Με αφορμή του γεγονός ότι σε λίγες ημέρες συμπληρώνονται 30 χρόνια από την δολοφονία του Παύλου Μπακογιάννη, η Αττικό Μετρό Α.Ε .αποφάσισε να αποτίσει φόρο τιμής, μέσω της απόδοσης του ονόματος του εκλιπόντος στο σταθμό «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ» ενώ συμπληρώνει και επικαιροποιεί την προηγούμενη επιλογή της να αποδώσει το όνομα του ήρωα του αντιδικτατορικού αγώνα Αλέκου Παναγούλη στο σταθμό «ΑΓΙΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ».
Παύλος Μπακογιάννης: 5 πράγματα που πρέπει να ξέρεις για τον πολιτικό της εθνικής συμφιλίωσης
Την Τρίτη 26 Σεπτεμβρίου 1989, στις 7.58 το πρωί, τρεις ένοπλοι πυροβόλησαν με δύο 45άρια πιστόλια και τραυμάτισαν θανάσιμα τον Παύλο Μπακογιάννη, βουλευτή Ευρυτανίας της ΝΔ και γαμπρό του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, στην είσοδο του γραφείου του στην οδό Ομήρου στο Κολωνάκι.
Ο βουλευτής μεταφέρθηκε στον “Ευαγγελισμό”, όπου εξέπνευσε μία ώρα αργότερα.
Η δολοφονία του Παύλου Μπακογιάννη συγκλόνισε την πολιτική επικαιρότητα εκείνων των ημερών, η οποία μονοπωλούνταν από έναρξη της διαδικασίας για την παραπομπή των πολιτικών του σκανδάλου Κοσκωτά.
1. Η δράση στη Γερμανία και η δημοσιογραφία
Ο Παύλος Μπακογιάννης γεννήθηκε στις 10 Φεβρουαρίου στα Βελωτά της Ευρυτανίας. Πατέρας του ήταν ο ιερέας του χωριού Κώστας Μπακογιάννης. Λόγω του εμφυλίου πολέμου, φοίτησε στα γυμνάσια Αγρινίου, Θέρμου, Καρπενησίου και Πάτρας.
Μετά την αποφοίτησή του από το Γυμνάσιο σπούδασε πολιτικές και οικονομικές επιστήμες στην Πάντειο, ενώ παράλληλα υπηρετούσε τη στρατιωτική του θητεία στο Λιμενικό Σώμα. Στη συνέχεια πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στη Δυτική Γερμανία και ανακηρύχθηκε διδάκτορας Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Κωνσταντίας.
Δίδαξε στη Σχολή Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου και στη Σχολή Δημοσιογραφίας τού Μονάχου και διηύθυνε για δέκα χρόνια το ελληνόφωνο πρόγραμμα της Ραδιοφωνίας της Βαυαρίας, που αναμεταδιδόταν στην Ελλάδα μέσω της “Ντόιτσε Βέλε”. Λόγω της αντιδικτατορικής του δράσης την περίοδο της δικτατορίας, στερήθηκε της ελληνικής υπηκοότητας και του παραχωρήθηκε πολιτικό άσυλο στη Δυτική Γερμανία. Σύμφωνα με μαρτυρία της συζύγου του Ντόρας Μπακογιάννη, το 1970 τοποθετήθηκε βόμβα στο σπίτι του στο Μόναχο και όπως του είχε πει η γερμανική αστυνομία υπεύθυνες ήταν οι ελληνικές μυστικές υπηρεσίες της εποχής.
Στην περίοδο της κυβέρνησης εθνικής ενότητας του Κωνσταντίνου Καραμανλή διετέλεσε αναπληρωτής γενικός διευθυντής του ΕΙΡΤ (νυν ΕΡΤ). Τον Δεκέμβριο του 1974 νυμφεύτηκε την Ντόρα Μητσοτάκη, κόρη του πολιτικού Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Το ζευγάρι απέκτησε δύο παιδιά, την Αλεξία (γ. 1976) και τον Κώστα (γ. 1978).
