Ο γραμματέας του ΜέΡΑ 25 και πρώην υπουργός Οικονομικών, Γιάνης Βαρουφάκης, απαντά στις σε όσα του καταλογίζει ο ΣΥΡΙΖΑ στο κείμενο αποτίμησης και αυτοκριτικής.
Ο κ. Βαρουφάκης αντιπαραθέτει σειρά αναφορών του κειμένου των 84 σελίδων του ΣΥΡΙΖΑ με θέσεις του Γ. Παπανδρέου και του ΠΑΣΟΚ και με βάση την φράση του κειμένου ότι «δεν δικαιούμαστε να μην αποδώσουμε ιδιάζουσα ευθύνη στον τότε Υπουργό Οικονομικών», ο κ. Βαρουφάκης απαντά:
«Μετά χαράς να μου αποδώσουν ευθύνες δεδομένου ότι ο Υπουργός Οικονομικών πάντα σηκώνει τεράστιες ευθύνες, πόσο μάλιστα σε περίοδο σύγκρουσης με μια σιδηρόφρακτη τρόικα.
Ποιες όμως ευθύνες μου αποδίδουν;
1. «Υπερεπένδυση στην επικοινωνία έναντι μιας σχολαστικά επεξεργασμένης διαπραγματευτικής τακτικής»
Με αυτή τη φράση προσπαθούν να δημιουργήσουν-διαχύσουν την εντύπωση, ακριβώς όπως έκανε η τρόικα εκείνους τους 5 μήνες, ότι δεν είχα «σχολαστικά επεξεργασμένη διαπραγματευτική τακτική» και επιδιδόμουν στο lifestyle. Το ενδιαφέρον ερώτημα είναι: Γιατί αρνούνται οι συγγραφείς του «Απολογισμού» την ύπαρξη της «σχολαστικά επεξεργασμένης διαπραγματευτικής τακτικής» την οποία παρουσίαζα από το 2012 στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και, λόγω της οποίας, ο Αλέξης Τσίπρας με τίμησε με την προσφορά του Υπουργείου Οικονομικών τον Νοέμβρη του 2014; Η μόνη εξήγηση είναι ότι δεν θέλουν να απολογηθούν για το ότι την εγκατέλειψαν ώστε να παραδοθούν στην τρόικα.
2. «Υποτίμηση της ανάγκης να οικοδομήσουμε συμμαχίες ή γέφυρες με χώρες που ενδεχομένως θα μπορούσαν, λόγω δικών τους προβλημάτων, να συγκλίνουν με δικά μας αιτούμενα…»
«Ναι, δηλώνω ένοχος. Ποτέ δεν θεώρησα ότι Ισπανία, Ιρλανδία και Πορτογαλία θα συμμαχούσαν μαζί μας παρά τα, όντως, κοινά προβλήματα και την κοινή Μνημονιακή μας μοίρα. Ο λόγος, όπως εξηγούσα στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, ήταν απλός: Οι εν λόγω δεξιές κυβερνήσεις είχαν ασελγήσει πάνω στους λαούς τους έχοντας επιβάλει (όπως το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ εδώ) απαίσια Μνημόνια. Ο χειρότερος εφιάλτης τους ήταν η ιδέα ότι η Ελλάδα δεν θα επέβαλε ένα αντίστοιχα απαίσιο 3ο Μνημόνιο στο λαό μας. Είναι λογικό: Αν μας βοηθούσαν να ανακουφίσουμε τον λαό μας, τότε οι λαοί τους θα τους έλεγαν: «Κι εμείς; Εμάς γιατί μας βασανίζετε;».
Εν κατακλείδι, προέβλεπα εξ αρχής (και, όπως αποδείχθηκε, σωστά) ότι στο Eurogroup οι χειρότεροι εχθροί μας θα ήταν χώρες του Νότου, συν η Ιρλανδία, που είτε είχαν ήδη επιβάλει Μνημόνια είτε φοβόντουσαν ότι θα τους ανάγκαζαν να τα επιβάλουν.
Ποιους πρότεινα, εναλλακτικά, ως τους καλύτερους μας «σύμμαχους»; Την Άνγκελα Μέρκελ και τον Μάριο Ντράγκι – τους μόνους σοβαρούς ανθρώπους οι οποίοι, αν πείθονταν ότι είμασταν έτοιμοι να πάμε στη ρήξη με αρετή και τόλμη, θα προσέρχονταν την ύστατη στιγμή με μια έντιμα αμοιβαίως επωφελή πρόταση.
3. «Ανοίγαμε μέτωπα εκεί που δεν χρειάζονταν, υπερτιμούσαμε την ισχύ σχετικά αφηρημένων ιδεών ή γενικών θεωρητικών σχημάτων έναντι επεξεργασμένων επιχειρημάτων επί πολύ συγκεκριμένων θεμάτων, υποτιμώντας έτσι την ανάγκη για λεπτομερή τεχνική δουλειά»
Διαβάζοντας τα πιο πάνω ήταν σαν να άκουγα τις συνεντεύξεις Ντάιζελμπλουμ και τα briefings του ανεκδιήγητου φερέφωνου της τρόικας, του κ. Σχινά.
4. Κατά τη διάρκεια κάθε Eurogroup, η τρόικα εσωτερικού και εξωτερικού διέρρεε ότι «ο Βαρουφάκης κούραζε τους συναδέλφους του με θεωρητικές διαλέξεις, χωρίς καμία τεχνική προετοιμασία», την ώρα που η τρόικα ερχόταν στο τραπέζι με τεχνικά άρτιες προτάσεις.
Aυτή η πλήρης υιοθέτηση από τους «απολογητές» του ΣΥΡΙΖΑ της Γκεμπελικής προπαγάνδας της τρόικας αποτελεί τη χαριστική βολή στην οποιαδήποτε ελπίδα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως πολλοί ψηφοφόροι του θα ήθελαν, ίσως κατάφερνε στα έδρανα της αντιπολίτευσης να ανακτήσει μέρος της χαμένης του αξιοπρέπειας.
Αυτός είναι, λοιπόν, ο λόγος που το ΜέΡΑ25 είναι στη Βουλή. Για να εκφράζει την σταθερή εναντίωση στο δόγμα που εισήγαγε πρώτη η κυβέρνηση Παπανδρέου, νομιμοποίησε «εξ αριστερών» ο ΣΥΡΙΖΑ, και σήμερα εφαρμόζει με περισσή σπουδή η κυβέρνηση Μητσοτάκη».