Κατά τη διάρκεια της Γερμανικής κατοχής, τα ναζιστικά στρατεύματα προκάλεσαν αμέτρητες καταστροφές και χιλιάδες θανάτους στον Ελληνικό άμαχο πληθυσμό.
Τα θύματα από τον πόλεμο ανέρχονται στο 20% του πληθυσμού. Αριθμούνται 558.000 νεκροί και 880.000 ανάπηροι. Σε ορισμένες περιοχές, οι αγριότητες των γερμανικών στρατευμάτων ήταν σε βαθμό τέτοιο που χαρακτηρίζονται ως «ολοκαύτωμα» ή «σφαγή», όπως των Καλαβρύτων, της Βιάννου, του Διστόμου.
- Το ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων: Στις 13 Δεκεμβρίου 1943, η 117 Μεραρχία Καταδρομών της Βέρμαχτ, εκτέλεσε όλο τον ανδρικό πληθυσμό και κατέκαυσε 1.000 σπίτια, προβαίνοντας σε μαζικά αντίποινα. Εκτελέσθηκαν 677 άμαχοι. Είναι το πιο βαρύ έγκλημα πολέμου στην Ελλάδα, για το οποίο ουδείς λογοδότησε στη Δικαιοσύνη και ουδέποτε καταβλήθηκε οποιαδήποτε αποζημίωση.
- Το ολοκαύτωμα της Βιάννου: Στις 14 έως 16 Σεπτεμβρίου 1943, τα στρατεύματα της Βέρμαχτ, με διαταγή του στρατηγού Φρίντριχ Βίλχελμ Μύλλερ, κατέκαυσαν 20 χωριά της Βιάννου, στην Κρήτη και εκτέλεσαν όλο τον ανδρικό πληθυσμό προβαίνοντας σε μαζικά αντίποινα κατά του αμάχου πληθυσμού. Εκτελέσθηκαν 500 άτομα. Ο στρατηγός Μύλλερ συνελήφθη κατά το τέλος του πολέμου, στην Πρωσία, εκδόθηκε στην Ελλάδα, καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέσθηκε τον Μάϊο 1947. Η σφαγή της Βιάννου είναι το μεγαλύτερο, σε αριθμό θυμάτων και καταστροφών έγκλημα πολέμου, μετά των Καλαβρύτων. Για το έγκλημα αυτό ουδέποτε καταβλήθηκε οποιαδήποτε αποζημίωση.
- Η σφαγή του Διστόμου: Στις 10 Ιουνίου 1944, οι Ναζί διέπραξαν ένα από τα πιο αποτρόπαια εγκλήματα. Η διαταγή του Ταγματάρχη Ρίκερτ ήταν «να μην μείνει τίποτα όρθιο». Το χωριό ισοπεδώθηκε και εκτελέσθηκαν όλοι οι κάτοικοι, σύνολο 228 άτομα, εκ των οποίων 117 γυναίκες, 43 παιδιά και 10 βρέφη. Ουδείς λογοδότησε στη Δικαιοσύνη και ουδέποτε καταβλήθηκε οποιαδήποτε αποζημίωση.
Πρέπει, επίσης, να μνημονεύουμε τη σφαγή της Κλεισούρας, της Κανδάνου, του Κοντομαρίου, των Λιγκιάδων, του Χορτιάτη και τις εκτελέσεις στις Ελληνο-ισραηλιτικές κοινότητες.
Εκτός από τις απώλειες των χιλιάδων ανθρώπινων ζωών και τις υλικές καταστροφές, οι ναζιστικές δυνάμεις, σε όλη τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, επέβαλαν αναγκαστικό δάνειο, για τη συντήρηση των κατοχικών στρατευμάτων. Έτσι, έλαβαν συνολικά από την Τράπεζα της Ελλάδος 7.500 κιλά χρυσού και 635 τρισεκατομμύρια δραχμές. Το δάνειο αυτό είναι καθαρά εμπορική πράξη και δεν συμπεριλαμβάνεται στις πολεμικές αποζημιώσεις.
