Πολλά ψευδώς αρνητικά rapid test – Πότε πρέπει να κάνουμε PCR

«Η γρίπη είναι μια διαφορετική περίπτωση από τον κορονοϊό, δεν πρέπει να την ταυτίζουμε με την πανδημία, ωστόσο θα βοηθήσει πολύ και στις δύο περιπτώσεις να κάνουμε και το εμβόλιο της γρίπης. Είναι πολύ σημαντικό, διότι, ο κίνδυνος της συννοσηρότητας γρίπης και κορονοϊού, αυξάνει πολύ τον κίνδυνο να ασθενήσει κανείς βαριά.

Έχουμε πάνω από 21.000 θανάτους στην χώρα μας και φοβάμαι ότι αυτοί οι αριθμοί θα συνεχίσουν να αυξάνονται. Χρειάζεται όλοι οι άνω των 50 ετών να εμβολιαστούν και με το εμβόλιο της γρίπης» τόνισε μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα 91,6 και 105,8 και την εκπομπή «Καθρέφτης» με τον Χρήστο Μιχαηλίδη, ο καθηγητής Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Γιάννης Τούντας.

Υπέρ του υποχρεωτικού εμβολιασμού παραμένει ο κ. Τούντας, σημειώνοντας ότι έπρεπε να είχε ξεκινήσει νωρίτερα στις κατηγορίες που επιβλήθηκε το καλοκαίρι, ενώ θα έπρεπε να έχει επεκταθεί, είπε και σε άλλες, στους άνω των 50 ετών και σε εργαζόμενους που έρχονται σε καθημερινή επαφή με πολλά άτομα σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα. «Νομίζω ότι αυτό είναι ένα μέτρο που θα πρέπει να το ξαναδούμε, γιατί δεν νομίζω αν είναι το πιο ρεαλιστικό σενάριο αυτή η αισιοδοξία που υπάρχει πως στις επόμενες λίγες ημέρες θα δούμε την κορύφωση και μετά την αποκλιμάκωση».

Το αρνητικό ράπιντ τεστ δεν δίνει διαβατήριο ελευθερίας

Το σελφ τεστ και το ράπιντ είναι ακριβώς το ίδιο τεστ, υπογράμμισε ο κ. Τούντας. «Η διαφορά είναι ότι το σελφ τεστ το κάνουμε μόνοι μας, ενώ το ράπιντ μας το κάνει ένας εξειδικευμένος επαγγελματίας υγείας, οπότε το κάνει πιο σωστά, η μπαγκέτα μπαίνει πιο βαθιά στην μύτη, έτσι παίρνουμε καλύτερα το δείγμα που χρειάζεται για να γίνει η εξέταση, ενώ όταν το κάνουμε μόνοι μας είμαστε περισσότερο διστακτικοί και δεν το κάνουμε πολλές φορές σωστά. Αυτό που καθιστά αυτά τα τεστ χρήσιμα, είναι όταν βγαίνουν θετικά, όπου καταλαβαίνουμε αμέσως ότι υπάρχει μόλυνση. Όταν βγαίνει αρνητικό δεν πρέπει να εφησυχάζουμε. Δεν πρέπει να θεωρούμε ότι μας δίνει διαβατήριο ελευθερίας γιατί βγαίνουν πάρα πολλά ψευδώς αρνητικά, γι’ αυτό πρέπει όταν έχουμε συμπτώματα να πηγαίνουμε για μοριακό τεστ».

Ο κ. Τούντας αναφέρθηκε στην επίδραση της πανδημίας στην ψυχοκοινωνική υγεία του πληθυσμού, επισημαίνοντας ότι το πιο στρεσογόνο γεγονός στην ζωή ενός ανθρώπου είναι ο κίνδυνος για την υγεία και την απώλεια της ζωής. «Όταν όλοι σχεδόν διατρέχουμε αυτόν τον κίνδυνο, οι ανεμβολίαστοι περισσότερο, είμαστε εκτεθειμένοι σε μια πάρα πολύ μεγάλη ψυχική πίεση, η οποία μάλιστα όταν διαρκεί δύο χρόνια, έχει τραυματίσει σε πολύ μεγάλο βαθμό την ψυχική υγεία όλου σχεδόν του πληθυσμού».

Επιπλέον, υπογράμμισε ότι δεν θα έπρεπε να επιτρέπεται στα ΜΜΕ να προβάλλονται απόψεις ή θέσεις αντιεμβολιαστών, καθώς είναι επικίνδυνες για την δημόσια υγεία. «Θα έπρεπε να υπάρχει φραγμός, γιατί αυτές μας κόστισαν μέχρι τώρα σε μεγάλο βαθμό τα χαμηλά ποσοστά που είχαμε στον εμβολιασμό του πληθυσμού. Είμαστε στο 67% πλήρως εμβολιασμένοι του γενικού πληθυσμού όταν θα έπρεπε να είχαμε ξεπεράσει το 80%».

«Υπάρχει επίσης και ένα κρίσιμο θέμα, ότι ενώ μιλάγαμε για πλήρη εμβολιασμό με τις 2 δόσεις ή με την μία του μονοδοσικού εμβολίου, τώρα με την Όμικρον κανονικά θα πρέπει να θεωρούμε πλήρως εμβολιασμένο αυτόν που έχει κάνει και τις 3 δόσεις», τόνισε τέλος ο κ. Τούντας. «Η αναμνηστική δόση είναι αυτή που παρέχει αυτή την στιγμή την υψηλότερη δυνατή προστασία έναντι της Όμικρον».