Οι «επιτελικές» αποτυχίες των δύο χρόνων της ΝΔ

Μετά από ένα αντικειμενικά πολύ δύσκολο Καλοκαίρι κατά το οποίο είχαμε τις πιο καταστροφικές πυρκαγιές των τελευταίων πολλών χρόνων, γυρίζουμε σε μια καθημερινότητα που διαρκώς χειροτερεύει για το μέσο πολίτη: ακρίβεια, ανεργία, υποβάθμιση του περιβάλλοντος τα πρώτα που θα μπορούσα να αναφέρω, από μια, δυστυχώς, μεγάλη λίστα. Ταυτόχρονα κλείνουν και τα δύο χρόνια διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας. Και δεν είναι τυχαίο ότι γύρω μας υπάρχουν μόνο αδιέξοδα, άλυτα προβλήματα και δύσκολες προοπτικές. Τι έγινε και η «κυβέρνηση της αριστείας» πάτωσε τόσο σύντομα, αλλά και τόσο πολύ, ώστε να έχει αποτύχει κυριολεκτικά σε κάθε κοινωνικό πεδίο με το οποίο ασχολήθηκε, είτε σε επίπεδο προγραμματισμένης πολιτικής, είτε στο πλαίσιο έκτακτης διαχείρισης (κρίσεις, θεομηνίες κτλ);

Οι αποδοκιμασίες που άκουσε ο πρωθυπουργός προχθές, από τον κόσμο που είχε συγκεντρωθεί στη Μητρόπολη για να αποχαιρετήσει το Μίκη Θεοδωράκη, ήταν αυθόρμητες αλλά δεν ήταν τυχαίες. Οι πολίτες νιώθουν εξαπατημένοι και όχι άδικα, και οι λόγοι είναι πολλοί, με τον βασικό να συνοψίζεται στο ότι η κυβέρνηση δεν υλοποίησε καμία από τις δεσμεύσεις της απέναντι στον πολύ κόσμο, ενώ σπεύδει να εξυπηρετήσει τους λίγους και εκλεκτούς της, εις βάρος του κοινωνικού συνόλου. Πρώτο τρανταχτό παράδειγμα, η πανδημία: αν και η παγκόσμια τάση είναι η ενίσχυση των εθνικών συστημάτων υγείας, η κυβέρνηση φρόντισε ώστε τα χρήματα που έχει δώσει έως τώρα για το συγκεκριμένο ζήτημα να έχουν αναλωθεί μόνο στο θέμα που αφορούσαν κάθε φορά, άπαξ, και να μην αφήσουν πίσω τους καμία υποδομή, κανένα μακροπρόθεσμο όφελος για το ΕΣΥ. Αυτό επίσης δε συνέβη τυχαία, μετά τον ορυμαγδό των απευθείας αναθέσεων σε ημέτερους, με δικαιολογία την πανδημία. Αν και με πολλές δαπάνες, το ΕΣΥ καταλήγει πιο αδύναμο από ότι ξεκίνησε πριν την πανδημία, με κλεισίματα νοσοκομείων προ των πυλών και τους ιδιώτες που δεν συνέδραμαν κατά κοινή ομολογία όσο έπρεπε στην κορύφωση της πανδημίας, να είναι ωστόσο παρόντες στην επόμενη μέρα της.

Η δεύτερη κρίση στην οποία η κυβέρνηση πέρασε και πάλι πανηγυρικά κάτω από τον πήχη -κατά δήλωση και του πρωθυπουργού- ήταν οι πυρκαγιές. Εκεί είδαμε όλοι τι αφέθηκε να συμβεί, δε χρειάζονται πολλές επεξηγήσεις. Η αποτελεσματικότητα του τεράστιου και πανάκριβου «επιτελικού» κράτους του κου Μητσοτάκη εξαντλήθηκε στην «αξιοποίηση» πάσης φύσεως κομματικών στελεχών. Για το μέσο πολίτη ωστόσο ούτε ήξερε ούτε θέλησε να κάνει κάτι, άλλωστε δε σχεδιάστηκε γι’ αυτό αλλά για τη διαφήμιση του «έργου» και την εμπέδωση της εξουσίας του «Μωυσή». Αυτό το άχρηστο επιτελικό κράτος όμως θέριεψε εις βάρος του κοινωνικού κράτους, του κράτους πρόνοιας, που επί των ημερών του κου Μητσοτάκη λοιδορήθηκε και κουτσουρεύτηκε όσο δεν πάει. Λιγότερα παιδιά στα ΚΔΑΠ, λιγότερα επιδόματα, λιγότερα δικαιώματα, λιγότερες παροχές για τους μη έχοντες, τους φτωχούς, τους πρόσφυγες και ούτω καθεξής.

