδωράκη και ταυτόχρονα ένα σημαντικό κομμάτι από το σύνολο των πνευματικών δικαιωμάτων που δικαιούται. Τα πνευματικά δικαιώματα από το πλουσιότατο προσωπικό του ρεπερτόριο εξάλλου ήταν και η μοναδική πηγή εσόδων του, τουλάχιστον τις δύο τελευταίες δεκαετίες που έχει σταματήσει να δίνει συναυλίες και είχε περιορίσει σε μεγάλο βαθμό τη δισκογραφική του δραστηριότητα.

Οσον αφορά τα της Ελλάδας, μετά την αναστολή λειτουργίας της ΑΕΠΙ, λόγω κακοδιαχείρισης, το 2018, τα πνευματικά δικαιώματα του μουσικού έργου του Μίκη Θεοδωράκη, που χρησιμοποιείται εντός συνόρων, έχει αναλάβει, μετά τη δική του επιθυμία, ο νεοσύστατος Οργανισμός Συλλογικής Διαχείρισης ΕΔΕΜ.

Οπως είχε δηλώσει η Μαργαρίτα Θεοδωράκη πριν από λίγους μήνες, ο πατέρας της είχε να εισπράξει δικαιώματα από το 2017 οπότε ξέσπασε το οικονομικό σκάνδαλο της ΑΕΠΙ, ενώ το ποσό που του καταβλήθηκε τελικά από την ΕΔΕΜ αντιπροσώπευε ένα μικρό κομμάτι από το συνολικό που δικαιούταν. Κι ενώ, σύμφωνα με εκτιμήσεις ατόμων από τον χώρο, το ύψος των ετήσιων πνευματικών δικαιωμάτων από τη χρήση του ρεπερτορίου του, τουλάχιστον στο εξωτερικό, έφτανε στο παρελθόν σε εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ, η διεθνής μάστιγα της πειρατείας και η διεθνής κρίση που διέρχεται η δισκογραφία σε συνδυασμό με την επικράτηση της ηλεκτρονικής αγοράς και στον τομέα της μουσικής έχουν οδηγήσει, εδώ και αρκετά χρόνια, στην κατακόρυφη μείωσή τους.

Στην παραπάνω διεθνή συγκυρία προστέθηκε και η μεγάλη κρίση που διέρχεται ο τομέας της διαχείρισης των πνευματικών δικαιωμάτων στη χώρα μας την τελευταία πενταετία, αλλά και η αδυναμία πραγματοποίησης συναυλιών με έργα του Μίκη Θεοδωράκη, λόγω των μέτρων κατά της πανδημίας. Αρκεί να σημειώσουμε πως με τα νέα οικονομικά και υγειονομικά δεδομένα που επικρατούν στη χώρα μας την τελευταία διετία τα έσοδα από πνευματικά δικαιώματα για τους δέκα πιο δημοφιλείς δημιουργούς κινούνται μεταξύ 15.000 και 30.000 ευρώ τον χρόνο!

Με λίγα λόγια, ο πιο παραγωγικός και δημοφιλής σε παγκόσμιο επίπεδο Ελληνας συνθέτης δεν ήταν πλούσιος, όπως ίσως να θεωρούσαν κάποιοι. Διέθετε μεν μια ακίνητη περιουσία για την οποία ήταν υποχρεωμένος να πληρώνει επαυξημένη φορολογία, όπως όλοι οι Ελληνες πολίτες, αλλά τα τελευταία τουλάχιστον 20 χρόνια βιοποριζόταν αποκλειστικά από τα πνευματικά δικαιώματα των έργων του, όσα και όποτε τα εισέπραττε. Υπεύθυνους για τις σχετικές συνεννοήσεις είχε ορίσει την επί σειρά ετών γραμματέα του Ρένα Παρμενίδου και τον δικηγόρο του. Ο Μίκης Θεοδωράκης, λοιπόν, ζούσε μια λιτή μεν, αξιοπρεπή δε, ζωή χωρίς ουδέποτε να έχει εκφράσει το παραμικρό παράπονο.

Τώρα πλέον, μετά τον θάνατό του, ο νόμος ορίζει πως το 75% των πνευματικών δικαιωμάτων από τα έργα του περνά στα δυο παιδιά του, τη Μαργαρίτα και τον Γιώργο, και το υπόλοιπο 25% στη σύζυγό του Μυρτώ. Ο ίδιος, σύμφωνα με πληροφορίες, είχε τακτοποιήσει και διαμοιράσει τα περιουσιακά του στοιχεία στους κληρονόμους του εδώ και αρκετά χρόνια.

Παρ’ όλα αυτά, μετά την πρόσφατη αποκάλυψη της πολιτικής διαθήκης σχετικά με τις λεπτομέρειες της κηδείας του, την οποία συνέταξε πριν από περίπου 1,5 χρόνο, χρίζοντας εκτελεστές της, όχι τα παιδιά του, αλλά τον στενό του φίλο Γιώργο Αγοραστάκη και τη Ρένα Παρμενίδου, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να υπάρχει και άλλη πρόσφατη διαθήκη που να αφορά την περιουσία του. Ειδικότερα δε τη διαχείριση των πνευματικών δικαιωμάτων του έργου του που αποτελεί μια προσοδοφόρα μεν αλλά εξαιρετικά ευαίσθητη και απαιτητική διαδικασία που απαιτεί γνώση και, κυρίως, σεβασμό σε όσα πολύτιμα πολιτιστικά και κοινωνικά αγαθά ο ίδιος κληροδότησε στην Ελλάδα και σε ολόκληρο τον κόσμο.

Πληροφορίες «Πρώτο Θεμα»