Ρατσιτσική Βία: Αύξηση επιθέσεων κατά ΛΟΑΤΚΙ άτομων

Με σύνθημα «ο ρατσισμός μάς αφορά» παρουσιάστηκε, σήμερα, η ετήσια έκθεση του Δικτύου Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, που προέκυψαν από την καταγραφή περιστατικών βίας με ρατσιστικό κίνητρο από τα μέλη του Δικτύου, κατά τη διάρκεια του 2019, παρατηρείται αύξηση στα περιστατικά επιθέσεων κατά ΛΟΑΤΚΙ ατόμων και αυξητική τάση στα λεγόμενα περιστατικά καθημερινού ρατσισμού, με δράστες μεμονωμένα άτομα στις γειτονιές, τα σχολεία, τα ΜΜΜ και στις οικίες, που διαμένουν πρόσφυγες, ενώ παρουσιάζεται μικρή μείωση στον συνολικό αριθμό περιστατικών σε σχέση με το 2018. Παράλληλα διαπιστώνεται ότι πολλά περιστατικά δεν καταγράφονται καθώς τα θύματα δεν τα καταγγέλλουν λόγω φόβου.

Επιθέσεις κατά ατόμων και φορέων ΛΟΑΤΚΙ

Συγκεκριμένα, το Δίκτυο κατέγραψε 44 περιστατικά επιθέσεων κατά ατόμων ΛΟΑΤΚΙ για το 2019 (25 λόγω ταυτότητας φύλου, 16 λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού και 3 περιστατικά λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού/ταυτότητας φύλου). Οι καταγεγραμμένες επιθέσεις κατά ΛΟΑΤΚΙ περιλαμβάνουν λεκτικές επιθέσεις και επιθέσεις σωματικής βίας και αποτυπώνουν μοτίβα κάθε δυνατής έντασης.

Επιθέσεις λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού

Από τα 44 περιστατικά κατά ΛΟΑΤΚΙ, στα 16 περιστατικά στοχοποιήθηκαν τα θύματα λόγω
σεξουαλικού προσανατολισμού.

Θύματα: 8 περιστατικά κατά ανδρών, 5 κατά γυναικών, 1 κατά μη δυικού ατόμου καθώς και 1 κατά ατόμου που αυτοπροσδιορίζεται ως queer. Τέλος, 1 περιστατικό έλαβε χώρα κατά υπερασπιστών των δικαιωμάτων των ΛΟΑΤΚΙ ατόμων. Ηλικία θυμάτων: σε 3 περιστατικά τα θύματα ήταν 14-18 ετών, σε 7 περιστατικά τα θύματα ήταν μεταξύ 19 και 31 ετών, σε 5 περιστατικά ήταν μεταξύ 31-56. Οι επιθέσεις περιλαμβάνουν κυρίως λεκτική (απειλές/εξύβριση) αλλά και σωματική βία, ενώ σε 8 περιστατικά τα θύματα δήλωσαν ότι είχαν υποστεί και άλλες επιθέσεις στο παρελθόν.

Δράστες: Σε 12 περιστατικά οι δράστες ήταν άνδρες, εκ των οποίων 1 ανήλικος, σε 1 περιστατικό ήταν γυναίκα, ενώ σε 3 περιστατικά οι δράστες ήταν γυναίκες και άντρες, με τη συμμετοχή μίας (1) ανήλικης. Επίσης, οι ηλικίες των δραστών εμφανίζουν μεγάλη διασπορά και κυμαίνονται από τα 16 έως και τα 60 έτη.

Το Δίκτυο έχει επισημάνει με βάση τις καταγραφές του ότι κάθε διαπληκτισμός ή ένταση δύναται να καταλήξει, έστω και αν δεν είναι εξαρχής, σε έγκλημα με ρατσιστικά χαρακτηριστικά.

Το 2019, καταγράφηκε περιστατικό στο οποίο ενώ ο διαπληκτισμός ξεκίνησε με αφορμή τη στάθμευση αυτοκινήτου υπαλλήλου του θύματος σε χώρο που ανήκε στον γείτονα του, κατέληξε σε ομοφοβική επίθεση από τον γείτονα, τάση που έχει προκύψει και σε παλαιότερες καταγραφές του Δικτύου.