Με τη συνθήκη των Παρισίων, το 1946, ορίσθηκε ότι οι αποζημιώσεις θα ρυθμίζονταν μελλοντικά και με το Σύμφωνο του Λονδίνου, το 1953, δόθηκε χρονικό περιθώριο στη Γερμανία. Μετά την επανένωση των δύο Γερμανιών (Δυτικής και Ανατολικής) το 1990 και το Σύμφωνο «2+4», το οποίο η Γερμανία δεν αναγνωρίζει ως Σύμφωνο Ειρήνης, έρχεται η Κυβέρνηση του Ανδρέου Παπανδρέου, το 1995 και αποστέλλει ρηματική διακοίνωση προς την Ομοσπονδιακή Γερμανική Κυβέρνηση, για τις αποζημιώσεις και για το κατοχικό δάνειο. Η Γερμανία απήντησε αρνητικά. Η Κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, το 2015, αναθέτει σε Επιτροπή να μελετήσει τα στοιχεία και να καταθέσει πόρισμα. Μετά την ολοκλήρωση και κατάθεση του πορίσματος, η Ελληνική Βουλή, λαμβάνει απόφαση, στις 17/4/2019 «για τη διεκδίκηση των γερμανικών οφειλών». Στην απόφαση αναφέρεται ότι έχοντας υπόψη ότι το ζήτημα των οφειλών προς την Ελλάδα από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο παραμένει ανοικτό ως απαράγραπτο χρέος, που αναζητά την ηθική ιστορική και νομική του δικαίωση, ότι οι αξιώσεις παραμένουν ενεργές και εκκρεμείς, ότι δεν τίθεται ζήτημα παραγραφής και καλείται η ελληνική Κυβέρνηση να προβεί σε όλες τις ενδεδειγμένες διπλωματικές και νομικές ενέργειες για την ικανοποίηση των αξιώσεων του ελληνικού κράτους. Η απόφαση κοινοποιείται και στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Προς εκτέλεση της εν λόγω απόφασης, η Κυβέρνηση Τσίπρα αποστέλλει, τον Ιούνιο του 2019 ρηματική διακοίνωση προς την Γερμανία και τον Ιανουάριο του 2020, η Κυβέρνηση Μητσοτάκη αποστέλλει διπλωματική νότα. Επίσης, δύο γερμανικά πολιτικά κόμματα, των Πρασίνων και της Αριστεράς (LINKEN) έθεσαν το θέμα στο Γερμανικό Κοινοβούλιο. Οι Γερμανοί βουλευτές αποφάσισαν, κατά πλειοψηφία στις 25-3-2021, αυτό που αποτελεί και την επίσημη γραμμή των μεταπολεμικών Γερμανικών Κυβερνήσεων, ότι δηλ. δεν υπάρχει θέμα αποζημιώσεων προς την Ελλάδα και ότι το σύμφωνο ειρήνης θα επιτευχθεί με τη δημιουργία διμερών ειρηνικών σχέσεων μεταξύ Ομοσπονδιακής Γερμανίας και των άλλων ευρωπαϊκών κρατών. Πρέπει να σημειωθεί ότι οι ίδιοι οι Γερμανοί, κατά το τέλος του πολέμου, αναγνωρίζοντας το αναγκαστικό κατοχικό δάνειο, είχαν αρχίσει να το αποπληρώνουν, καταβάλλοντας ορισμένες δόσεις αυτού.
Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας και ο Πρωθυπουργός παρέλειψαν να κάνουν οποιαδήποτε αναφορά στο εν λόγω ζήτημα, κατά την πρόσφατη επίσκεψη της Γερμανίδας Καγκελαρίου Μέρκελ, στην Αθήνα στις 28 Οκτωβρίου 2021, παρά το γεγονός ότι υπήρχε η σχετική απόφαση της Βουλής των Ελλήνων, της 17/4/2019 και παρότι η προηγούμενη ηγεσία (ο Πρόεδρος Προκ. Παυλόπουλος και ο Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας) είχαν θέσει το ζήτημα, σε αντίστοιχες συναντήσεις τους με τη Γερμανίδα Καγκελάριο.
Η Ελληνική πολιτειακή και πολιτική ηγεσία έχει χρέος να θέτει πάλι και πάλι το θέμα της διεκδίκησης των γερμανικών οφειλών (πολεμικές αποζημιώσεις και κατοχικό δάνειο), όχι μόνο γιατί έτσι τιμάται η μνήμη των χιλιάδων θυμάτων, αλλά και γιατί έτσι αποτρέπεται η επανάληψη τέτοιων εγκλημάτων.
Θα πρέπει, επομένως, η Ελλάδα να επιμείνει στη διεκδίκηση των δίκαιων αυτών αιτημάτων του Ελληνικού λαού, αφενός μεν δια της διπλωματικής και νομικής οδού και αφετέρου με ενημέρωση των Κοινοβουλίων όλων των Ευρωπαϊκών Κρατών.