Ο φόβος του Πρωθυπουργού πριν την επιστροφή στην κανονικότητα

Με την ανάληψη της διακυβέρνησης της Ελλάδας από τον Κυριάκο Μητσοτάκη τον Ιούλιο του 2019, φάνηκε εξ αρχής η διάθεση συγκεντρωτισμού στη άσκηση της εξουσίας και στη συνέχεια η πρόκληση αισθήματος φόβου στην κοινωνία.

Πρώτο δείγμα στη άσκηση συγκεντρωτικής εξουσίας που εκπορεύεται από το Μαξίμου, η διάρθρωση της κυβέρνησης. Αναπληρωτές Υπουργοί και Υφυπουργοί αναφέρονται απευθείας στο Πρωθυπουργικό γραφείο κι όχι στους πολιτικούς προϊσταμένους τους, Υπουργούς. Δεν ενδιαφέρεται ο Πρωθυπουργός για τον συντονισμό του κάθε Υπουργείου ώστε να ασκείται πολιτική, αλλά να γνωρίζει το Πρωθυπουργικό Γραφείο τα πάντα.

Με το καλημέρα στη διακυβέρνηση από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών, η Ελληνική Ραδιοφωνία Τηλεόραση και το Αθηναϊκό και Μακεδονικό Πρακτορείο περνούν στον απευθείας έλεγχο του Πρωθυπουργού και των στενών του συνεργατών, με αποτέλεσμα τον πλήρη έλεγχο της πληροφόρησης. Σε συνδυασμό με την υποστήριξη του μιντιακού συστήματος, πολλά γίνονται αλλά ελάχιστα γνωστοποιούνται και πάντα με φιλτράρισμα.

Σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, εκατοντάδες δημοσιογράφοι χρίζονται σύμβουλοι επικοινωνίας, επανδρώνουν γραφεία τύπου, ενώ συνεχίζουν να εργάζονται και σε μέσα ενημέρωσης, χειραγωγώντας στην ουσία την κοινή γνώμη. Οποιαδήποτε κριτική προς την κυβέρνηση σχεδόν εξαφανίζεται.

Έχοντας ελέγξει σε μεγάλο βαθμό την πληροφόρηση η Κυβέρνηση Μητσοτάκη και χειραγωγώντας την κοινή γνώμη, χρειάζεται οπωσδήποτε και ο καταλύτης για την άσκηση της εξουσίας. Εκεί αναλαμβάνει ο φόβος. Υπαρκτός ή ανύπαρκτος, ο κίνδυνος μεγιστοποιείται.

Ασκήσεις βίας από την Αστυνομία σε καθημερινή βάση για την τάξη. Περιθωριακές ομάδες χρίζονται εχθροί της κοινωνίας, στοχοποιούνται πολιτικές και κοινωνικές ομάδες και η Αστυνομία με τη βία αναλαμβάνει τον σωφρονισμό των κοινωνικά «απείθαρχων». Ακόμα και ευυπόληπτοι πολίτες, ψηφοφόροι της κυβέρνησης έγιναν στόχος της αστυνομικής βίας, όταν αντιτάχθηκαν στα πρόχειρα, χωρίς σχεδιασμό και προοπτική μέτρα για το προσφυγικό.

Η Πολιτική Προστασία, καθ’ όλη τη διάρκεια της καλοκαιρινής περιόδου, εκκένωσε οικισμούς και χωριά προληπτικά σε περιπτώσεις πυρκαγιών ή πλημμυρών, που δεν έχρηζαν τέτοιας κινητοποίησης. Ο φόβος της Κυβέρνησης για μια νέα τραγωδία, όπως συνέβη στη Μάνδρα και στο Μάτι, καθώς είχαν χρησιμοποιήσει ανερυθρίαστα τους νεκρούς στην αντιπολιτευτική τους ρητορική, ήταν ισχυρός λόγος για να μην δώσουν αφορμή για συμψηφισμό στην αντιπολίτευση. Βέβαια εξ ιδίων κρίνουν τα αλλότρια και γι’ αυτό σκέφτονται έτσι.

Στην κρίση στα Ελληνοτουρκικά σύνορα, σε μια περίοδο όπου η οικονομική πολιτική, που σημείωσε μείωση στην ανάπτυξη πριν την κρίση και η διεθνής εικόνα της χώρας, μετά από συνεχόμενα λάθη της κυβέρνησης, να καταρρέει, ο φόβος χρησιμοποιήθηκε και πάλι σε μέγιστο βαθμό. Εισβολή, πόλεμος, εθνική συσπείρωση και άλλα πολλά ακούστηκαν μαζί πάντα με χρήση υπέρμετρης βίας, από θεσμικούς φορείς ή ιδιώτες.

Η ασφάλεια έγινε συνώνυμο της βίας και του φόβου. Οι εχθροί της Ελλάδας αλλάζουν όνομα καθημερινά, ανάλογα με την ειδησεογραφία και τα συμφέροντα της κυβέρνησης, ενώ το αίσθημα του φόβου παραμένει. Ένας φόβος που εκτινάχθηκε με την υγειονομική κρίση που φρόντισαν πολύ έξυπνα να περάσει στον κόσμο, που χωρίς πληροφόρηση καθώς δεν υπάρχουν ακόμα επαρκή δεδομένα για τον COVID-19, ακολούθησε τις οδηγίες των αρχών.