Μεταξύ των επιθέσεων που καταγράφηκαν ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει στα ενδοοικογενειακά περιστατικά που συνήθως λαμβάνουν χώρα με την αποκάλυψη των σεξουαλικών προτιμήσεων ή της ταυτότητας φύλου του παιδιού στους γονείς. Στις περιπτώσεις αυτές, οι γονείς από προστάτες του παιδιού γίνονται δράστες. Στα περιστατικά του 2019 εντοπίζονται και ενδο-σχολικές ή ενδο-πανεπιστημιακές επιθέσεις τόσο από συμμαθητές των θυμάτων όσο και από εκπαιδευτικούς. Τα τελευταία ευρήματα εντείνουν την ανησυχία του Δικτύου, δεδομένου ότι η οικογένεια και το σχολείο αποτελούν κοινωνικές δομές μέσα στις οποίες το άτομο θα έπρεπε να απολαμβάνει αποδοχή και ασφάλεια.

Επίσης, το Δίκτυο διαπιστώνει τη διασπορά των επιθέσεων κατά ατόμων λόγω σεξουαλικού
προσανατολισμού σε πολλά και διαφορετικά πεδία του δημόσιου χώρου. Επιθέσεις έχουν καταγραφεί τόσο σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης όσο και στο δρόμο, σε εστιατόρια ή έξω από
κλαμπ, στην παραλία αλλά και σε σούπερ-μάρκετ. Τα θύματα, ενώ βρίσκονται σε καθημερινές τους δραστηριότητες, μόνα, με φίλους τους ή τον/την σύντροφό τους, καταλήγουν να δέχονται αρχικά λεκτικές επιθέσεις με ομοφοβικούς χαρακτηρισμούς και φράσεις και πολύ συχνά καταλήγουν στο να δέχονται σωματική βία. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση ομόφυλου ζευγαριού, το οποίο, περπατώντας σε κεντρικό δρόμο της Αθήνας, όπως δήλωσαν τα ίδια τα θύματα, δέχθηκε αρχικά λεκτική και στη συνέχεια σωματική βία από δύο ένστολους. Το ζευγάρι, μετά το πέρας του περιστατικού, κάλεσε την αστυνομία για καταγγελία.

Κατά το 2019, συνεχίστηκαν οι διαδικτυακές επιθέσεις κατά της οργάνωσης Colour Youth. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι ανήλικο άτομο με αφορμή δημοσίευση φωτογραφίας από την παρέλαση υπερηφάνειας στη σελίδα της Colour Youth απάντησε με φωτογραφίες ατόμων που πατάνε και καίνε σημαίες με το ουράνιο τόξο, καθώς και φωτογραφία ενός άντρα σοβαρά χτυπημένου, ενώ γύρω του φαίνονταν χαμογελαστοί οι δράστες. Η φωτογραφία είχε το σχόλιο:

«Τα ορθόδοξα αδέρφια μας ξέρουν τι κάνουν, μόνο εδώ τους έχουμε δώσει
τόσο αέρα.»

Το Δίκτυο επισημαίνει ότι οι επιθέσεις κατά υπερασπιστών των δικαιωμάτων παρουσιάζουν το χαρακτηριστικό ότι οι δράστες τούς ταυτίζουν με τα άτομα που υπερασπίζονται. Ταυτόχρονα, αν και οι υπερασπιστές των ΛΟΑΤΚΙ ατόμων δεν ανήκουν πάντα στην κοινωνική αυτή ομάδα, οι οργανώσεις που στοχοποιούνται έχουν όντως συγκροτηθεί από τη ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα και επομένως οι επιθέσεις έχουν αυξημένο αντίκτυπο. Με βάση τη μαρτυρία οι δράστες του περιστατικού στη φωτογραφία ήταν Ρώσοι.

Επιθέσεις λόγω ταυτότητας φύλου

Κατά το 2019, καταγράφηκαν 25 περιστατικά λόγω ταυτότητας φύλου.

Θύματα: 14 περιστατικά κατά γυναικών ηλικίας 23-52 ετών και 8 περιστατικά κατά ανδρών 12- 32 ετών καθώς, 2 περιστατικά κατά μη δυικών ατόμων καθώς και 1 περιστατικό κατά άφυλου ατόμου.

