Σ. Αναγνωστοπούλου στο newsique: «Διαπαιδαγωγούν την κοινωνία στον φόβο»

«Η συζήτηση για το (ένα) σπίτι του Τσίπρα (ή οποιουδήποτε άλλου) εν μέσω πανδημίας και νεκρών συνιστά αναισθησία και πλήγμα στον πυρήνα της πολιτικής και κοινωνικής ηθικής. Ρίχνει τόνους λάσπης κατεξοχήν στον καθρέφτη που επιλέγει αυτή η κυβέρνηση να βάλει μπροστά στο πρόσωπο μιας αποκαμωμένης κοινωνίας για να καθρεφτιστεί» επισημαίνει η Τομεάρχης Πολιτισμού του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία Σία Αναγνωστοπούλου.

Στην συνέντευξή της στο newsique.gr τονίζει πως υπάρχει μείζον θέμα δημοκρατίας στη χώρα που επικεντρώνεται στην ενημέρωση και στα μέσα καταστολής με αυταρχισμό.

 

Συνέντευξη στη Βούλα Κεχαγιά

 

Οι ρυθμίσεις προωθούνται για τις αρχαιότητές μας; Ο Έλγιν ξανάρχεται; Πώς σκοπεύετε να αντιδράσετε ως αξιωματική αντιπολίτευση πέραν του να καταγγέλλετε αυτήν την εξέλιξη;

Ο Αρχαιολογικός Νόμος του 2002, νόμος συνταγματικής περιωπής, εδραίωσε στη χώρα μας τη σύγχρονη μουσειακή αντίληψη: κινητικότητα, εξωστρέφεια, πολιτιστική διπλωματία, πρωτίστως όμως προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς. Δηλαδή, ανταλλαγή συλλογών, αμοιβαιότητα, περιοδικές εκθέσεις στο εξωτερικό κλπ, διάρκειας πέντε συν πέντε χρόνων (σύνολο 10 χρόνια), με επέκταση –αν ήταν σκόπιμο- για άλλα πέντε. Επομένως, η χώρα διέθετε ισχυρό θεσμικό πλαίσιο εξωστρέφειας και λειτουργίας της πολιτιστικής κληρονομιάς ως ισχυρού εργαλείου πολιτιστικής διπλωματίας. Πολλές ελληνικές εκθέσεις στο εξωτερικό δημιούργησαν πολιτιστικό γεγονός και αναβάθμισαν το διπλωματικό κεφάλαιο της χώρας, ενώ σημαντικές συλλογές ξένων Μουσείων ήρθαν στη χώρα και εμβληματικά έργα πολιτισμού έγιναν γνωστά στους Έλληνες. Στο νέο νόμο της κ. Μενδώνη, «ξηλώνεται» με ύπουλο και αυθαίρετο τρόπο ο Αρχαιολογικός Νόμος και αλλάζει η μουσειακή πολιτική της χώρας, χωρίς καμιά διαβούλευση με τους ειδικούς και την κοινωνία των πολιτών. Θεσμοθετεί λοιπόν, αυθαίρετα, πρόχειρα, σχεδόν υπό τον πανικό μιας υπαρκτής αλλά αδιευκρίνιστης σε όλους εμάς πίεσης, την εξαγωγή πλέον των αρχαιοτήτων για μια κραυγαλέα μεγάλη χρονική διάρκεια, η οποία αναπροσαρμόστηκε με «μπακαλίστικη» λογική, ανάρμοστη για ένα τόσο σημαντικό θέμα: για έναν αιώνα (50 και 50 χρόνια) στην αρχή, για μισό αιώνα (25 συν 25 χρόνια) μετά την κατακραυγή. Χωρίς καμιά επιστημονική αιτιολόγηση λοιπόν, η υπουργός αποφάσισε τη μοίρα των αρχαιοτήτων, σαν να πρόκειται για δική της περιουσία. Το αναχρονιστικό και χλευαστικό για την πολιτιστική κληρονομιά επιχείρημα σύμφωνα με το οποίο στις αποθήκες των Μουσείων αραχνιάζουν κλεισμένα ευρήματα –οπότε ας «σπρώξουμε» το αχρείαστο εμπόρευμα- είναι έξω από κάθε λογική. Απλώς να σημειώσω ότι οι αποθήκες των Μουσείων πρέπει να είναι γεμάτες, μεταξύ άλλων για λόγους έρευνας αλλά και ανατροφοδότησης των εκθεμάτων. Αυτή η λογική προσιδιάζει απολύτως στην πάλαι ποτέ λογική των αποικιοκρατών –οι ντόπιοι είναι αμόρφωτοι και απολίτιστοι, ας πάρουμε εμείς τις αρχαιότητες που είμαστε πολιτισμένοι. Τελικά η ΝΔ υπονομεύει το τεράστιο συγκριτικό πλεονέκτημα της χώρας, στο οποίο άλλωστε θεμελιώθηκε η σύγχρονη αντιαποικιακή μουσειακή πολιτική –οι αρχαιότητες στον τόπο που γεννήθηκαν- και τις βάζει σε επικίνδυνες, νεοαποικιακής, νεοφιλελεύθερης κοπής περιπέτειες: όλα είναι εμπόρευμα, εμείς οι «άριστοι» ας το εκμεταλλευτούμε. Έτσι κι αλλιώς οι ντόπιοι είναι αμόρφωτοι (θυμηθείτε τον καγχασμό της κ. Μενδώνη για τους πολίτες που διαμαρτυρήθηκαν για το «τσιμέντωμα» της Ακρόπολης και θα αντιληφθείτε τι σημαίνει περιφρόνηση της κοινωνίας).

Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ δεν κατάγγειλε. Ανέδειξε, όπως οφείλει θεσμικά, μέσα στη Βουλή καταρχάς το πρόβλημα. Θα συνεχίσουμε βέβαια και μετά τη Βουλή. Έχοντας ως δεδομένο ότι για την πολιτιστική κληρονομιά –για τον δημόσιο πλούτο δηλαδή της χώρας- δεν αποφασίζουν αυθαίρετα και με περιορισμένα επιστημονικά εργαλεία, ούτε η υπουργός ούτε οι βουλευτές, θα ανοίξουμε μια μεγάλη συζήτηση με τους επιστήμονες αλλά και τους φορείς της κοινωνίας. Οι πολίτες έχουν συνταγματικό καθήκον να υπερασπίσουν την κληρονομιά τους.

Όπως στην περίπτωση των Αρχαιοτήτων της Θεσσαλονίκης, όπου η υπουργός, αυθαιρετώντας και υπό τον πανικό της εκτέλεσης της εντολής του πρωθυπουργού κ. Μητσοτάκη, ρεζίλεψε διεθνώς τη χώρα –το ψήφισμα της παγκόσμιας ΓΣ του ICOMOS είναι κόλαφος για τη χώρα μας- όπως στην περίπτωση της Ακρόπολης και του τσιμέντου, δεν μένουμε με σταυρωμένα χέρια. Συζητάμε με τους ειδικούς και με φορείς της κοινωνίας, με όλους τους πολίτες οι οποίοι δεν έχουν σκοπό να αφήσουν την ιδεοληπτική Δεξιά του κ. Μητσοτάκη να καταστρέφει αυτό που αποτελεί περιουσία και το σημαντικότερο αναπτυξιακό εργαλείο της χώρας. Δηλαδή την πολιτιστική κληρονομιά. Να σημειώσω για την Ιστορία ότι το ψήφισμα του ICOMOS δικαιώνει τις φωνές της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας, των φορέων πολιτών της Θεσσαλονίκης, και βέβαια την πολιτική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.

 

 «Το αναχρονιστικό και χλευαστικό για την πολιτιστική κληρονομιά επιχείρημα σύμφωνα με το οποίο στις αποθήκες των Μουσείων αραχνιάζουν κλεισμένα ευρήματα –οπότε ας «σπρώξουμε» το αχρείαστο εμπόρευμα- είναι έξω από κάθε λογική»

 

Ολοένα και πυκνώνουν οι φωνές στο κόμμα σας που κάνουν λόγο για αντιδημοκρατικές συμπεριφορές της κυβέρνησης. Υπάρχει ζήτημα Δημοκρατίας στη χώρα;

