Με αφορμή τη συζήτηση προ ημερών για το σ/ν της κύρωσης δωρεάς του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος προς το ελληνικό δημόσιο, βγήκαν στην επιφάνεια οι προθέσεις της νέας ηγεσίας του Υπουργείου Υγείας, αναφορικά με το ΕΣΥ. Η πρώτη και πανθομολογούμενη διαπίστωση, που εξάλλου φάνηκε και στον πλήρη ανασχηματισμό της ηγεσίας του Υπουργείου Υγείας από τον κ Μητσοτάκη είναι η αποτυχία του Υπουργείου στο έργο του συνολικά καθώς, τα αποτελέσματα είναι απογοητευτικά: στην αντιμετώπιση της πανδημίας με 15.000 νεκρούς συμπολίτες μας, στην εμβολιαστική εκστρατεία με μόλις το 56% του πληθυσμού να είναι πλήρως εμβολιασμένο σε αντίθεση με την Πορτογαλία πχ που με μια καμπάνια πειθούς έχει ξεπεράσει το 80%, αλλά και στην αντιμετώπιση της δημόσιας υγείας συνολικά -και όχι μόνο στην διαχείριση της «μίας νόσου»- για πάνω από δύο χρόνια τώρα.
Η αναποτελεσματικότητα του κυβερνητικού εγχειρήματος στην υγεία οφείλεται σε πολύ μεγάλο βαθμό στο γεγονός ότι η κυβέρνηση ουδέποτε θέλησε να ενισχύσει ουσιαστικά το ΕΣΥ -παρά το ότι με αυτή την επίσημη δικαιολογία έγινε η πρώτη μεγάλη καραντίνα. Η λογική του επείγοντος, των έκτακτων, αδιαφανών χρηματοδοτήσεων και των απευθείας αναθέσεων αποτέλεσε τον κανόνα αυτά τα δύο χρόνια στις κυβερνητικές επεμβάσεις στο ΕΣΥ και σε όσες πρωτοβουλίες έχουν να κάνουν με τη διαχείριση του κόβιντ. Ως εκ τούτου, αν και ξοδεύτηκαν χρήματα, το ΕΣΥ δεν αποκόμισε αυτά που έπρεπε σε υποδομές, οργάνωση, επαρκές και μόνιμο προσωπικό. Επιπλέον, τα δημόσια νοσοκομεία κατέληξαν να γίνουν νοσοκομεία της «μίας νόσου» ενώ τα υπόλοιπα θέματα υγείας που είχαν και έχουν οι πολίτες είτε δεν εξυπηρετούνται είτε προωθούνται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στον ιδιωτικό τομέα, πάντα με το αζημίωτο. Και μετά από όλα αυτά και την αλλαγή στο Υπουργείο προκύπτει το εύλογο ερώτημα: υπάρχει πρόθεση για αλλαγή πλεύσης της κυβέρνησης, μια και οι έως τώρα επιλογές ήταν πέραν πάσης αμφιβολίας αποτυχημένες;
Δυστυχώς η απάντηση είναι όχι. Η πρώτη κίνηση του νέου Υπουργού και ενώ μπροστά του υπάρχουν ένα σωρό άλυτα θέματα ήταν η τροποποίηση του 4667/2020 και το άνοιγμα -ξανά- της συζήτησης για την είσοδο ιδιωτών στο ΕΣΥ, καθώς η «στοχοπροσήλωση» στις ΣΔΙΤ δεν είναι μυστικό. Την περασμένη εβδομάδα ο νέος Υπουργός έφερε ένα νομοσχέδιο που αλλάζει το χαρακτήρα μιας ολόκληρης δωρεάς και κατά την προσφιλή τακτική της κυβέρνησης το κατέθεσε μεσάνυχτα Παρασκευής για να συζητηθεί στις Επιτροπές Δευτέρα, προκειμένου να αποφευχθούν αντιδράσεις. Η δε νομοθετική πρωτοβουλία εξαντλήθηκε στο να αλλάξει ο χαρακτήρας μιας δωρεάς που έγινε προς όφελος του δημοσίου, -επί ΣΥΡΙΖΑ- και να τροποποιηθεί έτσι ώστε να αποδώσει οφέλη τελικά σε ιδιώτες. Και να ξεκαθαρίσουμε κάτι. Ο ΣΥΡΙΖΑ Π-Σ δεν είναι εναντίον της ιδιωτικής πρωτοβουλίας αλλά όχι όταν αυτή λειτουργεί εις βάρος του δημοσίου και όχι χωρίς διαφάνεια και εξορθολογισμό αναγκών και δαπανών.
Σε κάθε περίπτωση αυτό που μπορούμε να πούμε και για την υγεία, όπως και για την παιδεία και για την εργασία, την ασφάλιση κτλ, είναι ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει σχέδιο, είναι συγκεκριμένο και το υλοποιεί ακάθεκτη και μέχρι κεραίας. Μόνο που αυτό το σχέδιο είναι ακραία νεοφιλελεύθερο, δεν φροντίζει τον πολύ κόσμο αλλά λίγους και «εκλεκτούς» και είναι και σε αντίθεση με την στροφή που δοκιμάζει -έστω και δειλά- η Ευρώπη από τις συνταγές της εμμονικής λιτότητας του «δόγματος Σόιμπλε». Ενώ το ΕΣΥ και ο δημόσιος και δωρεάν χαρακτήρας του εκτιμήθηκε εκ νέου αυτό το διάστημα στην κρίση του Κόβιντ καθώς κρίθηκε αναγκαία η εφαρμογή κεϊνσιανών πολιτικών τόσο στην Ευρώπη όσο και στις Η.Π.Α, η Κυβέρνηση Μητσοτάκη επιμένει σε ξεπερασμένα και αποτυχημένα μοντέλα νεοφιλελεύθερης οικονομικής πολιτικής και νεοσυντηρητισμού στους κοινωνικούς θεσμούς.
Γι’ αυτό και στον ΣΥΡΙΖΑ Π-Σ αυτό που πρέπει να καταστήσουμε σαφές, κυρίως στον κόσμο που απείχε από τις τελευταίες εκλογές αλλά και στην μεσαία τάξη που εξαπατήθηκε από τον δήθεν κεντρώο, φιλοευρωπαϊστή και μεταρρυθμιστή Μητσοτάκη είναι το ότι δεν είμαστε όλοι ίδιοι. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη παρουσίασε προεκλογικά πριν δύο χρόνια ένα δήθεν φιλελεύθερο, δήθεν κεντρώο ιδεολογικά πρόσωπο και έχει καταλήξει να έχει σε τρία μείζονος σημασίας υπουργεία (Εσωτερικών, Ανάπτυξης, Υγείας) επικεφαλής ακροδεξιάς προέλευσης.
Γι’ αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ ως βασική πολιτική δύναμη του προοδευτικού χώρου τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ε.Ε οφείλουμε να πείσουμε την κοινωνική πλειοψηφία ότι είμαστε οι μόνοι που μπορούμε να δώσουμε λύσεις στα πραγματικά τους προβλήματα. Ότι μπορούμε με σοβαρότητα και ομοψυχία να δημιουργήσουμε την ελπίδα για μια νέα αρχή σε μια κοινωνία χωρίς νέες ανισότητες, χωρίς κοινωνικούς αποκλεισμούς, χωρίς αυταρχισμό με κοινωνική δικαιοσύνη, με δημοκρατική ελευθερία και πρωτίστως ανθρώπινη αξιοπρέπεια.