Με την κατάθεση του πρώτου κατηγορούμενου, οδηγού του πρώτου αυτοκινήτου, συνεχίστηκε σήμερα στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Θεσσαλονίκης η δίκη για την άγρια δολοφονία του Άλκη Καμπανού.
Ο 24χρονος όπως ισχυρίστηκε, δεν έφτασε καν στο σημείο της δολοφονίας, καθώς ναι μεν είχε βγει από το αυτοκίνητο, δεν είχε δέσει το χειρόφρενο, το αυτοκίνητο άρχισε να τσουλάει και επανήλθε αμέσως στη θέση του οδηγού για να το ακινητοποιήσει, είχε τελειώσει ήδη όμως το αιματηρό επεισόδιο. Στην κατοχή του είχαν βρεθεί κλειδιά από κεντρικό σύνδεσμο οπαδών, όπου λίγα 24ωρα μετά το φονικό, έγινε αστυνομική έφοδος και βρέθηκε πλήθος πολεμοφοδίων.
«Μέρες σκέφτομαι να πω τα γεγονότα όπως είναι χωρίς να στενοχωρήσω κανέναν. Θέλω να ζητήσω μία συγγνώμη για τη συμμετοχή σε αυτή την τραγική ιστορία που κόστισε τη ζωή στον Άλκη και τον τραυματισμό των δύο φίλων του. Μακάρι να μπορούσα να γυρίσω τον χρόνο πίσω, να τα έκανα όλα αλλιώς, να μην βρεθώ σε ομάδες και συνδέσμους, αλλά είναι αργά», είπε ο 24χρονος κατηγορούμενος στην αρχή της απολογίας του.
Ο κατηγορούμενος περιέγραψε πως σχεδιάστηκε η επίθεση και δήλωσε ότι έγινε ως αντίποινα σε οπαδικό επεισόδιο που είχε συμβεί στο Ωραιόκαστρο Θεσσαλονίκης.
“Δεν πήγαμε να τους σκοτώσουμε” επισήμανε ο κατηγορούμενος και κατονόμασε τρία άτομα από αυτά που ήταν στα σκαλιά, μεταξύ τους και ο Αλβανός που παραδόθηκε στις αρχές. Το δεύτερο άτομο που υπέδειξε είπε ότι κρατούσε δρεπάνι αλλά δεν ξέρει ποιον χτύπησε και το τρίτο άτομο επίσης κρατούσε μαχαίρι αλλά δεν ξέρει ποιον χτύπησε. “Δεν είχαμε καταλάβει τη σοβαρότητα του επεισοδίου εκείνη τη στιγμή” πρόσθεσε ο κατηγορούμενος, ο οποίος και κατονόμασε εξι επιβαίνοντες στα αυτοκίνητα που έλαβαν μέρος στη δολοφονία.