Υπάρχει μείζον θέμα πια δημοκρατίας που επικεντρώνεται σε δύο κατεξοχήν πεδία: την ενημέρωση και τη δραματική συρρίκνωση του δημόσιου χώρου. Σε ό,τι αφορά την ενημέρωση, την πλουραλιστική ενημέρωση, που αποτελεί πυλώνα για τη διαμόρφωση της ίδιας της έννοιας του πολίτη με κριτική και ελεύθερη σκέψη, η νεο-Δεξιά του κ. Μητσοτάκη έχει επιβάλει μια απειλητική μονοφωνία. Μια καλά πληρωμένη μονοφωνία για την οποία η χώρα κατατάσσεται πλέον –σύμφωνα με την ΕΕ- στο επίπεδο χωρών όπως η Ουγγαρία. Με άλλα λόγια, μητσοτακισμός όπως ορμπανισμός. Σε ό,τι αφορά τον δημόσιο χώρο, η ΝΔ τον περιστέλλει με αυταρχισμό και μέσα καταστολής. Πολύ πριν από την πανδημία, η κυβέρνηση φρόντισε να κάνει επίδειξη δύναμης, με «επιδρομές» εκφοβισμού κυρίως των νέων –για παράδειγμα, επιδρομή σε κινηματογραφική αίθουσα- αλλά και με διαπαιδαγώγηση της κοινωνίας στον φόβο: φόβο για τον δημόσιο χώρο ώστε να εμπεδωθεί η συνείδηση ότι αυτός είναι οιονεί πηγή αταξίας, αναρχίας και εντέλει εγκληματικότητας. Ο νόμος για τις διαδηλώσεις ακριβώς αυτή τη συνείδηση επιδιώκει να εμπεδώσει.

Η πανδημία χρησιμοποιήθηκε ως η μεγάλη ευκαιρία προκειμένου να αλλάξουν βίαια και εκφοβιστικά οι συνειδήσεις. Ο δημόσιος χώρος, οι πλατείες, τα πεζοδρόμια, στοχοποιήθηκαν ως εστίες υπερμετάδοσης και οι νέοι ως απειλή για τη δημόσια υγεία. Η αυταρχική Δεξιά πάντα έτρεμε τον δρόμο και τη νεολαία που δεν μπαίνει σε καλούπια, που δεν «βαδίζει» σε οριοθετημένους «μεγάλους περίπατους» αλλά επιδιώκει να ανοίγει τους δρόμους και να επινοεί δικούς της περιπάτους. Αυτούς φοβάται η Δεξιά, τους νέους «περιπάτους», τους νέους «δρόμους», αυτό δηλαδή που επιδιώκει διαρκώς και αγωνιστικά η δημοκρατία. Οι αυθαίρετες και αντισυνταγματικές αποφάσεις τόσο για την επέτειο του Πολυτεχνείου όσο και της δολοφονίας του Αλέξη Γρηγορόπουλου, στόχευαν όχι μόνο στην απαγόρευση των τωρινών εκδηλώσεων. Στόχευαν κυρίως στην ύπουλη εδραίωση της συνείδησης κάποιων «αχρείαστων» εκδηλώσεων μνήμης –αχρείαστων και οιονεί επικίνδυνων.

Η αστυνομοκρατία στα Πανεπιστήμια, με ένστολους και χειροπέδες, συνιστά ταπείνωση όλης της δημοκρατικής παράδοσης της χώρας, στην οποία αντιστέκονται όχι μόνο οι διδασκόμενοι αλλά και οι διδάσκοντες.

 

Πώς αντιμετωπίζεται αυτό εν μέσω πανδημίας;

Το δικαίωμα στη διαμαρτυρία, τη διεκδίκηση και την αντίσταση δεν περιστέλλεται ποτέ. Η τήρηση των υγειονομικών πρωτοκόλλων, ο σεβασμός στη δημόσια υγεία αποτελούν τις προϋποθέσεις για να ασκηθεί σε συνθήκες πανδημίας το δικαίωμα στον «δρόμο». Το δικαίωμα όμως δεν είναι απειλή. Σε όλες τις χώρες του κόσμου δεν έχει απαγορευθεί το δικαίωμα. Ούτε και στη χώρα μας λοιπόν, ό,τι κι αν μηχανευθεί ο κ. Χρυσοχοϊδης, ο οποίος πρέπει να αντιληφθεί ότι ο θεσμικός του ρόλος δεν είναι να επιβάλλει το μητσοτακισμό  αλλά να υπερασπίζει τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου.