Κατά το 2019, καταγράφηκαν 17 περιστατικά λεκτικής βίας, 2 περιστατικά σωματικής βίας, σε συνδυασμό με εξύβριση ή απειλές, 2 περιστατικά ασέλγειας και προσβολής γενετήσιας αξιοπρέπειας καθώς και 2 περιστατικά βιασμού (το ένα περιστατικό αφορούσε ανήλικο άτομο).

Δράστες: Σε 18 περιστατικά οι δράστες ήταν άνδρες, ηλικίας από 13 έως 80 έτη. Σε 5 περιστατικά ήταν γυναίκες, ηλικίας από 12 έως 55 έτη, ενώ σε 2 περιστατικά οι δράστες ήταν γυναίκες και άντρες.

Όπως έχει τονιστεί και στις προηγούμενες εκθέσεις, τα θύματα βίας λόγω ταυτότητας φύλου
συχνά υφίστανται πολλαπλές επιθέσεις εντός της οικίας τους, ενώ στοχοποιούνται από τη γειτονιά τους, άτομα του εργασιακού τους χώρου ή και εντελώς άγνωστα άτομα. Κατά το 2019 καταγράφηκε μια τάση συμπεριφορών, οι οποίες ενέχουν προβληματική και έντονα παρενοχλητική μεταχείριση διεμφυλικών ατόμων από οικογένεια, συμμαθητές, εργοδότες και συναδέλφους, δημοσίους λειτουργούς, αλλά και απλούς πολίτες, με στόχο την αμφισβήτηση του αυτοπροσδιορισμού του ατόμου. Χαρακτηριστική είναι η μαρτυρία τρανς γυναίκας η οποία υπό την απειλή της σωματικής της ακεραιότητας, από τον ίδιο της τον αδελφό, εξαναγκάστηκε να κάψει τα ρούχα της επειδή «δεν ήταν αντρικά». Το Δίκτυο στο σημείο αυτό θα ήθελε να υπενθυμίσει την ακόμη επίκαιρη διαπίστωση του Επιτρόπου του Συμβουλίου της Ευρώπης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, Nils Muižnieks, σε παλαιότερη δήλωση του ότι, ενώ τα ΛΟΑΤΚΙ άτομα απολαμβάνουν μεγαλύτερη από ποτέ προστασία σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, αγωνίζονται ακόμα να απολαύσουν βασικές ελευθερίες και δικαιώματα σε περιβάλλοντα όπου η ομοφοβία και η τρανσοφοβία είναι ευρέως διαδεδομένα.

Εκτός από συμπεριφορές με τις οποίες παρενοχλούνται τρανς άτομα κατά την επαφή τους με
δημόσιους λειτουργούς, κάτι που θα αναλυθεί στις οικείες ενότητες, το Δίκτυο
θέλει να σταθεί στα περιστατικά λεκτικής βίας που δέχονται κατ’ επανάληψη τα τρανς άτομα
κατά τη φυλομετάβασή τους. Από τις καταγραφές αυτές, γίνεται αντιληπτό ότι τα τρανς άτομα υφίστανται σχεδόν καθημερινά λεκτική βία η οποία εντατικοποιείται όσο προχωρά η φυλομετάβαση και γίνεται πιο ορατή. Θύμα τέτοιων επιθέσεων δήλωσε, χαρακτηριστικά, σε σχέση με μία πολύ συχνή μορφή τέτοιου τύπου περιστατικών κατά τρανς ατόμων, την εν γνώσει αναφορά σε λάθος γένος (misgendering):

«Η αναφορά, και μάλιστα η ηθελημένη και εν γνώσει αναφορά σε λάθος γένος, στιγματίζει, κακοποιεί και αποτελεί απεχθή βία για λόγους ταυτότητας φύλου, καθώς αμφισβητεί την ταυτοτική υπόσταση των τρανς προσώπων και θέτει σε διακινδύνευση την προστασία της προσωπικότητάς τους καθώς αναπόσπαστο στοιχείο της προσωπικότητας των τρανς ανθρώπων αποτελεί η ταυτότητα φύλου τους…».