Αν υπάρχει ένα κοινωνικό πεδίο στο οποίο αυτή η άγρια ταξική πολιτική είναι χυδαία εμφανής είναι στην παιδεία. Από το νηπιαγωγείο έως το Πανεπιστήμιο, και βέβαια μετά στον κόσμο της εργασίας, ο πρωθυπουργός δεν έχει «αυταπάτες» ότι είμαστε όλοι ίσοι και αυτό εννοεί να το «εμπεδώσουμε» και οι πολίτες. Οπότε, χιλιάδες παιδιά εκτός ΑΕΙ φέτος, με το πρόσχημα της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής, για να αναγκαστούν να στραφούν στα κολλέγια -όσα μπορούν- και για να κλείσουν πανεπιστημιακά τμήματα. Λιγότερα χρήματα για την παιδεία, περισσότεροι διαχωρισμοί, περισσότερος έλεγχος «εκ των άνω», και δραστικός περιορισμός του ρόλου της εκπαιδευτικής κοινότητας (γονείς, μαθητές), στο σχολικό συμβούλιο, ωσάν να μην την αφορά το σχολείο. Φίμωση του συλλόγου διδασκόντων, κατάργηση στην ουσία της δημοκρατικής λειτουργίας του σχολείου, με υπερεξουσίες στον διευθυντή που θα επιλεγεί με ελεγχόμενο τρόπο από το κυβερνών κόμμα.

Όλα τα παραπάνω έρχονται να αθροίσουν σε ένα κοινωνικό πλαίσιο ήδη εξόχως προβληματικό. Τα εργασιακά, τα οικονομικά, τα εκπαιδευτικά, τα πολιτισμικά πράγματα πάνε από το κακό στο χειρότερο για την κοινωνία των πολιτών, για την κοινωνική πρόνοια, για τους νέους, για την οικογένεια, για τα δικαιώματα. Σε μια κοινωνία με μισθούς πείνας, με εργασιακές σχέσεις λάστιχο και ανεργία να θερίζει, ήρθε η κυβέρνηση προ ημερών να δώσει και τη χαριστική βολή στη νέα γενιά με το ασφαλιστικό και τις επικουρικές συντάξεις του τζόγου. Το νομοσχέδιο αυτό, όπως το παρακολουθήσαμε όλοι και όταν σχεδιαζόταν και στη συζήτησή του στη Βουλή συνιστά ένα έγκλημα εναντίον της κοινωνίας. Το δημόσιο, και οι συνταξιούχοι χάνουν για να ωφεληθούν πέντε ιδιώτες που θα αναλάβουν τη διαχείριση των επικουρικών, να τζογάρουν δηλαδή με το αζημίωτο και με το ακαταδίωκτο όταν οι «επενδύσεις» χαθούν. Ταυτόχρονα ξετυλίγεται ήδη και θα χειροτερέψει ένα τσουνάμι αυξήσεων, που θα δώσει άλλο ένα πλήγμα στα νοικοκυριά και θα μας εισάγει σε ένα δύσκολο Χειμώνα.

Στόχος μας σε όλη αυτή τη δυστοπία είναι να εξηγήσουμε στην κοινωνία ότι οι επιλογές της κυβέρνησης δεν είναι μονόδρομος και ότι τα αντιλαϊκά της μέτρα συνιστούν πολιτική της βούληση και όχι λύση ανάγκης. Θα φανεί και στη ΔΕΘ, όπου ο διαρκώς ανέμελος πρωθυπουργός θα πάει να δώσει ασπιρίνες και χαμόγελα σε μια κοινωνία που χρειάζεται στήριξη και τομές. Στο ΣΥΡΙΖΑ είμαστε ο αντίποδας των πολιτικών τους, των επιλογών τους και του ήθους τους. Έτσι, η υπεράσπιση της αλήθειας έναντι της κυβερνητικής μιντιακής υπεροπλίας είναι και καθήκον και υποχρέωση. Και είναι παρήγορο και ενθαρρυντικό το γεγονός ότι ο κόσμος έχει αρχίσει να συνειδητοποιεί για τα καλά πως, πίσω από την κουρτίνα που έχει στηθεί από ορισμένα ΜΜΕ που ορκίζονται στη γνωστή λίστα και κάνουν λυσσαλέο φιλοκυβερνητικό αγώνα, ο βασιλιάς είναι γυμνός.

-Ad-