Συνεχίζει τις τηλεοπτικές του εμφανίσεις ο αυτοαποκαλούμενος ως «παλαιοχριστιανός», Μανώλης Καλαϊτζιδάκης. Το πρωί της Παρασκευής (23/02) μιλώντας στο «Πρωινό» του ΑΝΤ1 απάντησε σε όλες τις ερωτήσεις του Γιώργου Λιάγκα, ενώ δε δίστασε να αναφερθεί και στις φήμες περί αιμομιξίας που δίνουν και παίρνουν τα τελευταία 24ωρα.
Με το ίδιο άνετο στυλ ο 45χρονος πατέρας της οικογένειας, που ζούσε στο λαγούμι της ορεινής Κορινθίας, αναφέρθηκε αρχικά στην επιλογή του να ακολουθήσει τον «παλαιοχριστιανισμό», λέγοντας: «Είμαι παλαιοημερολογίτης, οι παλαιοημερολογίτες είμαστε χριστιανοί ορθόδοξοι. Γνώρισα κάποιον κληρικό του παλαιού και έτσι έγινα και γω».
Στη συνέχεια, αναφέρθηκε στη ζωή του αλλά και στις δουλειές που έχει κάνει κατά καιρούς. «Έγινα πατέρας και έπρεπε να ζήσω. Έκανα ό,τι μπορούσα, για να ζήσω: ντελίβερι, οικοδομές και πολλά άλλα», είπε και συμπλήρωσε: «Στον δήμο Ηλιούπολης μπήκα μετά από μια περιπέτεια με τον πρώτο μου γάμο. Ήμουν πολύτεκνος, είχα τα μόρια, καθώς ήταν και η μάνα μου ανάπηρη και έτσι μπήκα».
Σε ό,τι αφορά τα παιδιά του και τη φιλοξενία τους από το «Χαμόγελο του Παιδιού» τόνισε: «Είχα προβλήματα με την πρώτη μου σύζυγο και τα παιδιά είχανε πάει στο «Χαμόγελο του παιδιού» και είχανε φιλοξενηθεί εκεί, γιατί αδυνατούσε για διάφορους κοινωνικούς λόγους να τα μεγαλώσει. Υποχρεώθηκα να πάρω ξανά τα παιδιά με δικαστήρια. Είχαν μείνει δέκα χρόνια εκεί. Καθυστέρησα, επειδή είναι χρονοβόρα διαδικασία».
Για την επιλογή του να μείνει μαζί με την οικογένειά του στο λαγούμι της ορεινής Κορινθίας είπε: «Δυστυχώς εμείς, όταν έπιασε η πανδημία, επειδή υπήρχε μια προχειρότητα στο κάθε τι, δηλαδή για να βγούμε από το σπίτι έπρεπε να φοράμε μάσκα, αυτό όμως μεταφραζόταν σε 4 ευρώ την μέρα, δημιουργήθηκε μια απίστευτη κατάσταση και στα εργασιακά ήταν ασύμφορη οικονομικά. Το φθηνό δεν είναι έτσι ακριβώς, υπάρχει και μια ποιότητα ζωής στην Κορινθία, που ζούμε τώρα. Αν νοίκιαζα ένα υπόγειο στην Αθήνα, ενδεχομένως να φυτοζωούσα. Τα παιδιά μου θα ήταν μέσα σε ένα κουτί».
Παράλληλα, υπερασπίστηκε την επίλογή τα παιδιά του να μην πηγαίνουν στο σχολείο, λέγοντας: «Σε όλα τα προβλήματα το μόνο που λένε είναι ότι δεν πηγαίνανε σχολείο. Όταν ήμουν μικρός, μου έλεγε η δασκάλα μου: “σπούδασε, για να μη γίνεις σκουπιδιάρης” και τελικά σπούδασα και έγινα σκουπιδιάρης. Ο Χριστόφορος, ο γιος μου, είναι 10 ετών και είναι μελισσουργός και έχει πολλές γνώσεις. Έχει περισσότερες πιθανότητες να επιβιώσει με αυτό το επάγγελμα πάρα με το να τελειώσει το σχολείο. Τα παιδιά μαθαίνουν στο σπίτι. Δε μου έχουν πει, γιατί δεν τα στέλνω σχολείο. Παραβιάζει τα πιστεύω μας η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση».
Συνεχίζοντας αναφέρθηκε στο εμβόλιο του κορονοϊου, ισχυριζόμενος ότι είναι το μόνο που δεν έχει κάνει, καθώς πρόκειται για σκεύασμα και όχι εμβόλιο.
Για το δείγμα που αρνείται να δώσει, προκειμένου να πραγματοποιηθεί το test DNA, για να διαπιστωθεί η πατρότητα των παιδιών, είπε: «Διαφωνώ με το τεστ dna, γιατί το κρατούν σε μια τράπεζα και μπορεί να χρησιμοποιηθεί και στο μέλλον και ζητήθηκε από έναν ανώνυμο εισαγγελέα», ενώ για την πατρότητα του εμβρύου της εγκύου κόρης του ανέφερε: «Δεν θέλω να συζητήσω τα προσωπικά ενός παιδιού μου. Δεν θέλω να πω στον δημόσιο διάλογο κάτι σχετικό με το ζήτημα ενός ενήλικου προσώπου».
«Όλοι οι άνθρωποι είμαστε αδέρφια, έχουμε τον ίδιο πατέρα. Στην οικογένειά μας αποκαλούμαστε αδέρφια. Με φωνάζουνε και μπαμπά και πολλές φορές και “αδερφέ μου”», είπε, απαντώντας στο ερώτημα γιατί τα παιδιά του δεν τον φωνάζουν πατέρα, αλλά πολλές φορές τον αποκαλούν αδερφό.
Στη συνέχεια υποστήριξε ότι έχει διαγνωστεί με διπολική διαταραχή.
«Έχω διαγνωστεί με διπολική διαταραχή, αλλά δε χρειάστηκε να νοσηλευτώ. Εμένα με ωφελούσε ο καθαρός αέρας και η ηρεμία σχετικά με αυτό που έχω. Την πιστοποίηση την έβγαλα, για να κάνω την μετάταξή μου. Τους έκανα χάρη, γιατί θα μπορούσα να πάρω σύνταξη και να μη δουλεύω, αλλά νιώθω ακόμα παραγωγικός. Δε θα ήθελα να βγω στο δρόμο και να λένε ότι είμαι 45 χρονών και έχω πάρει σύνταξη. Για μια πολύ απλή υπόθεση εφαρμόστηκε όλη η αυστηρότητα του νόμου σε μένα και την οικογένειά μου. Σύρθηκα στα δικαστήρια με βαρυποινίτες».
Κλείνοντας, μίλησε για τη γυναίκα του Σεβαστή, για την οποία είπε ότι: «Επέλεξα να μην γνωρίζω που είναι η Σεβαστή. Δεν ξέρω αν έχει κινητό μαζί της».