Ο χορός του Δερβίση μπροστά στα μεγάλα αγκάθια της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής το 2021

Σε μια μάλλον ασυνήθιστη ανάρτηση, το υπουργείο Άμυνας της Τουρκίας δημοσίευσε στην ιστοσελίδα του φωτογραφίες από μια συνάντηση που πραγματοποίησαν οι υπουργοί Άμυνας και Εξωτερικών, Χουλουσί Ακάρ και Μεβλέτ Τσαβούσογλου με εκπροσώπους δύο τουρκικών μειονοτήτων – των Γκαγκαούζων που ζουν κυρίως στη Μολδαβία και την Ουκρανία και των Τούρκων Μεσκετιάν ή Αϊσκά, που ζούν στη Γεωργία.

Η πραγματοποίηση συναντήσεων με τουρκικές μειονότητες στο εξωτερικό και κυρίως η δημοσιοποίησή τους δεν είναι καθόλου συνηθισμένο και μάλιστα για τους υπουργούς Εξωτερικών και Άμυνας της Τουρκίας, καθώς με αυτά ασχολείται το υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού.

Φαίνεται όμως ότι η Αγκυρα θα επιχειρήσει να εντάξει πολύ περισσότερο τα θέματα των κάθε λογής «τουρκικών» ή μουσουλμανικών μειονοτήτων στην ευρύτερη περιοχή ,στην νέο-αποικιακή εξωτερική της πολιτική. Να περιμένουμε δηλαδή νέες, συντονισμένες προκλήσεις της Αγκυρας και στη Θράκη;
Αν και δεν σταμάτησε ποτέ το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών να προκαλεί με διάφορες προκατασκευασμένες αφορμές στη Θράκη , πρέπει να θεωρείται δεδομένη η αύξηση της τουρκικής παρεμβατικότητας στην περιοχή. Ο Τούρκος υπουργός Ενέργειας Φατίχ Ντονμέζ ήταν άλλωστε ο τελευταίος στη σειρά των αξιωματούχων της Αγκυρας που έθεσε προχθές ζήτημα «επαναδιαπραγμάτευσης της Συνθήκης της Λωζάνης» με αφορμή τη συμπλήρωση το 2023 εκατό ετών από την υπογραφή της.

Ο βασικός αρθρογράφος της Sabah, Μεχμέτ Μπαρλάς δεν διστάζει μάλιστα να απειλεί την Ελλάδα με πόλεμο μετά την ανακοίνωση για κλείσιμο των κόλπων και το ενδεχόμενο επέκτασης των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια.

“Αν συμβεί κάτι τέτοιο στο Αιγαίο ,η Τουρκία διά του Αντιπροέδρου Φουάτ Οκτάι έχει μιλήσει για αιτία πολέμου»…Ελάτε λοιπόν να το κάνετε. Η τουρκική Εθνοσυνέλευση έχει πει ότι είναι αιτία πολέμου .Είναι μια απόφαση που εξακολουθεί να ισχύει» προειδοποιεί ο σχολιαστής της Sabah.

Ετος «επέκτασης» για την Τουρκία

«Αν ήθελα να περιγράψω με δύο λέξεις το 2020 για την Τουρκία, θα το χαρακτήριζα “έτος επέκτασης”, γράφει ο πολύ γνωστός Τούρκος σχολιαστής Σάμι Κοέν στη Milliyet.

« Αυτό σημαίνει με λίγα περισσότερα λόγια ότι η εξωτερική πολιτική της Τουρκίας επέκτεινε τις δραστηριότητές της στις περιφερειακές και παγκόσμιες σφαίρες επιρροής» τονίζει ο Σάμι Κοέν.

Ειδικά για τις μειονότητες στο εξωτερικό ,όπως γράφει ο Μετίν Γκουρτσάν, τούρκος δημοσιογράφος και ιδρυτικό μέλος του κόμματος του πρώην υπουργού Εξωτερικών Αλί Μπαμπατσάν, το ενδιαφέρον της Άγκυρας έχει αυξηθεί σημαντικά και μετά την ευνοϊκή έκβαση της σύγκρουσης στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ μεταξύ του Αζερμπαϊτζάν και της Αρμενίας στα τέλη Σεπτεμβρίου.

