Συντάξεις: Έγινε λάθος και παίρνετε έξτρα έως και 8.500 ευρώ αν έχετε τόση σύνταξη

Συντάξεις: Έγινε λάθος και παίρνετε έξτρα έως και 8.500 ευρώ αν έχετε τόση σύνταξη

Συντάξεις: Εξαιτίας κάποιων λαθών που έγιναν αρκετοί είναι οι συνταξιούχοι οι οποίοι μπορούν να διεκδικήσουν αναδρομικά 

Συντάξεις… Χιλιάδες συνταξιούχοι που ασφαλίστηκαν διαδοχικά, παράλληλα ή με βαρέα και ανθυγιεινά ένσημα ενδέχεται να δικαιούνται αναδρομικά ποσά ύψους αρκετών χιλιάδων ευρώ, λόγω σφαλμάτων και καθυστερήσεων στον υπολογισμό των συντάξεών τους.

Όπως επισημαίνεται στο in.gr, σημαντικά προβλήματα έχουν εντοπιστεί στον επανυπολογισμό των παλαιών συντάξεων, ιδιαίτερα για όσους συνταξιοδοτήθηκαν μετά το 2016 και πληρούν τις προϋποθέσεις για αυξημένη ανταποδοτική σύνταξη.

Η αιτία, σύμφωνα με την ίδια πηγή, είναι οι καθυστερήσεις από ιδιωτικές εταιρείες στις οποίες ο e-ΕΦΚΑ έχει αναθέσει το έργο των επανυπολογισμών. Το αποτέλεσμα είναι ότι χιλιάδες συντάξεις δεν περιλαμβάνουν τις αυξήσεις που προβλέπονται από τον νόμο Βρούτση (ν. 4670/2020), παρότι οι ασφαλισμένοι διαθέτουν άνω των 30 ετών ασφάλισης.

Για παράδειγμα, με 31 έτη προβλέπεται αύξηση 1,08% και στα 40 έτη η προσαύξηση φτάνει το 7,2%, ωστόσο, όπως αποδεικνύουν τα εκκαθαριστικά του Ιουνίου 2025, πολλοί δεν έχουν λάβει ούτε τα σταθερά μηνιαία ποσά που τους αναλογούν. Σε χαρακτηριστικές περιπτώσεις, προσαυξήσεις 91,80 και 64,91 ευρώ δεν έχουν καταβληθεί, ενώ εκκρεμούν και τα αντίστοιχα αναδρομικά.

Η διοίκηση του e-ΕΦΚΑ φέρεται να έχει προγραμματίσει την αποπληρωμή αναδρομικών έως 8.500 ευρώ για περίπου 70.000 συνταξιούχους μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου, στοχεύοντας να κλείσει δύο σημαντικές εκκρεμότητες:

  1. Τον επανυπολογισμό με βάση τα βελτιωμένα ποσοστά αναπλήρωσης του ν. 4670/2020.

  2. Τις διορθώσεις στις κρατήσεις του ν. 4093/2012 για συντάξεις αποστράτων.

Για να διαπιστώσουν αν έχουν αδικηθεί, οι συνταξιούχοι θα πρέπει να ελέγξουν:

– Αν η σύνταξή τους εκδόθηκε μετά τον Μάιο του 2016.
– Αν διαθέτουν πάνω από 30 χρόνια ασφάλισης.
– Αν στην απόφαση συνταξιοδότησης αναγράφονται οι συντελεστές του ν. 4387/2016 αντί του ν. 4670/2020.
– Αν το εκκαθαριστικό τους αντικατοπτρίζει τις αυξήσεις που δικαιούνται.

Η αδυναμία του ΕΦΚΑ να ενημερώσει επαρκώς τους συνταξιούχους έχει δημιουργήσει σύγχυση, ενώ η αίσθηση αδικίας εντείνεται. Ασφαλισμένοι, όπως ένας εργαζόμενος με 20 χρόνια στο ΙΚΑ και άλλα 20 στον ΟΑΕΕ, συνεχίζουν να λαμβάνουν μειωμένη σύνταξη σαν να είχαν μόνο τα πρώτα 20, με εκτιμώμενο χρόνο διόρθωσης από 2 έως 4 χρόνια.

Η διοίκηση του ΕΦΚΑ υπογραμμίζει πως βρίσκεται σε πλήρη φάση εκκαθάρισης των εκκρεμοτήτων μέχρι τα τέλη του 2025, όμως η συμμετοχή των ίδιων των συνταξιούχων —μέσω ελέγχου και αιτήσεων επανεξέτασης— θεωρείται κρίσιμη για την επίλυση των λαθών.

Εργασιακό νομοσχέδιο: Ασφαλιστικές ανισότητες

Την ίδια ώρα, το νέο εργασιακό πλαίσιο προκαλεί αντιδράσεις. Όπως επισημαίνει ο καθηγητής Αλέξης Μητρόπουλος, η κατάργηση των εισφορών για οικειοθελείς παροχές και επιδόματα που προβλέπονται από συλλογικές συμβάσεις, οδηγεί σε χαμηλότερες συντάξεις για εργαζόμενους με υψηλές αλλά μη ασφαλιζόμενες αποδοχές.