Στη συνέχεια εργάστηκε ως πολιτικός σχολιαστής στην εφημερίδα “Το Βήμα” και συνεργάστηκε με ραδιοφωνικά τηλεοπτικά ιδρύματα και έντυπα του εξωτερικού. Το 1982 ανέλαβε την ευθύνη για την έκδοση τού εβδομαδιαίου περιοδικού “Ένα”, ιδιοκτησίας του τραπεζίτη Γιώργου Κοσκωτά. Παρέμεινε στο περιοδικό ως εκδότης – διευθυντής έως την απόλυσή του τον Φεβρουάριο του 1985, όταν ο μετέπειτα μεγαλοαπατεώνας άρχισε να φλερτάρει με το ΠΑΣΟΚ.
2. Η δολοφονία
Ο Παύλος Μπακογιάννης δολοφονήθηκε στις 26η Σεπτεμβρίου 1989, την ημέρα που η Βουλή επρόκειτο να αποφασίσει αν θα παρέπεμπε τον Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο για το σκάνδαλο Κοσκωτά, στο πλαίσιο της λεγόμενης “Κάθαρσης” ή “Βρώμικου 89” κατ’ άλλους. Στις 7:58 το πρωί, πυροβολήθηκε από μία ομάδα τριών ενόπλων στην είσοδο του γραφείου του στην οδό Ομήρου στο Κολωνάκι. Διακομίστηκε βαρύτατα τραυματισμένος στο νοσοκομείο “Ευαγγελισμός”, όπου εξέπνευσε μία ώρα αργότερα. Σύμφωνα με μαρτυρία της συζύγου του στη δίκη της 17Ν, ο Παύλος Μπακογιάννης είχε περάσει το προηγούμενο βράδυ της δολοφονίας του στα γραφεία του Συνασπισμού κι έτσι το επίμαχο πρωινό είπε στον φρουρό του να μην τον συνοδεύσει ως το γραφείο του στο Κολωνάκι.
Οι δολοφόνοι τον περίμεναν στην είσοδο. Τον πυροβόλησαν τέσσερις φορές και σύμφωνα με την αστυνομία, ένας από αυτούς του έριξε και τη χαριστική βολή. Σύμφωνα με αυτόπτη μάρτυρα, που κατέθεσε στη δίκη της 17 Νοέμβρη, στο σημείο της επίθεσης είδε τον Σάββα Ξηρό και τον Ηρακλή Κωστάρη. Ο άνθρωπος που έδωσε τη χαριστική βολή με το 45αρι φέρεται να είναι ο Δημήτρης Κουφοντίνας.
3. Οι φυσικοί αυτουργοί
Ο Δημήτρης Κουφοντίνας γεννήθηκε στην Τερπνή Σερρών. Στην εφηβεία του εντάχθηκε στη νεολαία ΠΑΣΟΚ, αλλά τον διέγραψαν καθώς ήταν υπέρ της ένοπλης πάλης. Στις αρχές της δεκαετίας του 80′ εντάχθηκε στη 17Ν, έπαιρνε μέρος στα πιο σημαντικά χτυπήματα της οργάνωσης, στρατολογούσε νέα μέλη και ήταν και ο ταμίας της.
Παραδόθηκε στην αστυνομία στις 5 Σεπτεμβρίου 2002 και ενώ είχε αρχίσει μετά το ατύχημα του Σ. Ξηρού, να εξαρθρώνεται η οργάνωση. Ανέλαβε πλήρως την πολιτική ευθύνη για τη δράση της 17Ν και κατηγορήθηκε για σειρά δολοφονιών, μεταξύ των οποίων του Ν. Μομφεράτου, του Αλ. Αθανασιάδη-Μποδοσάκη, του Παύλου Μπακογιάννη, του Κώστα Περατικου. Συνολικά κατηγορήθηκε για 200 αδικήματα και καταδικάστηκε πρωτόδικα σε 13 φορές ισόβια και και 25 χρόνια κάθειρξη, ποινή που στο Εφετείο μετατράπηκε σε 11 φορές ισόβια και 25 χρόνια κάθειρξη.
