Μπορεί να μονοπωλεί την επικαιρότητα το μεταναστευτικό και οι παρενέργειές του, αλλά στη Νέα Δημοκρατία επιχειρούν να προετοιμαστούν και για τη διαχείριση άλλων ζητημάτων που έχουν έντονο κοινωνικό αντίκτυπο, όπως το ασφαλιστικό νομοσχέδιο που αποτελεί ένα κρίσιμο τεστ για την κυβέρνηση.
Προκειμένου να μην υπάρχουν δημόσιες διαφοροποιήσεις και θα σταλεί ένα ενιαίο μήνυμα, ο υπουργός Εργασίας Γιάννης Βρούτσης συναντήθηκε χθες επί αρκετή ώρα με πάνω από 80 γαλάζιους βουλευτές και τους ενημέρωσε τόσο για τη βασική φιλοσοφία του νομοσχεδίου, όσο και για τις πρόνοιες που περιλαμβάνει και θα έχουν θετική επίπτωση στην τσέπη των πολιτών αλλά και στα ασφαλιστικά ταμεία. Οι βουλευτές της κυβερνητικής πλειοψηφίας μετέφεραν στον υπουργό τα ερωτήματα που τους τίθενται από τους ψηφοφόρους.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο κ. Βρούτσης επέμεινε ιδιαίτερα στην αποσύνδεση των ασφαλιστικών εισφορών από το εισόδημα και στη στήριξη των μελλοντικών συνταξιούχων.
Κατά τις ίδιες πληροφορίες, ο υπουργός Εργασίας είπε ότι η ασφαλιστική μεταρρύθμιση έχει δομηθεί με τέτοιο τρόπο ώστε να ευνοεί τους μελλοντικούς συνταξιούχους, υπό την προϋπόθεση ότι θα έχουν συμπληρώσει 30 χρόνια ασφαλιστικού βίου. «Η δομή του συστήματος παραμένει ίδια, αλλά ενισχύονται σημαντικά οι συντελεστές της ανταποδοτικής σύνταξης με στόχο να οδηγούν σε αναπλήρωση 37,31% για τα 35 χρόνια ασφάλισης, από 33,81% σήμερα, 50,5% για 40 έτη ασφάλισης, έναντι 42,80% σήμερα και 51% για τα 42 χρόνια ασφάλισης, από 46,8% σήμερα. Αυτό πρακτικά σημαίνει αύξηση άνω των 7 ποσοστιαίων μονάδων για την 40ετία και άνω των 6 ποσοστιαίων μονάδων για την 35ετία», είπε ο κ. Βρούτσης και πρόσθεσε ότι αυτό συνιστά μία σημαντική διόρθωση της στρέβλωσης του νόμου Κατρούγκαλου με στόχο την αποκατάσταση της δικαιοσύνης για όσους έχουν εργαστεί επί σειρά ετών.
Αναφερόμενος στο ζήτημα των αυξήσεων, για τις οποίες έχει γίνει πολύ συζήτηση, ο κ. Βρούτσης σημείωσε ότι αυτοί που θα έχουν πιο αισθητή αύξηση, θα είναι όσο έχουν αποχωρήσει με 35ετία και άνω, ενώ στα 42 και πλέον χρόνια ασφαλιστικού βίου τα ποσοστά αναπλήρωσης θα φτάνουν στο μέγιστο επίπεδο του 51%.
Στους ωφελημένους, κατά τον υπουργό, θα είναι και οι ελεύθεροι επαγγελματίες, αλλά και οι δημόσιοι υπάλληλοι ενώ οι μισθωτοί του ιδιωτικού τομέα θα έχουν μείωση εισφορών, υπό την προϋπόθεση ότι θα έχουν πλήρη απασχόληση.