Σε ηλικία 102 ετών έφυγε από τη ζωή ο Αντώνης Αλεξανδρής.
Ο τελευταίος των ανθρώπων που σφράγισε τη ζωή τους ο B’ παγκόσμιος πόλεμος. Ο «κρατούμενος 8425» στο στρατόπεδο Stein Krems και Bernau που μέχρι και πριν την πανδημία του κορονοϊού άνοιγε πρώτος και μόνος τις παρελάσεις στην προκυμαία της Μυτιλήνης, φορτωμένος το λάβαρο του Συνδέσμου των θυμάτων και αναπήρων πολέμου του νησιού.
Γεννήθηκε το 1922 στο Σκουτάρο της Βόρειας Λέσβου. Κρατούμενος στην Κατοχή στο στρατόπεδο Παύλου Μελά της Θεσσαλονίκης. Στη συνέχεια μεταφέρθηκε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης από τα οποία επέζησε. Ύστερα στον εμφύλιο. «Έτσι έπρεπε είπαν. Δεν ξέρω πια…» έλεγε για τις μέρες εκείνες. Γύρισε ανάπηρος.
Ο Αντώνης Αλεξανδρής, συμμετείχε ανελλιπώς σε κάθε παρέλαση. «Ήμασταν πολλοί κάποτε… Θύματα για τη σημαία και την πατρίδα. Τώρα απόμεινα μοναχός. Τελειώσαμε…» είχε πει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ.
Τα τελευταία χρόνια που παρήλαυνε μόνος πια, σαν έφτανε μπροστά στην εξέδρα των επισήμων ο δήμαρχος τον οδηγούσε πάνω, δίπλα στους επισήμους. Τελευταία φορά το 2019, από τον τότε δήμαρχο Μυτιλήνης Στρατή Κύτελη και τον περιφερειάρχη Βορείου Αιγαίου Κώστα Μουτζούρη. «Πώς τα κατάφερες κι έφτασες σε τέτοια ηλικία μετά από όσα τράβηξες;» είχε ερωτηθεί. «Ο χάρος είναι φίλος μου πια. Ξέρεις πόσες φορές συναντηθήκαμε και με ξεπέρασε; Αλλά πού ‘σαι…» συμπλήρωσε. «Πίνω και κανένα ούζο πότε πότε… Τι ένα δηλαδή… Τσιγάρο δεν έβαλα στο στόμα μου όλα μου τα χρόνια, αλλά ούζο έχω πιει και τρία-τέσσερα λιμάνια» είχε πει γελώντας.
Κι απόσωσε: «Του χρόνου άμα έχω φύγει να πάρετε δυο νέοι το λάβαρο και να το περάσετε στην προκυμαία. Να ησυχάσουν οι ψυχές όλων. Άντε γεια τώρα. Και να αντέχετε. Όλα τα μπορούμε…».