Στην ανησυχία που βιώνουν οι μικρές επιχειρήσεις αναφέρθηκε ο τομεάρχης Οικονομίας της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ και βουλευτής Νότιου Τομέα Β’ Αθηνών, Νίκος Παππάς.
«Έχουν πυκνώσει την ανησυχία και έχουν μειώσει ραγδαία τις προσδοκίες των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων» είπε μιλώντας στην ΕΡΤ για τα μέτρα της κυβέρνησης. «Από τα μέσα Μαρτίου, από όταν έγιναν οι πρώτες εξαγγελίες, δεν έχουν πάρει μισό ευρώ. Λεφτά ακούν και λεφτά δεν βλέπουν» ανέφερε.
Όπως εξήγησε, η ανησυχία που εκδηλώνεται από φορείς, όπως Επιμελητήρια και εμπορικούς συλλόγους, με τους οποίους ο τομέα Οικονομίας της αξιωματικής αντιπολίτευσης έχει καθημερινές διαβουλεύσεις, έχει να κάνει με την επιστρεπτέα προκαταβολή, όπου υπάρχει γκρίζο τοπίο σε σχέση με το ποιος τη δικαιούται και τι ακριβώς δικαιούται, με τις εγγυήσεις, στις οποίες φαίνεται να έχουν προτεραιότητα μεγάλες επιχειρήσεις με τζίρους άνω των 50 εκατ. ευρώ ενώ μικρές και μεσαίες θα φτάνουν στο χείλος του γκρεμού για 10.000 ευρώ, με το ζήτημα του πτωχευτικού δικαίου καθώς και της προστασίας της α’ κατοικίας.
«Όλες οι επιχειρήσεις σωρεύουν τεράστια πίεση. Οι άνθρωποι της αγοράς αντιλαμβάνονται πως όταν ξανανοίξουν θα έχουν να αντιμετωπίσουν συσσωρευμένα χρέη και ότι οι δυνητικοί πελάτες τους δεν θα έχουν μεγάλη αγοραστική δύναμη», τόνισε.
Συμπλήρωσε ότι «αν αφεθούν οι τράπεζες να διαχειριστούν τα όποια χρηματοδοτικά εργαλεία αναπτύξει η Πολιτεία ή να αξιοποιήσουν τα κονδύλια και τη ρευστότητα της Ε.Ε. με τα δικά τους κριτήρια, η μισή ελληνική επιχειρηματικότητα θα μείνει εκτός στήριξης».
Σε σχέση με τις υποθέσεις της τηλεκατάρτισης και τα 80 εκατ. ευρώ σε συγκεκριμένους παρόχους εκπαίδευσης, αλλά και τις απευθείας αναθέσεις σε άλλες επιχειρήσεις, ο Νίκος Παππάς σημείωσε ότι «για αυτές τις περιπτώσεις, για αρκετές από τις οποίες αντιλαμβανόμαστε το ζήτημα του επείγοντος, ζητήσαμε διακομματικό έλεγχο, αλλά δεν έγινε δεκτός. Δυστυχώς, ζούμε με Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου, ενώ υπάρχουν και υπουργοί που εκμεταλλεύονται την υπολειτουργία της Βουλής για να φέρουν κρίσιμα νομοσχέδια, όπως αυτά για την παιδεία και το περιβάλλον».