«Η στρατιωτική βοήθεια της Τουρκίας στο Αζερμπαϊτζάν, χώρα με την οποία η Αγκυρα έχει στενούς πολιτικούς και εθνοτικούς δεσμούς, έστρεψε την προσοχή του κοινού στον Νότιο Καύκασο από τη Μέση Ανατολή, όπου οι τουρκικές στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Συρία και τη Λιβύη είχαν κυριαρχήσει στην εξωτερική ατζέντα της χώρας τα τελευταία χρόνια».

Για τον Σάμι Κοέν ,το λεγόμενο «Δόγμα της Γαλάζιας Πατρίδας» ήταν το «πιο εντυπωσιακό γεγονός του 2020 όσον αφορά την τουρκική εξωτερική πολιτική. Η Τουρκία έχει καταλήξει πλέον σε μια νέα ιδέα για τη δικαιοδοσία της Ανατολικής Μεσογείου υπό την κυριαρχία της… Στην ημερήσια διάταξη έχουν συμπεριληφθεί η Λιβύη, το καθεστώς του Αιγαίου και επίσης η λύση του κυπριακού προβλήματος».
Ο σχολιαστής της Milliyet σημειώνει ακόμη ότι «ως αποτέλεσμα των πρωτοβουλιών και των καινοτομιών της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής κατά τη διάρκεια του έτους, η πολιτική και στρατιωτική δραστηριότητα έχει εξαπλωθεί σε μια ευρεία γεωγραφική περιοχή από τη Συρία έως τη Λιβύη και από τη Σομαλία έως τον Καύκασο. Η Τουρκία έχει παγιώσει την παρουσία της στο Βορρά της Συρίας και στο βόρειο Ιράκ, η σφαίρα επιρροής της επεκτάθηκε στη Βόρεια Αφρική μετά τη συμφωνία με τη Λιβύη, ενισχύεται η παρουσία της στην Κύπρο και στην θαλάσσια περιοχή της με τις σεισμογραφικές έρευνες, προωθείται στο Αιγαίο και είναι σταθερά εδραιωμένη σε χώρες όπως το Κατάρ και η Σομαλία ,ενώ χάρη στη νίκη που επιτεύχθηκε με την υποστήριξη που έδωσε η Αγκυρα στο Αζερμπαϊτζάν στον πόλεμο Ναγκόρνο-Καραμπάχ, άνοιξε και ο δρόμος προς την Κεντρική Ασία» τονίζει ο Σάμι Κοέν.

Ο τούρκος σχολιαστής παραδέχεται πάντως ότι «παρά τα οφέλη της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, είναι σαφές ότι υπήρξαν σοβαρές δυσκολίες καθ ‘όλη τη διάρκεια του έτους ,καθώς η Τουρκία βρέθηκε αντιμέτωπη με διάφορες χώρες και ιδίως με μερικές συμμαχικές στο ΝΑΤΟ, όπως η Ελλάδα και η Γαλλία .Το δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας» προκάλεσε επίσης συγκρούσεις με τις ΗΠΑ και την ΕΕ, καθώς και σοβαρές τριβές με πολλές άλλες χώρες ,από την Αίγυπτο έως τα Αραβικά Εμιράτα. Ακόμη και με τη Ρωσία, με την οποία η Τουρκία είναι σε στενή συνεργασία, υπήρξαν προβλήματα στη Λιβύη, τη Συρία και το ζήτημα του Καυκάσου. Και τα προβλήματα αυτά θα μεταφερθούν και στη νέα χρονιά».

Παντουρκισμός στην εξωτερική πολιτική

Ο Τούρκος πρόεδρος Ερντογάν προσπαθεί να δημιουργήσει τετελεσμένα ,δίνοντας ταυτόχρονα όλο και «πιο Παντουρκικό άρωμα» στην εξωτερική πολιτική της Τουρκίας, καθώς προετοιμάζεται εντατικά και ενόψει της αλλαγής φρουράς στο Λευκό Οίκο και την έλευση Μπάιντεν στην αμερικανική προεδρία .

«Στο πλαίσιο αυτό περιλαμβάνονται σχέδια για αναπροσαρμογή της εξωτερικής πολιτικής με στόχο την απομόνωση του Ιράν και τον περιορισμό της Ρωσίας στις περιοχές του Εύξεινου Πόντου και του Καυκάσου…Τέτοιοι στόχοι, όπως φαίνεται να πιστεύει η Άγκυρα, θα βοηθήσουν τη διοίκηση Μπάιντεν, η οποία αναλαμβάνει τα καθήκοντά της στις 20 Ιανουαρίου» λέει ο Μετίν Γκουρτσάν.

