Για ένα νέο κεφάλαιο στη μακρά ιστορία της στρατιωτικής και στρατηγικής συνεργασίας Ελλάδας και Γαλλίας έκανε λόγο ο πρωθυπουργός κατά τη συνάντησή του με τη Γαλλίδα υπουργό Άμυνας, Φλοράνς Παρλί, η οποία λίγο νωρίτερα ήταν παρούσα στην ιστορική υπογραφή της σύμβασης για την απόκτηση από την ελληνική Πολεμική Αεροπορία 18 μαχητικών αεροσκαφών Rafale.
Ο κ. Μητσοτάκης, μιλώντας στα γαλλικά, έκανε λόγο για νέες ευκαιρίες για την ελληνική αμυντική βιομηχανία, υπενθυμίζοντας πως είναι η τρίτη φορά που η Πολεμική Αεροπορία της χώρας μας εμπιστεύεται την γαλλική βιομηχανία, καθώς προηγήθηκε και το Mirage F1 εδώ και περίπου μισό αιώνα και το Mirage 2000 εδώ και περίπου 30 χρόνια και η εκδοχή 2000-5, εδώ και 15 χρόνια.
«Οι προκάτοχοι των Rafale έχουν ήδη αποδείξει την αξία τους στους ουρανούς του Αιγαίου. Και οι πιλότοι είναι εξοικειωμένοι με τα χαρακτηριστικά των πτήσεων, ένας παράγοντας ο οποίος αναμφίβολα έπαιξε ρόλο στην επιλογή μας. Αλλά προφανώς ρόλο έπαιξε και η σημασία της άμεσης διαθεσιμότητας των αεροσκαφών», είπε ο κ. Μητσοτάκης.
Όπως τόνισε ο πρωθυπουργός, η αγορά των Rafale αντανακλά το δόγμα της εθνικής μας στρατηγικής, σύμφωνα με τo οποίo η άμυνά μας είναι ένας «δίδυμος» πυλώνας της εξωτερικής μας πολιτικής. «Άλλωστε η θωράκιση της Ελλάδας ποτέ δεν αποτέλεσε κίνδυνο για κάποια άλλη χώρα. Αντιθέτως ήταν πάντα ένας παράγοντας ασφάλειας στην ευρύτερη περιοχή», επεσήμανε.
Ο κ. Μητσοτάκης διεμήνυσε πως αυτή η εξέλιξη αποτελεί ένδειξη της ανάγκης άμεσης και πιο στενής στρατιωτικής συνεργασίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο στη Μεσόγειο. «Στη “mare nostrum” , όπως την αποκαλεί εύστοχα ο Πρόεδρος Macron, εφόσον εκεί συναντώνται τα ζωτικά συμφέροντα όλων των χωρών της Ε.Ε.», είπε ο πρωθυπουργός.
Κάνοντας αναφορά στην σημερινή επανέναρξη των διερευνητικών επαφών ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία, ο πρωθυπουργός σημείωσε πως στο τρέχον πλαίσιο γίνεται και προωθητική παράμετρος. «Γιατί η ειλικρίνεια και η ισορροπία είναι προϋποθέσεις που ευνοούν τον διάλογο για την οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών, που είναι και το αντικείμενο των διερευνητικών», είπε .
Ο κ. Μητσοτάκης υπενθύμισε πως φέτος, η Ελλάδα γιορτάζει τα 200 χρόνια ανεξαρτησίας της, επισημαίνοντας πως η στήριξη της Γαλλίας ήταν μεγάλη και τότε, όπως και σήμερα. Όχι μόνο μέσω των μηνυμάτων της δικής της Επανάστασης, που αποτέλεσε έμπνευση για τη δική μας επανάσταση. Αλλά και εμπράκτως.
«Η συνεργασία ανάμεσα στην Ελλάδα και την Γαλλία έρχεται από πολύ μακριά και πηγαίνει πολύ μακριά. Το διδάσκει η Ιστορία. Και αυτό αποδεικνύεται και από τις επιλογές των χωρών μας στο πέρασμα του χρόνου. Με σταθερό στόχο την περιφρούρηση της ειρήνης, της σταθερότητας και της συνεργασίας, αυτόν τον δρόμο ακολουθούμε και τώρα», κατέληξε ο πρωθυπουργός.
Από την πλευρά της, η Γαλλίδα υπουργός Άμυνας έκανε λόγο για ιστορικές ώρες με την υπογραφή της σύμβασης για τα Rafale. «Σήμερα, η διμερής σχέση μεταξύ Γαλλίας και Ελλάδας σημείωσε πρόοδο. Όπως, όμως, και η ίδια η Ευρώπη».
Η κ. Παρλί εξέφρασε παράλληλα τη βούληση του Παρισιού να προάγει και να ενισχύσει ακόμα περισσότερο τη στρατηγική εταιρική σχέση με την Αθήνα, συμβάλλοντας από κοινού, μεταξύ μας ως Ευρωπαίοι, στην προστασία των συμπολιτών μας και της ασφάλειάς μας.
«Θα ήθελα, λοιπόν, να ευχαριστήσω θερμότατα τις ελληνικές ομάδες εργασίας που κατέστησαν δυνατή πρώτα τη διαπραγμάτευση και έπειτα την υπογραφή, σε χρόνο ρεκόρ, μιας σημαντικής σύμβασης. Μιας σύμβασης που θα επιτρέψει την περαιτέρω ενίσχυση της επιχειρησιακής συνεργασίας μεταξύ των ενόπλων δυνάμεών μας. Το 2020 υπήρξε μια πλούσια χρονιά. Και έχουμε, κύριε Πρωθυπουργέ, ένα πρόγραμμα ιδιαίτερο πυκνό για τις επόμενες ημέρες και τις επόμενες εβδομάδες, καθώς οι δύο αεροπορίες μας θα διεξάγουν κοινές ασκήσεις σε μερικές μέρες. Υπάρχει, επίσης, και το σχέδιο για νέα κοινή άσκηση τον Απρίλιο. Αλλά και στη συνέχεια καθώς το αεροπλανοφόρο Charles de Gaulle θα περιπολεί στη Μεσόγειο, έχω την αίσθηση ότι η Ελλάδα θα μας συνοδεύσει με μια φρεγάτα κατά την επιχείρηση αυτή. Επομένως, το βλέπετε και εσείς, εργαζόμαστε και βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, και για τη διμερή μας σχέση και για την Ευρώπη», κατέληξε η κ. Παρλί.
Στη συνάντηση συζητήθηκε η περαιτέρω διεύρυνση των εξαιρετικών διμερών σχέσεων, η συνεργασία στον αμυντικό τομέα και η κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο.
Από ελληνικής πλευράς, στη συνάντηση συμμετείχαν ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος, η επικεφαλής του Διπλωματικού Γραφείου του Πρωθυπουργού, Πρέσβης Ελένη Σουρανή, ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας Θάνος Ντόκος και ο Διευθυντής του Γραφείου Τύπου του Πρωθυπουργού Δημήτρης Τσιόδρας.