Από τον Οκτώβριο του 2021 είχε φτάσει στο γραφείο του τέως υπουργού Υποδομών και Μεταφορών, Κώστα Καραμανλή έγγραφο της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας, με το οποίο καλούσε το υπουργείο βάσει του πορίσματος της Αρχής για τη σύμβαση 717, εντός προθεσμίας δύο μηνών να ασκήσει πειθαρχική δίωξη σε βάρος των προσώπων που συγκροτούν συγκεκριμένες υπηρεσίες καθώς προέκυπταν μεγάλες νομικές ευθύνες.
Το έγγραφο έλαβε στις 4 Οκτωβρίου 2021 Εμπιστευτικό Πρωτόκολλο, όπως αποκάλυψε στη Βουλή κατά τη διάρκεια της ακρόασης των τεσσάρων υπουργών για το σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής, Χάρης Καστανίδης: «Θέλω να σας ρωτήσω, όταν πήρατε αυτό το έγγραφο ζητήσατε από την ΕΡΓΟΣΕ να κινήσει τις πειθαρχικές διαδικασίες και ποιο είναι το αποτέλεσμα; Ασκήσατε (διώξεις), για να μην κλαίμε αργότερα; Παρακαλώ θέλω να γνωρίζω» είπε απευθυνόμενος στον κ. Καραμανλή ο κ. Καστανίδης.
Αναφορικά με την πειθαρχική διαδικασία ο τ. Υπουργός στην απάντησή του, είπε ότι ουσιαστικά εκείνη την ώρα ζήτησε να ενημερωθεί γι΄αυτήν προσθέτοντας ότι «σύμφωνα με αυτά που έχω ως πληροφορία στη διάθεσή μου έχει υπάρξει πράξη αρχειοθέτησης της Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών, Τμήμα Οικονομικών Εγκλημάτων, για αυτό».
Ως προς την πειθαρχική διαδικασία, ο κ. Καραμανλής επικαλέστηκε άγνοια έως εκείνη τη στιγμή και στη δευτερομιλία του είπε ότι: «Έγιναν τα πορίσματα, μπήκαν σε διαδικασία πειθαρχικού ελέγχου 18 άτομα και τους απάλλαξε όλους το Δευτεροβάθμιο. Αυτή είναι η πληροφόρηση που έχω για το συγκεκριμένο πράγμα, δεν το ήξερα το θέμα και όταν με ρωτήσατε πήρα την πληροφόρηση αυτή». Δεν απάντησε, πάντως, εάν ο ίδιος ή οι υπηρεσίες του υπουργείου είχαν ενημερώσει την Αρχή για την εξέλιξη της υπόθεσης.
Παρά τους ισχυρισμούς του τ. Υπουργού, πάντως, το εν λόγω έγγραφο, το οποίο ανήρτησε την Τρίτη στον λογαριασμό του ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Παύλος Πολάκης, θα έπρεπε να είναι σε γνώση του εφόσον είχε τον ίδιο αποδέκτη και είχε λάβει πρωτόκολλο εμπιστευτικότητας, ενώ οι ελεγκτές της Αρχής ζητούσαν από τον υπουργό μεταξύ άλλων να προβεί σε εντός 2μήνου άσκηση πειθαρχικού ελέγχου κατά των υπευθύνων.
Και όλα αυτά σε μία περίοδο κατά την οποία – όπως είπε ο κ. Καστανίδης – συνέβαιναν απανωτοί εκτροχιασμοί τρένων, χωρίς να αναζητούνται οι αιτίες της αύξησης των συμβάντων: «Έχουμε από το 2021 μέχρι και το τέλος του 2022, 8 εκτροχιασμούς βαγονιών ευτυχώς χωρίς θύματα. Από δε το 2020 είναι 11 τα σιδηροδρομικά ατυχήματα. Αφήστε οποιαδήποτε κομματική αντιδικία ή οπτική με την οποία να αντιμετωπίζουμε τα πράγματα. Δεν βρίσκεται ένας άνθρωπος στη διοίκηση του ΟΣΕ και της ΕΡΓΟΣΕ, δεν βρίσκεται ένας από την παρούσα ηγεσία του Υπουργείου Μεταφορών να καλέσει τις αρμόδιες διοικήσεις και να τους πει κάτι συμβαίνει; Δεν μπορεί να έχω τόσα πολλά ατυχήματα με εκτροχιασμούς βαγονιών. Κάτω τα μολύβια, πάνω τα χειρόφρενο και ζητώ να μου πείτε τι πρέπει να γίνει τώρα. Δεν υπάρχει ένας;» αναρωτήθηκε εξοργισμένος ο κ. Καστανίδης.
Όσο για το ίδιο το πόρισμα της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας, από αυτό, όπως επεσήμανε, προκύπτουν ξεκάθαρα πειθαρχικές ευθύνες που καταλογίζονται σε συγκεκριμένες υπηρεσίες και σε συγκεκριμένα πρόσωπα. Με το έγγραφο, το οποίο εστάλη στον Υπουργό Μεταφορών και στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, ζητείται από την Εισαγγελία να λάβει τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να ασκηθούν ποινικές διώξεις. Η οδηγία προς τον υπουργό Μεταφορών στο παραπεμπτικό έγγραφο είναι σαφής: «Σε εκτέλεση των ανωτέρω παρακαλούμε όπως προβείτε άμεσα σε ενέργειες άσκησης πειθαρχικής δίωξης κατά των εμπλεκομένων δημοσίων λειτουργών προς υλοποίηση των αναφερομένων στο κεφάλαιο αναζήτηση ευθυνών της σχετικής έκθεσης και μας ενημερώσετε σχετικά σε χρόνο που δε θα υπερβαίνει το διάστημα των 2 μηνών από τη γνωστοποίηση της έκθεσης».
Επιπροσθέτως ως προς το θέμα των πειθαρχικών διώξεων ζητείται από τον κ. Καραμανλή να ορίσει υπεύθυνο ενημέρωσης και επικοινωνίας με την Αρχή.
Να σημειωθεί ότι, όπως ανέφερε στην εισήγησή του ο κ. Καστανίδης, μία από τις πολλές διαπιστώσεις της υπηρεσίας διαχειριστικού ελέγχου είναι ότι υπήρχε παλαιότερη απόφαση της Επιτροπής Ανταγωνισμού, από την οποία προκύπτει ότι ο ανάδοχος που επελέγη για να εκτελέσει την Σύμβαση 717, συμμετείχε με άλλους σε κοινοπραξίες την περίοδο 2001 – 2002 σε παιχνίδια στρέβλωσης της αγοράς. «Πρέπει να αποβληθεί. Σε παιχνίδια στρέβλωσης της αγοράς των αρχών ανταγωνισμού. Παρόλα αυτά, δεν αποβάλλεται και με το καθεστώς των μέτρων επιείκειας ζητά η ανάδοχος εταιρεία να προβεί σε επανορθωτικά μέτρα», σημείωσε ο κ. Καστανίδης.