Για παράδειγμα, σε περίπτωση όπου ένας εργαζόμενος λαμβάνει 1.000 ευρώ μισθό + 1.000 ευρώ σε παροχές, η ασφάλισή του θα υπολογιστεί μόνο για τα πρώτα 1.000 ευρώ, μειώνοντας αισθητά το τελικό ύψος της σύνταξης.

Συντάξεις: Ανισότητες στον χάρτη

Σύμφωνα με τα στοιχεία του συστήματος «ΗΛΙΟΣ»:

  • Η μέση κύρια σύνταξη στο Δημόσιο φτάνει τα 1.317,43 ευρώ, ενώ στον ιδιωτικό τομέα περιορίζεται στα 774,18 ευρώ, δημιουργώντας διαφορά 543,25 ευρώ ή 41,2%.

  • Το 15% των συνταξιούχων επιβιώνει με κάτω από 500 ευρώ μηνιαίως.

  • Μόνο 4 στους 10 λαμβάνουν σύνταξη άνω των 1.000 ευρώ.

  • Οι γυναίκες υστερούν κατά περίπου 200 ευρώ τον μήνα, κάτι που μεταφράζεται σε δύο επιπλέον μήνες εργασίας κάθε χρόνο για να φτάσουν σε αντίστοιχες απολαβές με τους άνδρες.

Η εικόνα αναδεικνύει τις διαρθρωτικές ανισότητες του συνταξιοδοτικού συστήματος, καθώς και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες.

Συντάξεις: Σχέδιο κατάργησης της προσωπικής διαφοράς για 670.000 συνταξιούχους

Το οικονομικό επιτελείο μελετά αλλαγές που θα επαναφέρουν τις αυξήσεις για χιλιάδες παλιούς συνταξιούχους που μένουν «παγωμένοι» από το 2016.

Στο τραπέζι της κυβέρνησης βρίσκεται σχέδιο που προβλέπει την κατάργηση ή μερική περικοπή της προσωπικής διαφοράς που εξακολουθούν να λαμβάνουν περίπου 670.000 συνταξιούχοι, οι οποίοι αποχώρησαν από την εργασία τους πριν από τον Μάιο του 2016. Αυτή η κατηγορία, σύμφωνα με δημοσίευμα της Καθημερινής, στερείται των ετήσιων αυξήσεων και έχει υποστεί σωρευτική απώλεια αγοραστικής δύναμης 13,15% την περίοδο 2023–2025.

Η προσωπική διαφορά είναι ένα συμπληρωματικό ποσό που προστίθεται στη σύνταξη ώστε να μην υπάρξει μείωση κατά τον επανυπολογισμό βάσει του νόμου Κατρούγκαλου (ν.4387/2016). Ωστόσο, όσο αυτή παραμένει, δεν καταβάλλονται κανονικές αυξήσεις, παρά μόνο συμψηφισμοί. Έτσι, παλιοί συνταξιούχοι βρίσκονται επί σειρά ετών «παγωμένοι» μισθολογικά.

Τα δύο σενάρια που μελετά το οικονομικό επιτελείο είναι:

Ολική κατάργηση: Η προσωπική διαφορά θα ενσωματωθεί στη σύνταξη, δίνοντας τη δυνατότητα από το 2026 για κανονικές αυξήσεις. Συνταξιούχος που σήμερα λαμβάνει 950 ευρώ, εκ των οποίων τα 150 είναι προσωπική διαφορά, θα ξεκινήσει τότε να ανακτά την αξία του ποσού με ετήσιες αυξήσεις 2,4%.

Μερικό κούρεμα: Σε περιπτώσεις μικρών προσωπικών διαφορών (π.χ. έως 60 ευρώ), προτείνεται μείωση στο 50%, ώστε το υπόλοιπο να «σβηστεί» γρηγορότερα με τις μελλοντικές αυξήσεις.

Η εφαρμογή των παραπάνω αλλαγών θα επιφέρει πρόσθετη δαπάνη περίπου 160 εκατ. ευρώ, ανεβάζοντας τη συνολική ετήσια επιβάρυνση για τον ΕΦΚΑ στα 580 εκατ. ευρώ, έναντι των 420 εκατ. ευρώ που καταβάλλονται σήμερα. Το κόστος εκτιμάται ότι μπορεί να καλυφθεί από την αυξημένη απασχόληση των εργαζόμενων συνταξιούχων.

Η προσωπική διαφορά αφορά μόνο όσους συνταξιοδοτήθηκαν πριν από το 2016. Οι νεότεροι συνταξιούχοι (μετά τον νόμο Κατρούγκαλου) δεν λαμβάνουν τέτοιο ποσό, καθώς οι συντάξεις τους υπολογίζονται ήδη με το νέο σύστημα.

Ενδεικτικά, συνταξιούχος με κύρια σύνταξη 1.100 ευρώ και προσωπική διαφορά 400 ευρώ θα χρειαστεί να περιμένει έως το 2037 για να μηδενίσει τη διαφορά μόνο με τις προβλεπόμενες αυξήσεις, αν δεν υπάρξει αλλαγή στο θεσμικό πλαίσιο.