Ωστόσο, προσθέτει, «μια τέτοια στροφή ενέχει τον αυξανόμενο κίνδυνο της γεωπολιτικής αποσύνδεσης μεταξύ της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας προς το Βορρά και το Νότο. Για να αντισταθμίσει ενδεχόμενη στροφή στην κατεύθυνση της αναχαίτισης της Ρωσίας και απομόνωσης του Ιράν στα βόρεια, δηλαδή τη Μαύρη Θάλασσα και τον Καύκασο, η Τουρκία θα πρέπει να στηριχθεί στο δυτικό μπλοκ ασφαλείας, στο ΝΑΤΟ, να βελτιώσει τους δεσμούς με την Ουκρανία και το Ισραήλ και, το σημαντικότερο, να αποκαταστήσει τις σχέσεις με την Ουάσινγκτον υπό την προεδρία Μπάιντεν».

Σύμφωνα με τον Μπουρχανεντίν Ντουράν ,επικεφαλής ενός τουρκικού φιλο-κυβερνητικού think tank , η Τεχεράνη είναι «πολύ δυσαρεστημένη» με την αυξανόμενη περιφερειακή επιρροή της Άγκυρας και ανησυχεί για την προοπτική αλλαγής στην περιοχή, μετά την άνοδο του Μπάιντεν στην αμερικανική προεδρία.

«Σε αυτό το νέο κεφάλαιο, το μεγάλο παιχνίδι μεταξύ περιφερειακών δυνάμεων θα περιλαμβάνει την Τουρκία, το Ιράν και το Ισραήλ και η Τεχεράνη πρέπει τώρα να αναιρέσει την εθνικιστική υπερηφάνεια και τις υπερβολικές ελπίδες της και να επικεντρωθεί στις νέες γεωπολιτικές ισορροπίες στην περιοχή», έγραψε ο Ντουράν σε άρθρο του στην εφημερίδα Sabah.

Αλλά και το Ισραήλ δεν φαίνεται να ενδίδει στην κατευθυνόμενη από την Αγκυρα πρόσφατη «επίθεση φιλίας» από μεριάς κάποιων τουρκικών μέσων ενημέρωσης,σχετικά με τη βούληση αποκατάστασης των διμερών σχέσεων . «Όλα αυτοί είναι λύκοι με προβιά προβάτου» έγραψε χαρακτηριστικά η Jerusalem Post.

Τα πράγματα περιπλέκονται επίσης για τον Ερντογάν καθώς η Τουρκία χρειάζεται τη συνεχή ρωσική και ιρανική συνεργασία για να αντισταθμίσει τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη στη σύγκρουση της Συρίας και τον ενεργειακό ανταγωνισμό στην Ανατολική Μεσόγειο.

Οσο και αν είναι ικανός στις πιρουέτες ή αρέσκεται στον Χορό των Δερβίσηδων ο Ερντογάν ,μια τέτοια γεωπολιτική ανακατάταξη τον φέρνει μπροστά σε ένα σκληρό δίλημμα : Με ποιους θα πάει και ποιους θα πουλήσει. Αν και οι Δερβίσηδες -όπως και ο Ερντογάν-περιστρέφονται γύρω από τον εαυτό τους,το δίλημμα αυτό αναπόφευκτα θα δοκιμάσει τις δυνατότητες της Άγκυρας το επόμενο έτος.

Στο βάθος του τούνελ ο Ερντογάν ,δεν ξεχνά ότι όλες οι κινήσεις του στο εξωτερικό έχουν έναν στόχο : Να επανεκλεγεί στην προεδρία το 2023 ,καθώς στο εσωτερικό της Τουρκίας οι δημοσκοπήσεις δείχνουν το κόμμα του να χάνει συνεχώς έδαφος .Μοναδική του ελπίδα για να επανεκλεγεί πρόεδρος ο Ερντογάν είναι η στήριξη από τον ακροδεξιό εθνικιστή εταίρο του, Ντεβλέτ Μπαχτσελί. Το γεγονός αυτό έχει καταστήσει τον Τούρκο πρόεδρο όμηρο του ακροδεξιού εταίρου του , ο οποίος προωθεί έναν ακραίο εθνικισμό ,που αργά ή γρήγορα θα έρθει σε σύγκρουση με τη νέα πραγματικότητα.