Ο Σ. Ξηρός γιος ιερέα, εργαζόταν ως αγιογράφος και εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα στις αρχές της δεκαετίας του 90′. Εντάχθηκε στον αντιεξουσιαστικό χώρο, ενώ φέρεται να τον στρατολόγησε στη 17 Νοέμβρη ο Δημήτρης Κουφοντίνας. Ο Σάββας Ξηρός, είναι ο άνθρωπος από τον οποίο ξεκίνησε ουσιαστικά η εξάρθρωση της 17Ν καθώς στα χέρια του έσκασε ο αυτοσχέδιος εκρηκτικός μηχανισμός στις 29 Ιουνίου 2002. Ο ίδιος τραυματίστηκε σοβαρά και μέχρι σήμερα αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα όρασης. Ακολούθησαν επιχειρήσεις της αστυνομίας σε γιάφκες της οργάνωσης, καθώς πάνω του βρέθηκαν κλειδιά και άλλα στοιχεία. Καταδικάστηκε σε 5 φορές ισόβια και 25 χρόνια κάθειρξη για συμμετοχή σε 5 δολοφονίες, ληστείες και εκρήξεις στα πλαίσια της δράσης του ως μέλος της 17Ν.
Ο Ηρακλής Κωστάρης γεννήθηκε στην Πρέβεζα και μετακόμισε για επαγγελματικούς λόγους στην Αθήνα. Συνελήφθη το 2002 στην Πρέβεζα, όπου έκανε διακοπές με την οικογένειά του. Κατηγορήθηκε ότι συμμετείχε στις δολοφονίες.
Κατηγορείται ότι συμμετείχε στις δολοφονίες του Παύλου Μπακογιάννη, του Αμερικανού λοχία Ρίτσαρντ Στιούαρτ και του επιχειρηματία Κωστή Περατικού. Καταδικάστηκε σε μία φορά ισόβια και 23 χρόνια κάθειρξη.
4. Η εθνική συμφιλίωση
Από το Νοέμβριο του 1985 μέχρι το Σεπτέμβριο του 1989 διετέλεσε πολιτικός σύμβουλος του Προέδρου της Νέας Δημοκρατίας Κώστα Μητσοτάκη. Τον Ιούνιο του 1989 εκλέχθηκε βουλευτής της μονοεδρικής περιφέρειας Ευρυτανίας. Ακολούθησε η Κυβέρνηση Τζαννετάκη, στο σχηματισμό της οποίας έλαβε ενεργό ρόλο, ως διαπραγματευτής μεταξύ του κόμματός του και του Συνασπισμού.
Ως πολιτικός θεωρούνταν ήπιος και συναινετικός. Θεωρούσε επιβεβλημένη την υπέρβαση των διαχωριστικών γραμμών, την επούλωση των πληγών του Εμφυλίου και του Διχασμού και την Εθνική Συμφιλίωση.
Στα πλαίσια αυτής του της πεποίθησης εργάστηκε για την επιτυχία του εγχειρήματος συγκυβέρνησης Αριστεράς και Δεξιάς. Για τους ίδιους λόγους ήταν εισηγητής, εκ μέρους της Ν.Δ., του νομοσχεδίου για την απάλειψη των συνεπειών του εμφυλίου πολέμου που υπερψηφίστηκε και έγινε Νόμος το καλοκαίρι του 1989.
“Το καλοκαίρι του ’89 ο Παύλος Μπακογιάννης έπαιξε καταλυτικό ρόλο στις διαπραγματεύσεις ΝΔ- ΣΥΝασπισμού για τον σχηματισμό της κυβέρνησης Τζανετάκη. Όποια άποψη κι αν έχει κανείς για το “βρώμικο ’89″, η εθνική συνενόηση ήταν απολύτως μέσα στο πνεύμα του Μπακογιάννη, που μερικές εβδομάδες πριν την δολοφονία του εισηγήθηκε ως βουλευτής της ΝΔ το νομοσχέδιο για την απάλειψη των συνεπειών του εμφυλίου πολέμου. Γιατί η 17 Νοέμβρη επέλεξε να δολοφονήσει αυτόν τον άνθρωπο στις 26 Σεπτεμβρίου του 1989, την ημέρα που η Βουλή επρόκειτο να αποφασίσει αν θα παρέπεμπε τον Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο για το σκάνδαλο Κοσκωτά;”, έγραφε ο Στέλιος Κούλογλου δέκα χρόνια μετά τη δολοφονία του Μπακογιάννη.