«Η πανδημία χρησιμοποιήθηκε ως η μεγάλη ευκαιρία προκειμένου να αλλάξουν βίαια και εκφοβιστικά οι συνειδήσεις»

 

Η κυβέρνηση ποντάρει στην “έλευση” του εμβολίου, δίνει όμως την εντύπωση ότι στο μεταξύ δεν κάνει τίποτα για να διαχειριστεί την πανδημική κρίση. Εσείς μιλάτε για εγκληματικές ευθύνες…

Η κυβέρνηση άφησε με απίστευτη και συγγνωστή ανεμελιά την κοινωνία στο έλεος του δεύτερου κύματος της πανδημίας. Λέω «συγγνωστή» γιατί είχε σχέδιο, ένα σχέδιο γεμάτο νεοφιλελεύθερες ιδεοληψίες. Ένα σχέδιο που θέλησε να εφαρμόσει με κάθε κόστος. Αυτές οι ιδεοληψίες λειτούργησαν αποτρεπτικά στην οποιαδήποτε εκπόνηση σχεδίου όταν ξέσπασε η πανδημία, κυρίως το σφοδρό δεύτερο κύμα. Άφησε λοιπόν τη χώρα με ιδεοληπτική αναλγησία χωρίς όπλα, χωρίς ενίσχυση του δημόσιου συστήματος υγείας, χωρίς ενίσχυση του δημόσιου συστήματος παιδείας, χωρίς ενίσχυση των ΜΜΜ, χωρίς ενίσχυση της κοινωνίας –των εργαζομένων και των άνεργων. Δυστυχώς ο αριθμός των νεκρών δίνει μια θλιβερή πρωτιά στη χώρα και ο πρωθυπουργός έχει πολιτική ευθύνη γι αυτό. Το εμβόλιο λανσάρεται ως πανάκεια. Ο εμβολιασμός είναι έτσι κι αλλιώς ένα ισχυρό εργαλείο για να αντιμετωπιστεί και αυτή η πανδημία, όπως πολλές άλλες ασθένειες στο παρελθόν. Όμως, το εμβόλιο δεν μπορεί να λύσει τα χρόνια προβλήματα που υπήρχαν στο δημόσιο σύστημα υγείας και που η πανδημία κατέστησε υπερεπείγοντα. Σε όλο τον κόσμο διαμορφώνεται ένα ισχυρό μέτωπο κατά των νεοφιλελεύθερων πολιτικών που κυριάρχησαν επί χρόνια και που υπονόμευσαν το κοινωνικό κράτος. Τα δημόσια συστήματα υγείας, παιδείας, κοινωνικών δομών, η άρση των ανισοτήτων είναι στον πυρήνα πλέον του προοδευτικού, ριζοσπαστικού μεταρρυθμισμού. Η ΝΔ στον προϋπολογισμό του 2021 κάνει δραστικές περικοπές σε όλες τις δημόσιες πολιτικές (πρωτίστως στην υγεία και την παιδεία). Γι αυτό μίλησα για συγγνωστό σχέδιο.

 

Εκ παραλλήλου η κατάσταση στην οικονομία είναι τραγική και δεν φαίνεται φως στο τούνελ. Θα μπορούσε η εικόνα να είναι καλύτερη όμως μεσούσης της κρίσης;

Σαφέστατα θα μπορούσε να αφήνει σημάδια αισιοδοξίας και κυρίως η κοινωνία να διατηρεί δυνάμεις για τη μετά-πανδημία εποχή. Η κυβέρνηση είχε μέσα σε αυτή την πανδημία κάποια ισχυρά όπλα στα χέρια της. Το μαξιλάρι των 37 δισ. ευρώ και κυρίως πλήρη ελευθερία από ευρωπαϊκούς καταναγκασμούς. Το Ταμείο Ανάκαμψης από την άλλη πρόσφερε χώρο στην κυβέρνηση για εμπροσθοβαρείς πολιτικές που θα μείωναν το βάθος και την ένταση της οικονομικής κρίσης, αφού μέσα στο 2021 θα υπάρχουν τα εργαλεία από το Ταμείο. Με σχέδιο λοιπόν αποφάσισε ότι θα κάνει τις λιγότερες δυνατές δαπάνες (είμαστε στις τελευταίες θέσεις για δαπάνες αντιμετώπισης της πανδημίας), ενώ μοίραζε αφειδώς χρήμα σε απευθείας αναθέσεις, στα ΜΜΕ, κλπ. Είναι χαρακτηριστικό ότι εν αναμονή του δεύτερου κύματος πανδημίας η υπουργός Παιδείας νομοθετούσε υπέρ των σχολαρχών ιδιωτικών σχολείων και όχι για την ενίσχυση του δημόσιου συστήματος εκπαίδευσης. Είναι χαρακτηριστικό επίσης ότι, παρά τα χρήματα προς τις ιδιωτικές κλινικές, αυτές δεν κλήθηκαν να δώσουν χείρα βοηθείας στο δημόσιο σύστημα υγείας.