Κι αν κατάφερε να περάσει στους πολίτες το φόβο, σε ένα ικανό ποσοστό, δεν κατάφερε να ξεπεράσει τους δικούς του φόβους που από την πρώτη στιγμή που εκλέχτηκε Πρωθυπουργός προσπαθεί να διαχειριστεί.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης γνωρίζει ότι δεν χαίρει εκτίμησης στο κόμμα του. Το ότι συσπειρώθηκαν γύρω του, ήταν μονόδρομος για όλους αυτούς που για μεγάλο χρονικό διάστημα έμειναν εκτός εξουσίας.

Γνωρίζει επίσης ότι δεν έχει τις πολιτικές ικανότητες που είχαν τόσο ο πατέρας του πρώην πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης όσο και η αδελφή του πρώην Υπουργός Εξωτερικών Ντόρα Μπακογιάννη.

Είναι και νιώθει μάνατζερ και γι’ αυτό το λόγο λειτουργεί και ασκεί εξουσία με όρους διοίκησης επιχειρήσεων ενώ και οι στενοί του συνεργάτες προέρχονται από αυτόν τον τομέα.

Αυτό φάνηκε πάρα πολύ καλά στις επαφές που πραγματοποίησε στο εξωτερικό το προηγούμενο διάστημα, με άλλους πολιτικούς ηγέτες. Χωρίς πολιτικό αισθητήριο, λειτούργησε ως ντίλερ ευελπιστώντας ότι θα κλείσει τη μεγάλη συμφωνία της επιχείρησης του που σήμερα έχει το όνομα Ελλάδα. Όπως ήταν φυσικό τα αποτελέσματα όλων αυτών των προσπαθειών ήταν πενιχρά και η απομόνωση του εκκωφαντική.

Επέλεξε να συμπορευτεί με τη Γερμανία της Merkel, τον Kurz της Αυστρίας, τον Ολλανδό Rutte και τον ένοικο του Elysse Macron.

Αν δεν δώσεις δεν θα πάρεις είπε σε συζήτηση που είχαμε στη Σαουδική Αραβία απαντώντας σε ερώτηση για ποιο λόγο έστειλε τους Patriot στο Ριάντ και την φρεγάτα στον Περσικό.

Είπε όμως και κάτι άλλο στην Κύπρο. «Δεν θα διχάσω την Ευρώπη σε Βορρά και Νότο», σε ερώτηση για τον αν θα επανασυγκληθεί η επταμερής των Μεσογειακών χωρών της ΕΕ.

Έδειξε την απομόνωση του στην κρίση του κορωνοϊού, όταν με τους μόνους που μίλησε πέρα από τις ομαδικές τηλεδιασκέψεις, ήταν ο Edi Rama και ο Αβέρωφ Νεοφύτου από την Κύπρο. Ούτε καν με τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν μίλησε την περίοδο της πανδημίας.

Σαν να μην φτάνει αυτό, απομακρύνθηκε από το ζωτικό χώρο για την Ελλάδα τα Βαλκάνια, ενώ για πρώτη φορά υπάρχει τόσο μεγάλη ένταση με την γειτονική Τουρκία.

Είναι αλήθεια ότι στη Διεθνή σκηνή δεν έχει ιδιαίτερους υποστηρικτές. Στην Ευρώπη κανείς δεν ξεχνάει τη στάση του στη Συμφωνία των Πρεσπών κι αυτό παραμένει το μεγάλο του βαρίδιο.

Προς επίρρωση αυτών, εκτός από τον Erdogan που μίλησε σχεδόν με όλους τους ηγέτες, συνεχείς επικοινωνίες με άλλους ηγέτες είχαν ο Borissov της Βουλγαρίας, ο Vucic της Σερβίας ακόμα και ο Pendarovski της Βόρειας Μακεδονίας μίλησε με τον Mike Pompeo.

Η διάλυση στην κυριολεξία του Υπουργείου Εξωτερικών με την απόφαση του να κάνει κουμάντο στο Υπουργείο η Διευθύντρια του Διπλωματικού του Γραφείου, μια μέτρια διπλωμάτης, φαίνεται ξεκάθαρα στην εικόνα της Ελλάδας στο εξωτερικό που είναι απούσα από παντού.

Ο φόβος όμως του Έλληνα Πρωθυπουργού μεγαλώνει όσο αρχίζει σταδιακά η επιστροφή στην κανονικότητα.

Το να διαχειρίζεσαι μια κρίση με την κοινωνία και το πολιτικό σύστημα σε καταστολή, έχει μεγάλη διαφορά από το να ασκείς πολιτική με την κοινωνία ενεργή, την αντιπολίτευση να ξυπνάει από το λήθαργο της και τα προβλήματα που κρύφτηκαν την περίοδο της αντιμετώπισης της πανδημίας να βγαίνουν στο προσκήνιο.

Τώρα αρχίζουν τα δύσκολα για τον Κυριάκο Μητσοτάκη και μένει στον ίδιο να διαψεύσει το δυσοίωνο μέλλον που προδιαγράφεται./ibna

  • Το άρθρο του Σπύρου Σιδέρη, δημοσιεύθηκε αρχικά στο ibna.gr