Μεγαλύτερη από κάθε άλλη χρονιά είναι η συμμετοχή των πολιτών στο πρόγραμμα για το επίδομα θέρμανσης σύμφωνα με τον ο υφυπουργό Οικονομικών, Θεόδωρο Σκυλακάκη.
Απαντώντας στην εισηγήτρια του ΣΥΡΙΖΑ Κατερίνα Παπανάτσιου, είπε ότι πράγματι το επίδομα θέρμανσης δεν είναι στον προϋπολογισμό του 2020, διότι δόθηκε το 2019. Επισήμανε μάλιστα ότι στο επίδομα θέρμανσης “θα είναι μεγαλύτερη η συμμετοχή από κάθε άλλη χρονιά. Θα επωφεληθούν περισσότεροι πολίτες”. Όσο για τη χρηματοδότηση των άγονων γραμμών σημείωσε ότι είναι ενταγμένη στο πρόγραμμα των δημοσίων επενδύσεων.
Για την κριτική του ΣΥΡΙΖΑ, που θεωρεί οξύμωρο τη μείωση των φορολογικών συντελεστών και την πρόβλεψη για περισσότερα φορολογικά έσοδα, είπε ότι αυτό δεν είναι οξύμωρο, αλλά λέγεται ανάπτυξη. Όσο για το τι γίνεται με τον ΕΦΚΑ, είπε ότι έχει μεγαλύτερο προϋπολογισμό και μεγαλύτερα έσοδα και επιβαρύνει λιγότερο τον φορολογούμενο, διότι αυξάνονται οι εισφορές. Αυτό συμβαίνει όταν υπάρχει επιταχυνόμενη ανάπτυξη, είπε ο κ. Σκυλακάκης.
Απαντώντας στους εισηγητές του “Κινήματος Αλλαγής” και του ΚΚΕ ότι δεν έχει αλλάξει η οικονομική πολιτική, εξέφρασε τον φόβο ότι “παρασύρονται από πολιτικό βολονταρισμό: Είναι σαφές ότι έχει υπάρξει αλλαγή οικονομικής πολιτικής, διότι πάμε από την υπερφορολόγηση και τα υπερπλεονάσματα σε φοροελαφρύνσεις, που δίνουν κίνητρα για ανάπτυξη, την οποία χρηματοδοτούμε από τη μείωση της φοροδιαφυγής και την κατάργηση των υπερπλεονασμάτων”.
Εξάλλου, απαντώντας στις τοποθετήσεις για τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων είπε ότι, για να υπάρξει η μείωση που συμφώνησε η προηγούμενη κυβέρνηση, προϋπόθεση είναι να αλλάξει η ανάλυση της βιωσιμότητας του χρέους, όπως την κάνει (την ανάλυση) η Επιτροπή και οι άλλοι θεσμοί. Όπως είπε, έχουμε μια βελτίωση “κατά 5 με 6 χρόνια” του χρόνου, που το χρέος θα φτάσει στο 100%. Είναι τεράστια αυτή η βελτίωση και συνέβη μέσα σε ελάχιστους μήνες, παρατήρησε ο υφυπουργός Οικονομικών. “Αυτός είναι ο ένας παράγοντας, που ήδη πετύχαμε βελτίωση, κυρίως λόγω των επιτοκίων, και ο άλλος είναι οι αναπτυξιακοί δείκτες” είπε.
Τόνισε τέλος, ότι “όταν η ανάλυση βιωσιμότητας βελτιωθεί, τότε θα μπορούμε να πάμε στους θεσμούς και στους εταίρους, και με πειστικότητα να πετύχουμε μείωση των πλεονασμάτων. Δεν είναι βολονταρισμός η μείωση των πλεονασμάτων. Είναι μια σοβαρή, τεχνική διαπραγμάτευση, και μετά ακολουθεί η πολιτική (διαπραγμάτευση)”