Η 17 Νοέμβρη χρησιμοποίησε ως αιτιολογία το παρακάτω: “Αποφασίσαμε λοιπόν να εκτελέσουμε τον απατεώνα και ληστή του λαού Μπακογιάννη. Ο κύριος αυτός είναι υπεύθυνος όχι μόνο γιατί έκλεψε τα πρώτα 60 εκατομμύρια του ιδρυτικού κεφαλαίου της Γραμμής αλλά και για τις εκατοντάδες εκατομμύρια που είτε έκλεψε μαζί με τον συνεργάτη του Κοσκωτά για την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου Γραμμής, αλλά και για την αγορά μέσω της Γραμμής της Τράπεζας Κρήτης” (απόσπασμα από τη 12σέλιδη προκήρυξη που εστάλη στην “Ελευθεροτυπία” στις 9 Οκτωβρίου 1989).
5. Η ιστορική ομιλία του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη
Ο τότε Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Μητσοτάκης με ομιλία του στη βουλή, εμφανώς συγκινημένος έκανε λόγο για «πολιτική δολοφονία» και ευχήθηκε να είναι η τελευταία.
“Είναι μία πολιτική δολοφονία που προστίθεται σε μια μακρά αλυσίδα δολοφονιών που προηγήθηκαν. Αποτελεί σκληρό πλήγμα για τη Νέα Δημοκρατία.
Κι αποτελεί δεινή δοκιμασία για μένα και την οικογένειά μου. Πρέπει όμως αυτή την ώρα της μεγάλης δοκιμασίας να σταθούμε όλοι μας όρθιοι. Να προστατέψουμε τη Δημοκρατία και τους Θεσμούς της.
Σε ό,τι με αφορά, εγώ μια ευχή έχω να εκφράσω. Να είναι το αίμα του Παύλου Μπακογιάννη το τελευταίο αίμα που χύνεται άδικα σε αυτό τον τόπο”.
Αλέκος Παναγούλης: O περίεργος θάνατος του ήρωα της Αντίστασης
1η Μαΐου του 1976. Ήταν μια ηλιόλουστη, σχεδόν καλοκαιρινή μέρα και σε όλη την Ελλάδα είχαν αρχίσει οι προετοιμασίες για τα παραδοσιακά γλέντια. Ξαφνικά το ραδιόφωνο της ΕΡΤ (τότε δεν υπήρχαν τηλεοπτικά κανάλια και η τηλεόραση της ΕΡΤ ξεκινούσε το πρόγραμμά της το απόγευμα) διέκοψε τα τραγούδια και μετέδωσε την τραγική είδηση: Το θάνατο του Αλέκου Παναγούλη. Το αυτοκίνητό του, ένα Fiat Mirafiori, που έτρεχε με μεγάλη ταχύτητα στη Λεωφόρο Βουλιαγμένης κατευθυνόμενο προς τη Γλυφάδα, ξέφυγε από την πορεία του…
Ξαφνικά συννέφιασε. Όχι στον ουρανό, στα πρόσωπα σχεδόν όλων των Ελλήνων, που έχασαν τον άνθρωπό τους, τον ήρωά τους. Έναν άνθρωπο που κρατούσε ψηλά τη συνείδηση των Ελλήνων, που δεν θα συμβιβαζόταν, θα συνέχιζε να δίνει μάχες για το εθνικό και το δημόσιο καλό. Αμέσως οι φήμες ότι πρόκειται για δολοφονία εξαπλώθηκαν σε όλη τη χώρα. Την επομένη, οι εφημερίδες κυκλοφόρησαν με πρώτο θέμα την πιθανή δολοφονία Παναγούλη.
Το κλίμα, έτσι κι αλλιώς, φορτισμένο, έντονα πολιτικοποιημένο, δεν μπορούσε να μην επηρεαστεί από τον ξαφνικό και αναπάντεχο χαμό του.
Ο Παναγούλης είχε αποκαλύψει αρχεία της ΕΣΑ, που θα προκαλούσαν τεράστια προβλήματα στο πολιτικό κατεστημένο και τον είχαν φέρει σε ευθεία σύγκρουση με τον Αβέρωφ. Επίσης, είναι χαρακτηριστικό ότι ο Παναγούλης ήταν έτοιμος να παραιτηθεί από την Ένωση Κέντρου – Νέες Δυνάμεις, με την οποία είχε εκλεγεί βουλευτής στις πρώτες εκλογές του 1974, λόγω της ύπαρξης πολιτικού και επίσης βουλευτή του ιδίου κόμματος, ο οποίος είχε συνεργαστεί με τους χουντικούς…
Το περίεργο τροχαίο
Ο εισαγγελέας Δημήτρης Τσεβάς, που είχε αναλάβει την υπόθεση, δήλωσε: «Ερευνάται η υπόθεσις προς πάσα κατεύθυνσιν και αφήνει μεγάλα λογικά περιθώρια στην πιθανότητα της εγκληματικής ενέργειας. Είναι περίεργο τροχαίο ατύχημα. Τόσο περίεργο, ώστε να μην μπορεί κανείς να υποστηρίξει λογικώς ότι είναι ατύχημα».