«Η κυβέρνηση άφησε με απίστευτη και συγγνωστή ανεμελιά την κοινωνία στο έλεος του δεύτερου κύματος της πανδημίας»

 

Ανησυχείτε για την συνολική εικόνα της χώρας όμως η κυβέρνηση δηλώνει με όλους τους τρόπους ότι τα πάει καλά…

Από τη γωνία που βλέπει η Δεξιά την κοινωνία, βεβαίως τα πάει καλά. Γιατί από τη δική της γωνία θέασης τα μεγαλύτερα τμήματα της κοινωνίας είναι αόρατα. Κι αυτή είναι η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στη Δεξιά και την Αριστερά. Δεν είναι θέμα λοιπόν λάθους εκτίμησης των πραγμάτων –κάτι αναμενόμενο ειδικά σε φάση κρίσης. Δεν είναι θέμα αστοχιών ή παραλείψεων ή καλύτερης ή χειρότερης διαχείρισης της κρίσης. Είναι ζήτημα θέασης της κοινωνίας. Αυτό είναι το κομβικό σημείο ειδικά σε φάσεις κρίσης: ή βλέπεις την κοινωνία στο εύρος της και ρίχνεις δυνατό φως εκεί όπου η απειλή της φτώχειας ελλοχεύει ή την βλέπεις αποσπασματικά και ρίχνεις στο απόλυτο σκοτάδι αυτά τα τμήματα που δεν ανατρέπουν, αντιθέτως διευκολύνουν το νεοφιλελεύθερο σχέδιο σου ακόμα κι αν περιθωριοποιηθούν. Προσωπικά θεωρώ ότι η φράση «αν είχαμε περισσότερες ΜΕΘ θα είχαμε περισσότερους νεκρούς» συμπυκνώνει το ανατριχιαστικό νόημα του διαχωρισμού ανάμεσα σε ορατούς και αόρατους. Οι περισσότερες ΜΕΘ –όλοι το καταλαβαίνουμε- αφορούν τους αόρατους, και όχι φυσικά τους ορατούς.

 

Στην πολιτική αντιπαράθεση μπήκε ξαφνικά και η παραθεριστική κατοικία που νοικιάζει ο πρόεδρος του κόμματός σας. Διαφωνείτε ότι όλα πρέπει να είναι στο φως;

Φυσικά, όλα στο φως για τα δημόσια πρόσωπα. Ο Τσίπρας τα έδωσε στο φως (δηλαδή για το ένα ενοικιαζόμενο σπίτι). Ας δώσουν λοιπόν στο φως οι πάντες τα δάνειά τους, τις ρυθμίσεις δανείων, τα σπίτια, τις επαύλεις τους, κλπ. Όμως αυτού του είδους η συζήτηση για το (ένα) σπίτι του Τσίπρα (ή οποιουδήποτε άλλου) εν μέσω πανδημίας και νεκρών συνιστά αναισθησία και πλήγμα στον πυρήνα της πολιτικής και κοινωνικής ηθικής. Ρίχνει τόνους λάσπης κατεξοχήν στον καθρέφτη που επιλέγει αυτή η κυβέρνηση να βάλει μπροστά στο πρόσωπο μιας αποκαμωμένης κοινωνίας για να καθρεφτιστεί. Δεν τη φτάνει η θλίψη για τους νεκρούς, ο φόβος της ασθένειας (όχι μόνο της πανδημίας), ο φόβος για το δυσοίωνο οικονομικά αύριο, η μονοφωνία στην ενημέρωση. Η ΝΔ αποτελειώνει την κοινωνία με έναν καθρέφτη λασπωμένο, στον οποίο τα προβλήματα επιβίωσής της, οι δρόμοι μιας κάποιας αισιοδοξίας, καλύπτονται κάτω από τόνους λάσπης. Είναι προσβλητική και βαθιά περιφρονητική αυτή η αντιμετώπιση της κοινωνίας, και ο κ. Μητσοτάκης έχει προσωπικά την πολιτική ευθύνη.