Παράλληλα, το Δίκτυο διαπιστώνει ότι σε σημαντικό αριθμό των περιστατικών επιθέσεων λόγω ταυτότητας φύλου οι δράστες είναι άτομα από τον εργασιακό χώρο του θύματος. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση τρανς γυναίκας που υπέστη ασέλγεια και προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας από άτομο του περιβάλλοντος του εργοδότη της, γεγονός που συνετέλεσε στο να χάσει τη δουλειά της, ενώ σε άλλη περίπτωση τρανς γυναίκα, εργαζόμενη στο σεξ, υπέστη  λιθοβολισμό κατά τη διάρκεια της εργασίας της από άγνωστους δράστες. Επίσης, όπως προαναφέρθηκε, διεμφυλικά άτομα αντιμετωπίζουν μεγάλες προκλήσεις σε σχέση με την αποδοχή ή μη εντός του σχολικού ή πανεπιστημιακού περιβάλλοντος. Προκλήσεις για τις οποίες είναι υπεύθυνοι ακόμη και οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί, είτε ως δράστες, είτε λόγω της απροθυμίας τους να προστατεύσουν το θύμα.

Ως προς τον τύπο των εγκληματικών πράξεων, το Δίκτυο δεν μπορεί παρά να σταθεί στα περιστατικά των δύο βιασμών που κατέγραψε κατά το 2019. Το πρώτο περιστατικό αφορά τρανς γυναίκα από το Πακιστάν, η οποία έπεσε θύμα βιασμού από ομάδα ανδρών στην περιοχή γύρω από τη Δομή φιλοξενίας του Σκαραμαγκά.

«Το θύμα αρχικά διέμενε σε σπίτι με συμπατριώτες (της) απ’ όπου έφυγε μετά
από σεξουαλική παρενόχληση που δέχθηκε από τους συγκατοίκους (της).

[…] Κατευθύνθηκε προς το κέντρο υποδοχής Σκαραμαγκά. Αποφάσισε να μείνει
έξω από το camp (μιας και δεν τη δέχτηκαν εντός) καθώς στο ίδιο σημείο μένουν και άλλα άτομα που δεν έχουν σταθερή κατοικία…».

Το θύμα δέχτηκε αρχικά λεκτική επίθεση από 3 άνδρες, μάλλον αλλοδαπής καταγωγής, όπω δήλωσε το ίδιο το θύμα. Στη συνέχεια άρχισαν να τη χτυπούν, ενώ δύο από τους τρεις δράστες τη βίασαν. Το γεγονός ότι το θύμα στερούνταν καθεστώτος διαμονής στη χώρα φαίνεται να επιδείνωσε τη θέση της στην πρόσβαση σε ασφαλή χώρο διαμονής, μιας και συνέχισε να ζει ως άστεγη στο σημείο όπου έλαβε χώρα το περιστατικό. Στη σημείο αυτό, το Δίκτυο θα ήθελε να υπενθυμίσει πως τροποποιήσεις του θεσμικού πλαισίου προκειμένου να προστατεύονται τα θύματα ρατσιστικού εγκλήματος που στερούνται καθεστώτος διαμονής στη χώρα όπως η άδεια παραμονής για ανθρωπιστικούς λόγους σύμφωνα με το άρ. 19Α ν. 4251/2014, όπως τροποποιήθηκε από το ν. 4332/2015, κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση. Ωστόσο, τέτοιου είδους προβλέψεις που αποτελούν υψίστης σημασίας κατοχύρωση προστασίας για τα θύματα, θα πρέπει να αποτελούν μέρος ενός ευρύτερου πλαισίου ενημέρωσης και παροχής υποστηρικτικών υπηρεσιών.

Το δεύτερο περιστατικό βιασμού (κατά ανηλίκου) μαρτυρά ότι η βία μεταξύ ανηλίκων δύναται να εκδηλωθεί με ιδιαίτερα σκληρό τρόπο κατά παιδιών που στοχοποιούνται γιατί θεωρείται ότι διαφέρουν. Στο συγκεκριμένο σκληρό περιστατικό, το γεγονός ότι ο διευθυντής του σχολείου, όταν ενημερώθηκε, δεν προέβη άμεσα στην καταγγελία του περιστατικού, αλλά ζήτησε χρόνο περισυλλογής για τις επόμενες ενέργειές του, δημιουργεί θεσμικά ερωτήματα για την έγκαιρη και κατάλληλη διαχείριση τέτοιων περιστατικών από την ευρύτερη σχολική κοινότητα. Το Δίκτυο έχει ήδη καταλήξει σε παρόμοια διαπίστωση από το 2015, στην Ετήσια Έκθεσή του, με αφορμή σχετικά περιστατικά βίας.