Αίτημα για τη διεξαγωγή προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή (άρθρο 143 ΚτΒ) για το κύμα ακρίβειας και «την απουσία πολιτικής βούλησης εκ μέρους της κυβέρνησης να προστατεύσει τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις», κατέθεσε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας προς τον πρόεδρο της Βουλής.
Ο κ. Τσίπρας κάνει λόγο για «πρωτοφανές κύμα ακρίβειας που έχει δημιουργήσει κλίμα ασφυξίας στα νοικοκυριά» και για «ατολμία της κυβέρνησης να λάβει ουσιαστικά μέτρα στήριξης με αύξηση του κατώτατου μισθού, μείωση του ΕΦΚ θέρμανσης και κίνησης καθώς και για επιβολή αυστηρών ελέγχων εναντίον των καρτέλ στην αγορά».
Μεταξύ άλλων, στηλιτεύει το γεγονός ότι η κυβέρνηση, «εν μέσω βαθιάς ενεργειακής κρίσης, ιδιωτικοποιεί τον ΔΕΔΔΗΕ – ένα από τα μονοπώλια στον ιδιαίτερα κρίσιμο τομέα της διανομής ηλεκτρικού ρεύματος – και, μάλιστα, με τέτοιο τρόπο που υπονομεύει αναγκαίες επενδύσεις για την ενεργειακή μετάβαση, και εκχωρεί σε ιδιώτες έναν ακόμα ενεργειακό φορέα και κρίσιμο εργαλείο άμεσης δημόσιας παρέμβασης στη διαμόρφωση των τιμολογίων ηλεκτρισμού – τη ΔΕΗ. Και το πράττει με αιφνιδιαστική αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας από την οποία αυθαίρετα αποκλείει το βασικό μέτοχο που είναι το Δημόσιο, αφήνοντας έτσι νοικοκυριά και επιχειρήσεις όμηρους στις κερδοσκοπικές διαθέσεις τιμολόγησης του ηλεκτρικού ρεύματος από ένα καρτέλ ιδιωτών παρόχων».
Τι αναφέρει ο Τσίπρας
Αναλυτικότερα ο κ. Τσίπρας αναφέρει:
«Εδώ και έξι μήνες ο μέσος οικογενειακός προϋπολογισμός συμπιέζεται ασφυκτικά. Οι αλυσιδωτές ανατιμήσεις στην ενέργεια, στα είδη πρώτης ανάγκης και πρωτίστως στα τρόφιμα, στα αγροτικά και κτηνοτροφικά προϊόντα, στα εμπορεύματα, αλλά και στα ενοίκια, ως συνέπεια της εκτόξευσης των αντικειμενικών αξιών στην ακίνητη περιουσία της μεσαίας τάξης, αλλά και των λαϊκών στρωμάτων, έχουν δημιουργήσει κλίμα οικονομικής ασφυξίας στη πλειοψηφία των νοικοκυριών.
Οι πρωτοφανείς ανατιμήσεις, αφού το περασμένο μήνα είχαμε την υψηλότερη τιμή πληθωρισμού της τελευταίας δεκαετίας (2,2%), μειώνουν ραγδαία την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών όσο ο μισθός παραμένει εδώ και τρία χρόνια καθηλωμένος, και αυξάνουν αφόρητα και το λειτουργικό κόστος των επιχειρήσεων. Ενώ σε δύσκολη θέση έχει περιέλθει και ο κρίσιμος τομέας της βιομηχανίας και των διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων και υπηρεσιών, καθώς η Ελλάδα είναι «πρωταθλήτρια» Ευρώπης στην χονδρική τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος.
Απέναντι σε όλα αυτά η κυβέρνηση απλά παρακολουθεί, καθησυχάζει και λαμβάνει μέτρα ανεπαρκή και αναποτελεσματικά. Στην πραγματικότητα έχει αφήσει την συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας στο έλεος της κρίσης ακρίβειας.
Αποφεύγει να λάβει συγκεκριμένα μέτρα ενίσχυσης του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζομένων, όπως: η αύξηση του κατώτατου μισθού στα €800, η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος ανεξαρτήτως επαγγέλματος, η κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για όσους δημόσιους υπαλλήλους, συνταξιούχους, αυτοαπασχολούμενους και αγρότες έχουν ετήσιο εισόδημα έως €40.000, η έκτακτη εισοδηματική ενίσχυση των αγροτών και η επιστροφή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (ΕΦΚ) για το πετρέλαιο κίνησης, η επέκταση στο ανώτατο όριο μηνιαίων δόσεων στις 48 από 24 για βεβαιωμένες οφειλές που δημιουργήθηκαν κατά τα φορολογικά έτη 2020 και 2021, για όλους τους οφειλέτες, η μείωση του ΕΦΚ στο πετρέλαιο θέρμανσης κατά 93%, στο πετρέλαιο κίνησης κατά 20% και στη βενζίνη κατά 50%. Δηλαδή, τη μείωση του ΕΦΚ στα κατώτατα όρια που προβλέπει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Ενώ έχει, παράλληλα, αρνηθεί την ουσιαστική ελάφρυνση των πληγέντων από την πανδημία, με διαγραφή μέρους των οφειλών τους προς το Δημόσιο και τους ασφαλιστικούς φορείς.
Η κυβέρνηση επίσης αδρανεί, δεν λαμβάνει τις αναγκαίες θεσμικές πρωτοβουλίες και έχει από πρόθεση ανατρέψει τον ρόλο που παραδοσιακά είχε η ΔΕΗ στον προσδιορισμό της τιμής της χονδρικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, ενώ δεν ασκεί τα καθήκοντά της σε σχέση με τις ρυθμιστικές αρχές (ΡΑΕ, Επιτροπή Ανταγωνισμού), ώστε αυτές να επιτελέσουν, επιτέλους, τον ρόλο τους σε σχέση με την κερδοσκοπία στην αγορά ενέργειας.
Αντίθετα, με συνοπτικές διαδικασίες και εν μέσω βαθιάς ενεργειακής κρίσης, ιδιωτικοποιεί τον ΔΕΔΔΗΕ – ένα από τα μονοπώλια στον ιδιαίτερα κρίσιμο τομέα της διανομής ηλεκτρικού ρεύματος – και, μάλιστα, με τέτοιο τρόπο που υπονομεύει αναγκαίες επενδύσεις για την ενεργειακή μετάβαση, και εκχωρεί σε ιδιώτες έναν ακόμα ενεργειακό φορέα και κρίσιμο εργαλείο άμεσης δημόσιας παρέμβασης στη διαμόρφωση των τιμολογίων ηλεκτρισμού – τη ΔΕΗ. Και το πράττει με αιφνιδιαστική αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας από την οποία αυθαίρετα αποκλείει το βασικό μέτοχο που είναι το Δημόσιο, αφήνοντας έτσι νοικοκυριά και επιχειρήσεις όμηρους στις κερδοσκοπικές διαθέσεις τιμολόγησης του ηλεκτρικού ρεύματος από ένα καρτέλ ιδιωτών παρόχων.
Για τους παραπάνω λόγους ζητώ τη διενέργεια προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή κατά το άρθρο 143 του Κανονισμού της Βουλής για την κρίση ακρίβειας και την απουσία πολιτικής βούλησης εκ μέρους της κυβέρνησης να προστατεύσει τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις».