Ένα σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, όπως το ΚΙΝΑΛ, δεν έχει κανένα λόγο να συνεργαστεί ούτε με τη Νέα Δημοκρατία ούτε με τον ΣΥΡΙΖΑ, λέει ο κ. Γιώργος Καμίνης στη συνέντευξή του στο newsique.gr, με την επισήμανση πως στόχος του είναι να γίνει διεκδικητής της εξουσίας.
Ο βουλευτής Επικρατείας θεωρεί ότι η αλλαγή του ονόματος του κόμματος δεν είναι αυτή τη στιγμή το πιο σημαντικό, καθώς οι πολίτες αναμένουν να δουν την κατεύθυνση του και όχι να παρευρεθούν σε “βαφτίσια”, τονίζοντας ότι οι αποφάσεις που συνδέονται με τη φυσιογνωμία του κόμματος πρέπει να αφορούν στο πολιτικό και ιδεολογικό επίπεδο. Ο κ. Καμίνης χαρακτηρίζει αναποτελεσματικά και αποσπασματικά τα μέτρα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση για την ακρίβεια λέγοντας ότι προκαλούν θυμηδία σε όσους υποφέρουν από την κρίση.
Συνέντευξη στη Βούλα Κεχαγιά
Κύριε Καμίνη, οι επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία μετά τη ρωσική εισβολή δεν έχουν φανεί ακόμη απολύτως για τη χώρα μας. Θα είναι πιστεύετε μόνο οικονομικές ή και γεωπολιτικές;
Αυτή τη στιγμή στην Ουκρανία διαδραματίζεται, δίπλα ακριβώς στην τραγωδία που υφίσταται ο ουκρανικός λαός, μια ραγδαία αναδιάταξη του γεωπολιτικού σκηνικού, που πιθανολογώ ότι θα επηρεάσει τον κόσμο για το υπόλοιπο του αιώνα. Οι βεβαιότητες για τη λειτουργία του διεθνούς συστήματος διακυβέρνησης, που διαμορφώθηκαν μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και ειδικά μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, σιγά σιγά καταρρέουν. Υπάρχει ένας διάχυτος αναθεωρητισμός με ποικίλους εκφραστές, όχι μόνο στο πεδίο της στρατιωτικής ισχύος ή των συνόρων, αλλά και στο οικονομικό κομμάτι. Σε τελική ανάλυση, πρόκειται για την αναμέτρηση μεταξύ ενός αυταρχικού συγκεντρωτικού μοντέλου, που εκφράζεται από την Κίνα και τη Ρωσία, και ενός πλουραλιστικού δημοκρατικού μοντέλου, όπως εκφράζεται από τις χώρες της λεγόμενης Δύσης. Και η σύγκρουση αυτή θα συνεχίσει να μας απασχολεί στο μέλλον. Οι οικονομικές επιπτώσεις, οι οποίες είναι ήδη αισθητές σε όλους μας, είναι απότοκο των γεωπολιτικών αλλαγών, όπως είναι ξεκάθαρο πλέον από τη συζήτηση γύρω από την ενεργειακή κρίση και την εξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό φυσικό αέριο και πετρέλαιο.
Ποιος πρέπει να είναι ο ρόλος της χώρας μας απέναντι σ’ αυτές τις δραματικές εξελίξεις; Και ποια κατά τη γνώμη σας πρέπει να είναι η στάση μας απέναντι στην Τουρκία που αξιοποιεί την κατάσταση για να ενισχύσει τον ρόλο της;
Όπως πάντα, η Ελλάδα πρέπει να βρεθεί στο πλευρό του διεθνούς δικαίου, της διεθνούς νομιμότητας. Είναι μια στρατηγική επιλογή ζωτικής σημασίας για τη χώρα μας, γιατί κι εμείς αντιμετωπίζουμε έναν ακραία αναθεωρητικό γείτονα στην περιοχή μας. Στο πλαίσιο αυτό, φυσικά είναι θετική οποιαδήποτε προσπάθεια διαλόγου με την Τουρκία, όπως αυτή που είχαμε την προηγούμενη εβδομάδα στην Κωνσταντινούπολη μεταξύ του κ. Ερντογάν και του κ. Μητσοτάκη και η ανακοίνωση της έναρξης συζητήσεων για μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης. Είναι μια τραγική ειρωνεία, αλλά εύχομαι η διεθνής απομόνωση της Ρωσίας μετά την εισβολή στην Ουκρανία να νουθετήσει και τους πιο «θερμόαιμους» της αντίπερα όχθης να αντιληφθούν ότι τις διαφορές που μπορεί να έχουμε οφείλουμε να τις επιλύσουμε με διπλωματία και διάλογο. Δυστυχώς, οι πρόσφατες δηλώσεις του Υπουργού Άμυνας της Τουρκίας δείχνουν ότι υπάρχει ακόμη πολύ δρόμος για να φτάσουμε σε αυτό το σημείο.
Η ακρίβεια σαρώνει όλα τα νοικοκυριά. Αρκούν τα μέτρα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση;
Δυστυχώς τα μέτρα που ανακοίνωσε ο Πρωθυπουργός, εκτός του ότι έρχονται καθυστερημένα, είναι και αναποτελεσματικά. Η ενεργειακή κρίση προφανώς έχει ενταθεί λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, είχε όμως ήδη εκδηλωθεί. Από τον Σεπτέμβριο γνωρίζαμε ότι θα περάσουμε έναν δύσκολο χειμώνα. Και έρχεται με τραγική καθυστέρηση ο Πρωθυπουργός να ανακοινώσει κάποια αποσπασματικά μέτρα που προκαλούν θυμηδία σε όσους υποφέρουν από την κρίση. Εμείς επαναλαμβάνουμε τις δικές μας κοστολογημένες προτάσεις για πλαφόν στη ρήτρα αναπροσαρμογής του ηλεκτρικού ρεύματος, φορολόγηση των υπερκερδών των ηλεκτροπαραγωγών, μείωση του ΦΠΑ στα βασικά είδη διατροφής, μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στα καύσιμα, αύξηση του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ με ταυτόχρονη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 2% για το 2022 και ένα νέο ΕΚΑΣ για 350.000 χαμηλοσυνταξιούχους.
Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι τα δημοσιονομικά της χώρας δεν επιτρέπουν πιο γενναίες παρεμβάσεις. Ισχύει αυτό;
Μα, η ίδια η κυβέρνηση αυτοδιαψεύδεται στο κομμάτι αυτό. Μέχρι τώρα μόνο ειρωνεία επεφύλασσε για τις προτάσεις που διατυπώναμε εμείς, αλλά και κοινωνικοί εταίροι. Σήμερα έρχεται κατόπιν εορτής να ανακοινώσει μια σειρά από μέτρα που μέχρι πρότινος αρνείτο να λάβει. Άρα, περιθώρια για πιο καίριες παρεμβάσεις υπήρχαν. Και θα μπορούσαν να γίνουν περισσότερα. Άλλωστε, πολλές από τις προτάσεις, στις οποίες μόλις αναφέρθηκα, δεν αφορούν μόνο σε παροχές, λόγου χάρη ο ουσιαστικός έλεγχος της αγοράς ενέργειας και η έκτακτη φορολόγηση των υπερκερδών των παρόχων.
Τα πάντα είναι θέμα επιλογών. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας είχαμε την τέταρτη μεγαλύτερη δημοσιονομική επέκταση στον κόσμο, όπως επαίρεται η κυβέρνηση. Αξίζει να αναρωτηθούμε, λοιπόν, αν αυτά τα χρήματα κατευθύνθηκαν στην πραγματική οικονομία ή αν πήγαν σε λίγους και εκλεκτούς, όπως προειδοποιούσε το Κίνημα Αλλαγής εδώ και μήνες. Ή ένα πιο πρόσφατο παράδειγμα: Την ίδια στιγμή που ανακοινώθηκε το 12ευρω για τα καύσιμα, η κυβέρνηση ψηφίζει την κατάργηση του συμπληρωματικού φόρου ΕΝΦΙΑ. Βλέπουμε δηλαδή προσωρινές και ελάχιστες ελαφρύνσεις για τους πολλούς και μόνιμες ελαφρύνσεις για τους λίγους.
Προσωρινές και ελάχιστες ελαφρύνσεις για τους πολλούς, μόνιμες ελαφρύνσεις για τους λίγους
Εκτιμάτε ότι ενδεχομένως η ακρίβεια να καθορίσει και τον χρόνο των εκλογών;
Η κυβέρνηση είναι δεδομένο ότι πιέζεται από την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί με την ακρίβεια και γι’ αυτό λειτουργεί με πυροτεχνήματα. Μη ξεχνάμε ότι η σημερινή ακρίβεια έρχεται μετά από δύο χρόνια πανδημίας, που κλόνισαν με τη σειρά τους την ελληνική οικονομία, άρα οι αντοχές του κόσμου έχουν μειωθεί. Πέρα όμως από τα οικονομικά στοιχεία, αυτό που θα κρίνει τον χρόνο των εκλογών είναι η διαχείριση της ελπίδας. Αν η κυβέρνηση δει ότι η κατάσταση γίνεται μη διαχειρίσιμη το επόμενο διάστημα -λόγου χάρη αν δεν υπάρξει συναίνεση για συνέχιση της δημοσιονομικής χαλάρωσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο στο τέλος του 2022- τότε θα κοιτάξει να επωφεληθεί, ανεξάρτητα από το κόστος που μπορεί να έχει αυτό για τη χώρα. Εμείς, σε κάθε περίπτωση, θα είμαστε έτοιμοι.
Κυκλοφορούν σενάρια για νέα αλλαγή του εκλογικού νόμου. Πώς στέκεται το ΚΙΝΑΛ απέναντι σ’ αυτά;
Αναρωτιέμαι πώς θα μπορέσει να δικαιολογήσει η κυβέρνηση μια τέτοια επιλογή, τι επιχειρήματα θα χρησιμοποιήσει. Μια τέτοια αλλαγή, δεύτερη στη θητεία αυτής της κυβέρνησης, ισοδυναμεί με παραδοχή αν όχι ήττας, τουλάχιστον αδυναμίας. Πέρα από τη μικροπολιτική συζήτηση, υπάρχει κι ένα πολύ σοβαρό θεσμικό ζήτημα: Δεν μπορεί ο εκλογικός νόμος να χρησιμοποιείται κατά το δοκούν για την επίτευξη κομματικού οφέλους. Δεν ωφελεί τη δημοκρατία να αλλάζουν οι κανόνες του παιχνιδιού ανάλογα με τους πολιτικούς σχεδιασμούς του εκάστοτε κυβερνώντα. Τη στιγμή μάλιστα που μιλάμε για την ανάγκη να υπάρξει ένα σταθερό εκλογικό σύστημα και σταθερές κυβερνητικές θητείες, μια τέτοια εξέλιξη αποτελεί πολιτικό τυχοδιωκτισμό και ανεπίτρεπτη θεσμική οπισθοδρόμηση.