Σημειώνεται ότι εκείνες τις μέρες όλοι αναζητούν τα τρία άγνωστα αυτοκίνητα που εικάζεται ότι έβγαλαν από την πορεία το αυτοκίνητο του Παναγούλη. Υπήρξαν πολλά ερωτήματα και σημαντικές καταγγελίες από ερευνητές κι από την οικογένειά του, που δεν απαντήθηκαν ποτέ. Τελικώς σημαντικές πληροφορίες έμειναν στο σκοτάδι και οι φήμες δεν επιβεβαιώθηκαν ποτέ.
Η κηδεία του Αλέκου Παναγούλη γίνεται στις 5 Μαΐου και μεταβάλλεται σε πάνδημο δημοκρατικό συλλαλητήριο, ενώ το βασικό σύνθημα, «Ζει», που αντηχεί στην Αθήνα θα γραφτεί και στους περισσότερους δρόμους της πόλης
Ο Αλέξανδρος Παναγούλης γεννήθηκε στην Γλυφάδα. Δευτερότοκος γιος της Αθηνάς Κακαβούλη (1908-1991) και του Βασιλείου Παναγούλη, αξιωματικού του στρατού ξηράς. Αδερφός του Γεωργίου Παναγούλη, θύματος του καθεστώτος των Συνταγματαρχών, και του Ευσταθίου Παναγούλη, μετέπειτα πολιτικού άνδρα.
Η ζωή του
Από την πλευρά του πατέρα του κατάγεται από την Δίβρη (Λαμπεία) Ηλείας και από την πλευρά της μητέρας του από το Σύβρο Λευκάδας. Εξαιτίας της κατοχής από τις δυνάμεις του Άξονα, ο Α. Παναγούλης πέρασε μέρος της παιδικής του ηλικίας στη Λευκάδα. Σπούδασε στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο στην Σχολή Μηχανολόγων-Ηλεκτρολόγων.
Πολιτική
Πνεύμα ελεύθερο και δημοκρατικό, ο Αλέξανδρος Παναγούλης εντάχθηκε από νεαρή ηλικία στις κεντρώες πολιτικές δυνάμεις του τόπου: στην Ένωση Κέντρου (Ε.Κ.) του Γεωργίου Παπανδρέου. Συγκεκριμένα ο Α. Παναγούλης εντάχθηκε στην οργάνωση της νεολαίας του κόμματος – Οργάνωση Νέων της Ένωσης Κέντρου (Ο.Ν.Ε.Κ.) που μετονομάζεται στη συνέχεια σε Ελληνική Δημοκρατική Νεολαία (Ε.ΔΗ.Ν.) – για να αναλάβει μετά την μεταπολίτευση την προεδρία της στις 3 Σεπτεμβρίου του 1974.
Αντιδικτατορική δράση
Ο Αλέξανδρος Παναγούλης συμμετείχε ενεργά στον αγώνα για την επαναφορά της δημοκρατίας και εναντίον του στρατιωτικού καθεστώτος του Γ. Παπαδόπουλου (1967-1973). Λιποτάκτησε από το στράτευμα και ίδρυσε την οργάνωση Εθνική Αντίσταση. Αυτοεξορίστηκε στην Κύπρο για να καταστρώσει σχέδιο δράσης. Εκεί έρχεται σε επαφή με τους πολιτικούς άνδρες του τόπου, όπως ο Πολύκαρπος Γιωρκάτζης, με σκοπό να τους ζητήσει να συνδράμουν στην αντίσταση. Επανέρχεται στην Ελλάδα και μαζί με στενούς του συνεργάτες σχεδιάζει την απόπειρα δολοφονίας του δικτάτορα Παπαδόπουλου την 13η Αυγούστου 1968 κοντά στη Βάρκιζα. Αποτυγχάνει και συλλαμβάνεται. Όπως σημειώνει η Οριάνα Φαλάτσι στην συνέντευξη της με τον Αλέξανδρο Παναγούλη μετά την απελευθέρωση του, η πράξη του ήταν μια πολιτική πράξη εναντίον της δικτατορίας. Η Φαλάτσι αναφέρει τον Α. Παναγούλη ως εξής: Δεν επιδίωξα να σκοτώσω έναν άνθρωπο. Δεν είμαι ικανός να σκοτώσω έναν άνθρωπο. Επιδίωξα να σκοτώσω έναν τύραννο.
