Όλες οι πτέρυγες της Βουλής θα πρέπει, να συμφωνήσουν στον κοινό στόχο μιας γενικής υγειονομικής καλύψεως του πληθυσμού χωρίς καμμία ιδιωτική επιβάρυνση και να συναινέσουν έστω σε ορισμένα ενδιάμεσα βήματα, υποστήριξε στην Ολομέλεια της Βουλής ο Δημήτρης Βαρτζόπουλος κατά την συζήτηση του νομοσχεδίου για τον «προσωπικό γιατρό».
«Αυτό θα μας επιτρέψει, να μπορέσουμε συν χρόνω, να προσαρμόσουμε και στα καθ´ ημάς το υγειονομικό εκείνο σύστημα, που επικρατεί με ελάχιστες τοπικές παραλλαγές στην Κεντρική Ευρώπη και που η πανδημία ανέδειξε σε βαθμό παγκοσμίου αριστείας. Το σύστημα, που διατηρώντας κοινωνική μη κερδοσκοπική ιδιοκτησία των νοσοκομείων επιτρέπει ελευθέρα επιλογή ιατρού, αμοίβεται αποκλειστικώς από τα ασφαλιστικά ταμεία, παρέχει το σύνολο των υπηρεσιών σε όλους, προκαλώντας ιδιωτική δαπάνη της τάξεως μόλις του 1% του διαθεσίμου εισοδήματος (έναντι μετρουμένου 7% εδώ, που φυσικά είναι περισσότερο)» ανέλυσε ο Βουλευτής.
Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα του, το γερμανικό, το οποίο όσον αφορά την νοσοκομειακή περίθαλψη χρησιμοποιεί δείκτες οικονομικού αποτελέσματος των μονάδων ως κριτήρια επιλογής των Διοικήσεων αλλά και των ιατρών Διευθυντών. Σε αυτούς παραχωρεί ευρύτατες αρμοδιότητες στην επιλογή του προσωπικού και της διαχείρισης, δηλαδή των προμηθειών αναλωσίμων, εξοπλισμού, νέων θεραπειών κοκ.
«Οι Διοικήσεις (managers/ εταιρείες) προσλαμβάνονται από τον Φορέα του Νοσοκομείου βάσει συμφωνημένων business plans. Ομοίως οι ιατροί Διευθυντές με συμβόλαια αποδοτικότητος και απόφαση των τοπικών Διοικήσεων. Το λοιπό προσωπικό, κυρίως ΙΔΩΧ, προσλαμβάνεται με καθοριστική γνώμη της τοπικής Διοικήσεως, Ιατρικής και Νοσηλευτικής Υπηρεσίας. Μονιμοποιήσεις ακολουθούν μετά επανειλημμένες αξιολογήσεις. Η επιλογή των ειδικευομένων γίνεται από τον ιατρό Διευθυντή», τόνισε.
Και συμπλήρωσε πως «είναι, ιδίως στην επαρχία, πολύ συχνή η συνεργασία με εντοπίους ιδιώτες ιατρούς, που ασκούν έργο με ειδικά συμβόλαια και εντός του νοσοκομείου. Ομοίως εργαστηριακές και απεικονιστικές εξετάσεις παρέχονται δυνητικώς από ιδιώτες εγκατεστημένους εντός των μονάδων. Εντός των Νοσοκομείων οι ιατροί όλων των ειδικοτήτων ασκούν ιδιωτικό έργο, που εκφράζεται σε αριθμό ιδιωτικής χρήσεως κλινών και ώρες εξωτερικών ιατρείων συμπεριλαμβάνοντας και τις συμπαρομαρτούσες υπηρεσίες ( εξετάσεις, επεμβάσεις)»
Όσον αφορά την Πρωτοβάθμιο Περίθαλψη, ανέλυσε ο κ. Βαρτζόπουλος, η επιλογή είναι μεταξύ των παγκοσμίως κατ ́ ουσίαν μόνον δύο οργανωμένων συστημάτων πρωτοβαθμίου φροντίδος, που καλύπτουν το σύνολο των αναγκών του πληθυσμού χωρίς ιδιωτικό κόστος. -του αγγλοσαξωνικού, που βασίζεται σε (συνήθως υπαλλήλους) οικογενειακούς ιατρούς με ειδικότητα γενικής ιατρικής ασκούντες έλεγχο πρόσβασης στις νοσηλείες και περαιτέρω ειδικές ιατρικές πράξεις και -του γερμανικού με ελευθέρα επιλογή ελευθέρου επαγγελματίου οικογενειακού ιατρού πολλών ειδικοτήτων, που εγκρίνει μεν την αναζήτηση ειδικού ιατρού, ο οποίος όμως επιλέγεται επίσης ελευθέρως μεταξύ των συμβεβλημένων ιδιωτών, που με την σειρά τους παραπέμπουν στα νοσοκομεία.
Όσον αφορά τους αριθμούς δήλωσε: Στην Γερμανία υπάρχουν 180000 περίπου ταμειακοί ιατροί, όλων των ειδικοτήτων φυσικά, που πληθυσμιακώς αντιστοιχούν σε ανάγκη 23000 συμβεβλημένων ιατρών στα καθ´ ημάς. Δεδομένης της εδώ υπάρξεως σήμερα εξαιρουμένων των χειρουργών και συμπεριλαμβανομένων των οδοντιάτρων περί των 25000 ιδιωτών η ελληνική εκδοχή του Bismarck στην πλήρη ανάπτυξη της θα καλύψει πολύ μεγάλο τμήμα της δυνητικής ιατρικής προσφοράς.
Δεδομένων των διαθεσίμων οικονομικών στοιχείων του συστήματος αυτού και με αναλογική ( σύγκριση ΑΕΠ, βασικού μισθού) υπολογιστική είναι δυνατή, τόνισε ο κ. Βαρτζόπουλος, η πλήρης κοστολόγηση της εφαρμογής του στην τελική του μορφή. Είναι απολύτως λοιπόν εφικτό, να εκπονήσουμε οδικό χάρτη με μεσοπρόθεσμο πλαίσιο προϋπολογισμού και βήματα σταδιακής διεύρυνσης και των οφελουμένων πολιτών και των παρεχομένων υπηρεσιών μέχρις ότου τα δημοσιονομικά μας επιτρέψουν πλήρη κάλυψη του πληθυσμού για το σύνολο των αναγκών του με μηδενική ιδιωτική δαπάνη.
«Είναι εγχείρημα δύσκολο, πολύπλοκο , ακριβό, αλλά υποχρέωση μας. Εγχείρημα, που απαιτεί διαχρονική συνέχεια και εκκινεί με σωστά βήματα τώρα», κατέληξε ο κ. Βαρτζόπουλος.