Μητσοτάκης: Η Ελλάδα δεν θα δεχτεί αυστηρούς όρους για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης

Μήνυμα ότι η Ελλάδα δεν θα δεχτεί αυστηρούς όρους για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης του κορωνοϊού στέλνει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης μέσω συνέντευξής του στους «Financial Times» -μια δήλωση που η οικονομική εφημερίδα ερμηνεύει ως «σημάδι» των δύσκολων διαπραγματεύσεων που αναμένονται το επόμενο διάστημα στο ευρωπαϊκό μπλοκ για την ενίσχυση 750 δισ. ευρώ.

Ο πρωθυπουργός ξεκαθάρισε πως δεν σκοπεύει να στηρίξει την επιστροφή της αυστηρής και μη δημοφιλούς εποπτείας που είχε επιβληθεί στη χώρα τα προηγούμενα χρονιά από την «τρόικα» -αξιωματούχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.), της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) αλλά και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ).

«Οι Έλληνες έχουν ωριμάσει πολύ» λέει ο Κυριάκος Μητσοτάκης, και συμπληρώνει: «Και θέλουμε να κάνουμε τις δικές μας μεταρρυθμίσεις.

Όπως τονίζει η εφημερίδα, η Σουηδία, η Φινλανδία, η Δανία και η Ολλανδία αντιτίθενται στα σχέδια της Κομισιόν για το Ταμείο Ανάκαμψης από την πανδημία του κορωνοϊού, πιέζοντας να οριστούν προϋποθέσεις για τη χρήση των ευρωπαϊκών κονδυλίων ώστε να διασφαλιστεί πως θα χρησιμοποιηθούν για την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας.

Μάλιστα, οι Financial Times αναφέρονται και στη διαφοροποίηση της Άνγκελα Μέρκελ, η οποία στηρίζει μεν το Ταμείο Ανάκαμψης ωστόσο θεωρεί πως τα χρήματα θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν για τη μελλοντική διασφάλιση κάθε οικονομίας.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε πως η εξάμηνη αξιολόγηση της οικονομικής απόδοσης που πραγματοποιήθηκε από την Κομισιόν είναι επαρκής.

«Δεν θεωρώ πως είναι απαραίτητοι οι όποιοι επιπλέον αυστηροί όροι» τόνισε ο πρωθυπουργός, προσθέτοντας πως όλες οι χώρες του ευρωπαϊκού νότου θεωρούν κάτι τέτοιο «πολιτικά απαράδεκτο».

Το δημοσίευμα της εφημερίδας αναφέρεται και στην επιτυχή αντιμετώπιση του κορωνοϊού στη χώρα μας, τονίζοντας πως «αρκετοί εξεπλάγησαν από την αποτελεσματική αντιμετώπιση της πανδημίας στην Ελλάδα, δεδομένης της παρ’ ολίγον οικονομικής της κατάρρευσής της πριν από πέντε χρόνια και τις μειώσεις δαπανών σε δημόσιες υπηρεσίες λόγω των διαδοχικών προγραμμάτων λιτότητας».