Μετά από μερόνυχτα συνεχούς βασανισμού, οδηγείται ημιθανής στο νοσοκομείο και κατόπιν δικάζεται από το Στρατοδικείο στις 3 Νοεμβρίου 1962] και καταδικάζεται δις εις θάνατον, μαζί με άλλα μέλη της Εθνικής Αντίστασης, στις 17 Νοεμβρίου 196. Μεταφέρεται στην Αίγινα για την εκτέλεση η οποία όμως ματαιώθηκε χάρη στον Γ . Παπαδόπουλου, ο οποίος με προσωπική παρέμβαση στο δικαστήριο, ζήτησε την απονομή χάριτος στον καταδικασθέντα Παναγούλη. Στις 25 Νοεμβρίου 1968 ο Παναγούλης μεταφέρθηκε από την Αίγινα στις Στρατιωτικές Φυλακές του Μπογιατίου (Σ.Φ.Μ.), όπου και του επιβλήθηκε η “ποινή του εντοιχισμού” όπως λέει ο ίδιος. Από εκεί δραπετεύει στις 5 Ιουνίου 1969, συλλαμβάνεται όμως εκ νέου και οδηγείται προσωρινά στο στρατόπεδο στου Γουδή για να μεταφερθεί μετά από ένα μήνα και πάλι στις φυλακές Μπογιατίου. Εκεί τον περιμένει η απομόνωση σε κελί που το έφτιαξαν ειδικά για τον Παναγούλη και ήταν σαν αντίγραφο τάφου. Επιχειρεί να δραπετεύσει αρκετές φορές ανεπιτυχώς. Γράφει ποιήματα ως διέξοδο. Συνεχίζει να γράφει ακόμα και όταν του κατάσχουν κάθε γραφική ύλη χρησιμοποιώντας για μελάνι το αίμα του και για χαρτί τους τοίχους του κελιού-τάφου του.
Ο Α. Παναγούλης σύμφωνα με ορισμένους αρνείται την πρόταση απονομής χάριτος που του προσέφερε η χούντα.
Τον Αύγουστο του 1973 – μετά από τεσσεράμισι σχεδόν χρόνια φυλάκισης – απελευθερώθηκε βάση της γενικής αμνηστίας που απένειμε το καθεστώς των συνταγματαρχών στους πολιτικούς κρατούμενους, κατόπιν της αποτυχημένης προσπάθειας του Γ. Παπαδόπουλου να φιλελευθεροποιήσει το καθεστώς του. Αυτοεξορίζεται εκ νέου, αυτή τη φορά στην Φλωρεντία της Ιταλίας, για να επαναδραστηριοποιηθεί στην αντίσταση, ουσιαστικά όμως συνεχίζει την αντίσταση στην Ελλάδα ερχόμενος κρυφά όπου και οργανώνει ομάδες αντίστασης.
Στην μεταπολίτευση ο Αλέξανδρος Παναγούλης εκλέγεται βουλευτής της Β΄ Αθηνών με την Ένωση Κέντρου-Νέες Δυνάμεις (Ε.Κ.-Ν.Δ., σήμερα Ένωση Δημοκρατικού Κέντρου) στις εκλογές της 17ης Νοεμβρίου 1974.
