Ο καθηγητής λοιμωξιολογίας, Σωτήρης Τσιόδρας, τόνισε πως οι μεταλλάξεις του κορονοϊού θα επικρατήσουν, ενώ έκανε πρόβλεψη για 7.000 – 8.000 εβδομαδιαία κρούσματα κορονοϊού.
«Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν έχουμε τελειώσει με τον ιό, είναι εδώ και θα μας ταλαιπωρήσει και θα μας πιέσει ακόμη», ανέφερε από το βήμα της Βουλής ο καθηγητής εκφράζοντας την άποψη πως τελικά θα επικρατήσουν οι μεταλλάξεις. Εμφανίστηκε ιδιαίτερα ανήσυχος για την κατάσταση στην Αττική, όπου -όπως είπε – τα ενεργά κρούσματα είναι πάνω από 4.000,ενώ υπάρχει αυξητική τάση στις νέες νοσηλείες.
Όπως εξάλλου είπε, οι εκτιμήσεις είναι ότι αυτήν την εβδομάδα τα κρούσματα θα είναι 7.000 έως 8.000 πανελλαδικά. Για τις μεταλλάξεις είπε ότι έχει δημιουργηθεί δίκτυο και τα ποσοστά σε επιλεγμένα δείγματα έφτασαν, κάποια στιγμή, και το 40%. «Το δεύτερο κύμα ήταν διαφορετικό από το πρώτο, όσον αφορά τις μεταλλάξεις», είπε ο κ. Τσιόδρας και ζήτησε να τηρούνται τα μέτρα και να υπάρχει επαγρύπνηση μέχρι το τέλος Μαρτίου, γιατί «μπορεί να έχουμε πρόβλημα», με τις μεταλλάξεις.
«Έχει μεγάλη σημασία να μην δίνουμε λάθος μηνύματα», είπε για τα εμβόλια και σημείωσε: «Τα στατιστικά δεδομένα είναι ότι το εμβόλιο προστατεύει από τη λοίμωξη, από τις νοσηλείες και τους θανάτους. Το εμβόλιο της Οξφόρδης, με χθεσινή δημοσίευση, μειώνει τη μεταδοτικότητα του ιού κατά 67%. Εγώ πιστεύω ότι με τα εμβόλια θα τελειώσει αυτή η πανδημία. Αρκεί τα εμβόλια να είναι δημόσιο αγαθό, όπως οφείλουν να είναι».
Ο Σωτήρης Τσιόδρας αναφέρθηκε στην επιστημονική και πολιτική αντιπαράθεση. «Νομίζω ότι τα πήγαμε καλύτερα από άλλες χώρες. Νομίζω ότι έτσι πρέπει να παραμείνουμε, με συναίνεση και ομόνοια» είπε και αναφέρθηκε στις ΗΠΑ και σε άρθρο του “new england journal of medicine” που έγραψε τα εξής, για τους πολιτικούς του ηγέτες: «Οι ηγέτες μας απέτυχαν. Το μέγεθος της αποτυχίας τους είναι εκπληκτικό. Ήταν επικίνδυνα ανίκανοι».
«Με την επιδημία θα τελειώσουμε με αξιόπιστα δεδομένα επιτήρησης», είπε ο Σωτήρης Τσιόδρας και προσέθεσε: «Αυτά θα συσχετιστούν με τη βελτιστοποίηση των μέτρων σε ένα αποδεκτό επίπεδο, κοινωνικά και οικονομικά, που θα διατηρεί χαμηλό και σταθερό ποσοστό λοίμωξης ώστε να υπάρξει ισορροπία, μεταξύ του αρνητικού αποτελέσματος για τη δημόσια υγεία, και φυσικά, μειωμένο κοινωνικό κόστος».