«Ρίχνει τόνους λάσπης κατεξοχήν στον καθρέφτη που επιλέγει αυτή η κυβέρνηση να βάλει μπροστά στο πρόσωπο μιας αποκαμωμένης κοινωνίας για να καθρεφτιστεί»

 

Το Συμβούλιο Κορυφής δεν έφερε ούτε αυτήν τη φορά κυρώσεις εις βάρος της Τουρκίας. Γιατί δεν πιέζει η ελληνική πλευρά;

Η ΝΔ πορεύτηκε στην εξωτερική πολιτική, όπως και στην εσωτερική. Με σχέδιο αλλά παλιάς και φθαρμένης κοπής. Ένα σχέδιο αδράνειας και συνεπακόλουθης εξάρτησης από ισχυρούς φίλους που θα «βοηθήσουν», αρκεί να «είμαστε καλά παιδιά». Αυτό το σχέδιο την απέτρεψε να δει και να διαμορφώσει στρατηγική αντιμετώπισης της μεγαλύτερης κρίσης της τελευταίας εικοσαετίας με την Τουρκία, των αλλαγών των συσχετισμών δυνάμεων στην περιοχή μας αλλά και διεθνώς, τις μεγάλες προκλήσεις των καιρών στις οποίες η χώρα μας βρίσκεται στο επίκεντρο. Και μέσα σε αυτές εννοώ βεβαίως και το προσφυγικό-μεταναστευτικό. Ήδη ως αξιωματική αντιπολίτευση η ΝΔ, αντί να «πατήσει» στη Συμφωνία των Πρεσπών, να «πατήσει» πάνω στους δρόμους που άνοιξε η εξωτερική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, να κατανοήσει τα εργαλεία διαμόρφωσης ανανεωμένης στρατηγικής, επέλεξε να εγκλωβιστεί για μικροπολιτικούς λόγους σε εθνικιστικά παραληρήματα και στη συνέχεια σε μια αλαζονεία εκτός τόπου και χρόνου. Ούτε τις κυρώσεις έβαλε σε έναν ενιαίο σχεδιασμό σε σχέση με την ΕΕ αλλά και το προσφυγικό, ούτε τις ελληνοτουρκικές σχέσεις στον ευρωτουρκικό διάλογο, ούτε μια ενεργητική πολιτική της χώρας σε μια μακρόπνοη στρατηγική. Τις κυρώσεις δεν ήξερε αν τις ήθελε ή δεν τις ήθελε, τις συνομιλίες με την Τουρκία επίσης, η πολιτική της για το προσφυγικό ήταν αυτή του πειθήνιου παρακολουθητή της προσφυγόφοβης πολιτικής της ΕΕ. Με την κρίση με την Τουρκία η κυβέρνηση βρέθηκε ουσιαστικά χωρίς σχέδιο, με μισή και κατακερματισμένη την εικόνα μπροστά στα μάτια της. Όλα αυτά μεταφράζονται σε ασύνδετες μεταξύ τους κινήσεις –ακόμα κι αυτές που πήγαιναν προς τη σωστή κατεύθυνση έμειναν μετέωρες, χωρίς συνέχεια. Η θέαση όλης της εικόνας στην εξωτερική πολιτική και συγχρόνως η θέαση εν τόπω και χρόνω, είναι τεράστιας σημασίας. Η ΝΔ του κ. Μητσοτάκη έχασε, όπως και στην πανδημία, και τον τόπο και τον χρόνο.

 

Βλέπετε πολιτικές εξελίξεις μετά την πανδημία;

Το τέλος της πανδημίας θα δώσει χώρο καταρχάς για την έκφραση των κοινωνικών εξελίξεων. Κι αυτές θα προσδιορίσουν και τις πολιτικές. Για την Αριστερά, οι κοινωνικές εξελίξεις είναι αυτές που δείχνουν τον δρόμο για τις πολιτικές. Ο προϋπολογισμός του 2021 πάντως δεν προοιωνίζεται τίποτα θετικό για την κοινωνία.

 

Η Σία Αναγνωστοπούλου είναι βουλευτής Αχαΐας ΣΥΡΙΖΑ Προοδευτική Συμμαχία – Τομεάρχης Πολιτισμού.