Επιδιώκει την απομόνωση των πολιτικών που συνεργάστηκαν με το δικτατορικό καθεστώς της Χούντας και εξαπολύει σωρεία καταγγελιών. Λίγο μετά την εκλογή του έρχεται σε ρήξη με την ηγεσία του κόμματος του γιατί είχε συγκεντρώσει στοιχεία για τη συνεργασία του Δημήτρη Τσάτσου με το χουντικό καθεστώς, με συνέπεια να αρνηθεί να συνυπάρξει με τον “προδότη” στο ίδιο κόμμα και παραιτείται. Παρέμεινε όμως στη Βουλή των Ελλήνων ως ανεξάρτητος βουλευτής. Επιμένει στις καταγγελίες του και έρχεται σε ανοιχτή αντιπαράθεση με τον Υπουργό Εθνικής Αμύνης, Ευάγγελο Αβέρωφ και τον Δημήτρη Τσάτσο. Δέχθηκε πολιτικές πιέσεις αλλά και απειλές για τη ζωή του για να αποσύρει τις καταγγελίες του, όπως διαρρήξεις στο πολιτικό του γραφείο, μηνύματα που του άφηναν άγνωστοι κλπ.
Όπως αναφέραμε παραπάνω, σκοτώνεται την πρωτομαγιά του 1976 σε ηλικία 36 ετών κατόπιν τροχαίου ατυχήματος στην λεωφόρο Βουλιαγμένης (το αυτοκίνητό του πήγε και έπεσε σε υπόγειο κατάστημα επί της λεωφόρου κάθετα στην πορεία), λίγες μέρες πριν την αποκάλυψη των φακέλων σχετικά με τα όργανα ασφαλείας της Χούντας (Φάκελος ΕΣΑ). Η αποκάλυψη των φακέλων, που δεν έλαβε χώρα ποτέ, λέγεται ότι περιείχε αδιαμφισβήτητες αποδείξεις εις βάρος ορισμένων πολιτικών που συνεργάστηκαν με την χούντα.
Κατά πολλούς, το τροχαίο ατύχημα είχε στηθεί για να θέσει τον Αλέξανδρο Παναγούλη εκτός μάχης και να εξαφανίσει τις αποδείξεις που είχε υπό την κατοχή του. Δεν έχει παρουσιαστεί ωστόσο μέχρι σήμερα κανένα τεκμήριο για όλες αυτές τις εικασίες.
Ο Αλέξανδρος Παναγούλης βασανίζεται καθημερινά, με τα πιο ευφάνταστα, σκληρά και αποκρουστικής σύλληψης βασανιστήρια καθ΄ όλη την διάρκεια της κράτησης του. Η αυτοκυριαρχία του, η αυτοπειθαρχία του, το πείσμα στο να υπερασπιστεί αυτό που πιστεύει και το χιούμορ που διέθετε λειτουργούν σαν ασπίδες χάρη στις οποίες κατορθώνει να επιβιώσει τον σωματικό και ψυχικό βιασμό. Κατά πολλούς, στις φυλακές του Μπογιατίου γράφει τα καλύτερα του ποιήματα στον τοίχο του κελιού του ή σε μικροσκοπικά παλιόχαρτα, με μελάνι συχνά το ίδιο του το αίμα. Πολλά από τα ποιήματα του δεν διασώθηκαν.
Αρκετά όμως από αυτά είτε κατάφερε να τα βγάλει από την φυλακή με διάφορους τρόπους είτε να τα ξαναγράψει αργότερα χάρη στο ισχυρό μνημονικό του.
Το 1972, ενώ ήταν ακόμη στη φυλακή, εκδίδεται στο Παλέρμο η πρώτη ποιητική του συλλογή στα Ιταλικά Altri seguiranno: poesie e documenti dal carcere di Boyati (Άλλοι θα ακολουθήσουν: ποίηση και ντοκουμέντα από τις Φυλακές του Μπογιατίου) με εισαγωγικό σημείωμα από τον Ιταλό πολιτικό Φερούτσιο Πάρη και τον Ιταλό σκηνοθέτη και καλλιτέχνη Πιέρ Πάολο Παζολίνι. Για το έργο του αυτό ο Α. Παναγούλης βραβεύτηκε με το Διεθνές Βραβείο Λογοτεχνίας Βιαρέτζιο (Premio Viareggio Internazionnale) τη χρονιά που ακολούθησε. Μετά την απελευθέρωση του ο Α. Παναγούλης εξέδωσε στο Μιλάνο την δεύτερή του ποιητική συλλογή στα Ιταλικά Vi scrivo da un carcere in Grecia (Μέσα από Φυλακή σας γράφω στην Ελλάδα) με εισαγωγικό σημείωμα από τον Πιέρ Πάολο Παζολίνι. Είχε προηγηθεί η έκδοση στα ελληνικά τετραδίων όπως η συλλογή με τίτλο Η Μπογιά.