Θα φρενάρει κάποιος τις φιλοδοξίες του Ερντογάν;

«Ο Τούρκος πρόεδρος Ερντογάν άλλαξε το παιχνίδι σε πολλές συγκρούσεις το 2020, στη Λιβύη ή στον Καύκασο, εκμεταλλευόμενος το στρατηγικό χάος γύρω του, και στην Ουάσινγκτον. Τι θα συμβεί όμως το 2021, με τη διοίκηση Μπάιντεν;» διερωτάται ο Γάλλος αναλυτής της Γεωπολιτικής, Πιέρ Χασκί σε άρθρο του στο France Inter . Υπάρχει κάποια δύναμη που μπορεί να φρενάρει τον Ερντογάν;

Ο Τούρκος Πρόεδρος διακρίνεται στα παιγνίδια ισορροπίας .Παίζει το παιγνίδι της γάτας με το ποντίκι με την Ευρώπη ,πιστεύοντας ότι με εξασφαλισμένη την στήριξη ή την ανοχή της κυρίαρχης ευρωπαϊκής δύναμης-της Γερμανίας- θα μπορεί να ξεφεύγει από κυρώσεις ή αντίποινα για την προκλητική του στάση στο εξωτερικό και τον κλιμακούμενο αυταρχισμό στο εσωτερικό της χώρας.

Αγνωστος “Χ” παραμένουν οι Ηνωμένες Πολιτείες: «Η συμπεριφορά της διοίκησης του Τζο Μπάιντεν απέναντι στον Τούρκο σύμμαχο ,που κινείται με άξονα μόνο τα δικά του συμφέροντα, είναι μία από τις άγνωστες παραμέτρους του 2021» εκτιμά ο Πιέρ Χασκί. Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, Μεβλούτ Τσαβούσογλου που συναντήθηκε χθες στο Σότσι με τον Ρώσο ομόλογό του, Σεργκέι Λαβρώφ ,χρησιμοποίησε πάντως σκληρές εκφράσεις κατά της Ουάσιγκτον με αφορμή τις αμερικανικές κυρώσεις για την αγορά των ρωσικών πυραύλων S-400.

«H απόφαση για κυρώσεις είναι μια επίθεση στα δικαιώματά μας και την κυριαρχία μας» είπε ο Τσαβούσογλου και πρόσθεσε ότι «δεν θα υποχωρήσουμε λόγω των κυρώσεων ,ούτε θα αμφισβητήσουμε τις υγιείς σχέσεις μας με τη Ρωσία».

Ο πρώην διευθυντής της αγγλόφωνης Hurriyet ,Μουράτ Γετκίν γράφει στην ιστοσελίδα του Yetkinreport ότι «ο Ερντογάν βρίσκεται σε κατάσταση έντασης. Επειδή οι «παράλληλες σχέσεις» που προσπαθεί να δημιουργήσει με τον Μπάιντεν και τους Δημοκρατικούς εδώ και σχεδόν δύο χρόνια δεν έχουν φέρει ακόμα το αποτέλεσμα που περίμενε. Αλλά δεν έχει εγκαταλείψει την ελπίδα, αν και διαχειρίζεται την κατάσταση με σκληρές ομιλίες».

Ο Ερντογάν έχει τους τέσσερις πρώτους μήνες του 2021 να αντιμετωπίσει ισάριθμες δύσκολες ημερομηνίες που θα επηρεάσουν την οικονομία και την πολιτική στην Τουρκία

-20 Ιανουαρίου: Ανάληψη της αμερικανικής προεδρίας από τον Μπάιντεν

-17 Φεβρουαρίου: Σύνοδος κορυφής του ΝΑΤΟ.

-25 και 26 Μαρτίου 26: Σύνοδος κορυφής Ε.Ε. για τις σχέσεις με την Τουρκία

-24 Απριλίου: Το «νομοσχέδιο για τη γενοκτονία των Αρμενίων» στην αμερικανική Βουλή

Προς το παρόν, όπως λέει ο Πιέρ Χασκί, «η μόνη δύναμη που μπορεί να ελπίζει ο Ερντογάν είναι η Κίνα: ενώ ο Τούρκος πρόεδρος συνήθιζε να καταγγέλλει πριν από λίγα χρόνια το Πεκίνο για την αντιμετώπιση των Τουρκόφωνων Ουϊγούρων στη δυτική Κίνα, την οποία χαρακτήριζε ως «γενοκτονία», σήμερα σιωπά! Με αντάλλαγμα την κινεζική επενδυτική στήριξη στην Αγκυρα, καθώς η τουρκική οικονομία βρίσκεται σε κρίση».

-Ad-