Κύριε Καμίνη, στο κόμμα σας λέτε ότι δεν θα γίνετε δεκανίκι ούτε της Νέας Δημοκρατίας ούτε του ΣΥΡΙΖΑ. Η κάλπη της απλής αναλογικής είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα σάς αναγκάσει να πάρετε αποφάσεις…
Η κάλπη αναγκάζει όλους να πάρουν αποφάσεις, όχι μόνο το Κίνημα Αλλαγής. Το λέω γιατί βλέπω να απευθύνεται -συχνά με τρόπο επιτακτικό- το ερώτημα αυτό αποκλειστικά σε εμάς και όχι στα υπόλοιπα κόμματα. Εμείς έχουμε πάρει τις αποφάσεις μας, όχι τώρα, εδώ και αρκετό καιρό: Είμαστε αταλάντευτα υπέρ μιας αυτόνομης πορείας και δεν βλέπουμε να υπάρχει περιθώριο για κάποια συνεργασία, τους λόγους τους έχουμε εξηγήσει. Όσο περνάει ο καιρός, μάλιστα, γίνεται στο καθένα απολύτως κατανοητό γιατί ένα σοσιαλδημοκρατικό κόμμα δεν έχει κανένα λόγο να συνεργαστεί ούτε με τη Νέα Δημοκρατία ούτε με τον ΣΥΡΙΖΑ. Είναι μάλιστα μια απόφαση που έχει παραμείνει αναλλοίωτη παρά την αλλαγή ηγεσίας στον χώρο μας, και άρα έχει αυξημένο βάρος: Μια επιλογή που ξεκίνησε -με κόστος- η Φώφη Γεννηματά και συνεχίζει σήμερα ο Νίκος Ανδρουλάκης.
Τι έχει αλλάξει στο κόμμα σας με τη νέα ηγεσία;
Στην περίπτωση του Κινήματος Αλλαγής είδαμε αυτό το φαινόμενο που παρατηρείται συχνά στην πολιτική: Συμπυκνώνονται οι εξελίξεις και τα γεγονότα και συστέλλεται ο πολιτικός χρόνος. Ζήσαμε μια πολύ έντονη περίοδο, με συγκινήσεις και θλιβερά γεγονότα, με φόρτιση συναισθηματική, με μια εκλογική διαδικασία ζωηρή, με άνοδο των ποσοστών μας στις δημοσκοπήσεις. Τώρα πια κάπως κατακάθεται η σκόνη και αρχίζουμε να ψηλαφούμε αυτό που γεννήθηκε μέσα σε αυτή την ενδιαφέρουσα αναταραχή, αυτήν την περίοδο ανάτασης. Πιστεύω, λοιπόν, ότι αυτό που έχει καταφέρει κυρίως ο Νίκος Ανδρουλάκης είναι να εκφράσει όλη αυτή τη μακρά διεργασία και να αποκρυσταλλώσει τα μηνύματά της. Να πιάσει το νήμα από εκεί που το άφησε η Φώφη Γεννηματά και να κάνει αυτό για το οποίο εξελέγη: Να ολοκληρώσει τη δημιουργία ενός ισχυρού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος, διεκδικητή της εξουσίας.
Εμείς, στο Κίνημα Αλλαγής, έχουμε πάρει τις αποφάσεις μας: Είμαστε αταλάντευτα υπέρ μιας αυτόνομης πορείας
Πότε θα γίνει το Συνέδριό σας. Συμφωνείτε με την προσθήκη του τίτλου ΠΑΣΟΚ στην ονομασία του;
Σύντομα θα ανακοινώσουμε την ημερομηνία του Συνεδρίου μας. Το ζήτημα όμως είναι τι κάνουμε μέχρι να φτάσουμε εκεί: Οφείλουμε να οργανώσουμε έναν ανοιχτό διάλογο με την κοινωνία, να εκμεταλλευτούμε τη δυναμική των σχεδόν 300 χιλιάδων ανθρώπων που συμμετείχαν στις εσωκομματικές διαδικασίες μας, ώστε στο Συνέδριο πλέον να ολοκληρωθεί ο διάλογος και να ληφθούν οι αποφάσεις για την τελική φυσιογνωμία του κόμματός μας, σε οργανωτικό και ιδεολογικό επίπεδο. Μέσα σε αυτές είναι φυσικά και το όνομα, αν και προσωπικά δεν το θεωρώ το πλέον σημαντικό. Ο κόσμος περιμένει να ακούσει ιδέες, προτάσεις και να δει την κατεύθυνσή μας, όχι απαραίτητα να παρευρεθεί σε «βαφτίσια». Αν τα καταφέρουμε σε αυτά τα σημαντικά, το όνομα δεν θα μας απασχολήσει για πολύ.
Ο Γιώργος Καμίνης είναι βουλευτής Επικρατείας του Κινήματος Αλλαγής